Η Κάτια Δανδουλάκη εξηγεί με τα πιο απλά λόγια την ποίηση της καθημερινότητας, στην οποία και πιστεύει. Tην αφή που χάθηκε. Tο μοίρασμα που λείπει. Tην αγάπη ως τη μόνη πραγματική παρακαταθήκη. «Έχουμε χάσει πολλές ευκαιρίες στη ζωή μας μη ζώντας το σήμερα και μεμψιμοιρώντας για το τι έχουμε μπροστά μας ή έχοντας φόβο να μην τολμήσουμε να κάνουμε αυτό που θέλουμε αύριο», μού απάντησε στην ερώτηση αν η αλήθεια πολλές φορές, τις περισσότερες τουλάχιστον, βρίσκεται μπροστά μας και απλά εμείς δεν την βλέπουμε. «Ζούμε με όνειρα αλλά δεν προλαβαίνουμε να ζήσουμε την καθημερινότητα, που τελικά ίσως είναι ο λόγος που έχουμε έρθει σε αυτή τη ζωή. Να απολαύσουμε με χαρά τη ζωή και τι άλλο; Ένα. Την αγάπη. Τι άλλο να απολαύσουμε;».

Μιλήσαμε για το θέατρο και την τέχνη, τους ηγέτες και τους πολιτικούς, τη Δημοκρατία και την πολιτική ορθότητα, την επιτυχία και την αποτυχία. Όλα όσα μας ακολουθούν στο μεγάλο ταξίδι της ζωής και τα δώρα που μας προσφέρει η καθημερινότητα. «Η ευτυχία για εμένα είναι η απόλαυση, η πληρότητα που νιώθει κανείς στην απλή, ποιητική καθημερινότητα», είπε.

Με την κυρία Δανδουλάκη βρεθήκαμε στο «σπίτι» της. Στον 3ο όροφο στην Αγίου Μελετίου 61, εκεί όπου παίζεται για δεύτερη χρονιά η ανατρεπτική παράσταση «Ο Αόρατος Επισκέπτης». Είχα μεγάλη προσμονή γι’ αυτή τη συνάντηση. Την περίμενα πώς και πώς. Μιλήσαμε περίπου μια ώρα κατά τη διάρκεια της φωτογράφησης και άλλο τόσο διήρκησε η ηχογράφηση της συνέντευξης. Ήμουν σίγουρος από πριν πως θα φύγω από το θέατρο γεμάτος. Τελικά έφυγα πιο πλούσιος.

– Τι σας δίνει ο κάθε ρόλος; Βγαίνετε διαφορετική ως άνθρωπος μετά από μια σεζόν μιας παράστασης;

Δεν κατάλαβα ποτέ τι σημαίνει μπαίνω στο πετσί του ρόλου. Δεν το κατάλαβα ποτέ. Γιατί πάντα έφερνα το ρόλο επάνω μου, από την άποψη του ότι έψαχνα ποιες πτυχές του ρόλου έχω μέσα μου και δεν τις έχω καταλάβει. Ή τις αγνοώ ή κάνω πως δεν τις βλέπω ή δεν υπάρχουν, οπότε πρέπει να τις ανακαλύψω. Άρα, το θέατρο πλούτησε την ψυχή μου, με έκανε να κατανοήσω και τον εαυτό μου περισσότερο. Να αποδεχτώ πράγματα που δεν είχα αποδεχτεί, λειτούργησε ψυχοθεραπευτικά επάνω μου – γιατί δεν μπαίνω στο πετσί κάποιου ξένου. Είμαι η Κάτια με τα χιλιάδες πρόσωπα. Γιατί ο καθένας μας μέσα του έχει χίλια πρόσωπα. Κάποια που δεν του αρέσουν και δεν θέλει να τα βλέπει, τα αγνοεί. Τα κάνει πέρα, δεν τα αποδέχεται. Κάποια που του αρέσουν πολύ τα υπερπροβάλλει, γιατί αυτό είναι αυτό που θα ήθελε να φαίνεται. Το θέατρο σε κάνει να αποδεχτείς και να συμφιλιωθείς με τον εαυτό σου, οπότε πλουταίνεις την ψυχή σου πολύ. Αποκτάς κατανόηση. Έχω αποκτήσει πολύ μεγαλύτερη κατανόηση ως προς τα ανθρώπινα θέματα, κατανοώ πιο εύκολα. Θυμώνω λιγότερο. Γιατί κατανοώ και το καταλαβαίνω και έχω μεγαλύτερη υπομονή, γιατί κρατάω μια μεγαλύτερη απόσταση από το ασήμαντο του θέματος. Το σημαντικό για μένα είναι να κατανοήσω την ανθρώπινη ψυχή, άρα οι πρόσκαιρες προστριβές δεν με απασχολούν. Τις ξεπερνάω. Γι’ αυτό και είναι σαν να παρατηρώ τον εαυτό μου λίγο από πιο μακριά, χωρίς να είμαι αποστασιοποιημένη. Είναι μια πολύ δύσκολη κατάσταση που προσπαθώ να εξηγήσω με λόγια. Αλλά νομίζω ότι θα την κάνω κατανοητή. Βλέπω δηλαδή την Κάτια να μεγαλώνει, να ωριμάζει, να αποδέχεται, να συγχωρεί. Πιο εύκολα συγχωρώ τώρα απ’ ότι όταν ήμουν μικρή, γιατί κατανοώ περισσότερα.

– Ίσως επειδή η εμπειρία σας έχει διδάξει τι είναι σημαντικό και τι είναι ασήμαντο;

Γιατί καταλαβαίνω τι σπρώχνει τον άλλο να είναι αγενής. Βεβαίως είναι πολύ δυσάρεστο να βλέπεις την αγένεια, αλλά τι σπρώχνει τον άλλο να δαγκώνει; Ίσως έχει πονέσει πάρα πολύ στο παρελθόν. Και αυτό είναι δυσάρεστο όμως, το να σε δαγκώνουν. Τι κάνω λοιπόν; Διακριτικά αποσύρομαι από το θυμό του, δεν με ακουμπάει και προσπαθώ με τον συγκεκριμένο άνθρωπο να έχω ήρεμες σχέσεις. Ξέρω ότι για να βρει την ψυχή του ο καθένας μας θέλει πάρα πολύ χρόνο και μπορεί κάποιος να μην τη βρει και ποτέ και να ζήσει και άλλες ζωές μέχρι να καταφέρει να βρει κάτι. Υπήρξε μια πολύ σημαντική περίοδος της ζωής μου που πήγα σε σύμβουλο αυτογνωσίας. Έκανα πολύ μεγάλη δουλειά με τον εαυτό μου για να αποδεχτώ πράγματα που δεν καταλάβαινα γιατί τα κάνω. Ας πούμε, με καταπίεζαν πάρα πολύ τα «πρέπει» από μικρή. Πρέπει να είμαι η καλύτερη μαθήτρια, πρέπει να είμαι το παράδειγμα, πρέπει να είμαι αυτό. Και με έπνιξε. Και τώρα τι θέλω; Όταν κατάλαβα ότι το «πρέπει» να καταπίεζε, άρχισα να μεταφέρω το «πρέπει» διαφορετικά. Πρέπει η ψυχή μου να χαλαρώσει, πρέπει να περνάω καλά, πρέπει να είμαι καλά για να μπορώ να δώσω, γιατί κανείς μας δεν μπορεί να δώσει από το υστέρημα, από το περίσσευμα δίνουμε. Αυτό που έλεγαν παλιά «πρέπει να δίνω από το υστέρημα» δεν το κατάλαβα ποτέ. Αν έχω υστέρημα πώς θα δώσω; Όταν είμαι γεμάτη από αγάπη, μπορώ να δώσω αγάπη. Αν δεν έχω καταλάβει καθόλου τι είναι η αγάπη, πώς θα την δώσω. Πού θα την βρω;

Εγώ, λοιπόν, επειδή έχω γεμίσει από αγάπη όλων των ειδών -των φίλων μου, των δικών ανθρώπων, του ανθρώπου της ζωής μου, του Μάριου…- νιώθω τη μεγάλη ανάγκη να τη δώσω αυτή την αγάπη στα νέα παιδιά, στους νέους ηθοποιούς, στους φίλους που έχω από παλιά. Έχω φίλους από τα παιδικά μου χρόνια, από τεσσάρων χρονών, από τα χρόνια τα σχολικά, και πολύ καλούς φίλους από το επάγγελμα. Επιλογές κάνεις σε αυτό το επάγγελμα. Επιλέγεις. Και όταν επιλέξεις, ξέρεις πολύ καλά τι κάνεις. Σου αξίζουν οι φίλοι που επέλεξες. Είσαι όμοιος με τους φίλους που έχεις επιλέξει. Έχω λοιπόν πάρα πολύ καλούς φίλους ζωής – και μέσα από το επάγγελμα εξαιρετικούς. Δεν είναι το επάγγελμα του ηθοποιού λυκοφιλίες. Και πάντα έλεγα ότι στις πιο δύσκολες στιγμές της ζωής μου, μου στάθηκαν άνθρωποι του επαγγέλματος. Πάντα. Είτε ήταν παραγωγοί, είτε ήταν ηθοποιοί, είτε σκηνοθέτες. Οι μεγαλύτεροι δάσκαλοί της ζωής μυ ήταν οι σκηνοθέτες, οι δάσκαλοί μου στο σχολείου, οι γονείς μου και ο Μάριος. Πάντα. Μαθητικό σύνδρομο.

Άρα, βγαίνοντας από κάθε ρόλο -ξαναγυρνάμε στην πρώτη ερώτηση που τώρα περιλαμβάνει σχεδόν όλη μου τη ζωή έτσι που την πήγα- αισθάνομαι ότι έχω καταλάβει ακόμα ένα κομμάτι της Κάτιας. Η κωμωδία με ξαλαφρώνει. Το δράμα, επίσης, με ξαλαφρώνει πάρα πολύ, μου δίνει χαρά. Η κωμωδία είναι αναμφισβήτητα ένα πολύ δύσκολο είδος – το πιο δύσκολο. Το δράμα από την άλλη μου εκτονώνει τον πόνο, αλλά το σέρνω μέσα μου αρκετή ώρα πριν και αρκετή ώρα μετά, γιατί δεν μπορώ να βγω εύκολα από μια κατάσταση. Δεν μπορώ να μιμηθώ μια κατάσταση. Δυστυχώς υπάρχουν πολύ καλοί ηθοποιοί, οι οποίοι μπαίνουν πολύ γρήγορα σε μια κατάσταση και βγαίνουν πολύ γρήγορα. Εγώ δεν ξέρω να το κάνω αυτό. Και αυτό με ταλαιπωρεί.

– Δεν σας φθείρει αυτό;

Με ταλαιπωρεί. Γι’ αυτό και με τρελαίνει η κωμωδία από την άποψη της εφορίας. Υπάρχουν πολύ κουραστικές κωμωδίες, πρέπει να νιώσεις τρόμο για να γίνει αστεία, γιατί δεν είναι «τάχα μου» αστείο. Το «τάχα μου» αστείο είναι το χειρότερο που μπορεί να γίνει. Η κωμωδία θέλει ρυθμό χρόνου. Υπάρχουν κωμωδίες πάρα πολύ κουραστικές σωματικά και πνευματικά, αλλά είναι μια εφορία να ακούς το γέλιο του κόσμου. Αν δεν ακούς το γέλιο του κόσμου, είναι μια μεγάλη δυστυχία. Είναι κατάρα.

– Θέλω να πάμε λίγο στο έργο, στην παράσταση. Ένας επιτυχημένος νεαρός επιχειρηματίας βρίσκεται κατηγορούμενος για το φόνο της ερωμένης του. Αυτή είναι η υπόθεση της παράστασης «Ο αόρατος επισκέπτης» που ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά στο θέατρό σας. Πόσο εύκολο είναι όλοι εμείς να περάσουμε από τη λεπτή γραμμή και να κάνουμε ένα φόνο χωρίς να το καταλάβουμε. Να σου συμβεί να κάνεις ένα φόνο, να τα φέρει έτσι μοίρα και πλέον να είσαι δολοφόνος.

Αυτό είναι ένα θέμα υπαρξιακό. Πάρα πολύ δύσκολο να πούμε αν είναι εύκολο ή δύσκολο. Για να γίνει κατανοητό, θέλει πάρα πολύ μελέτη, συγκέντρωση και κουβέντα με ψυχιάτρους, ψυχολόγους και ανθρώπους που να μπορούν με παραδείγματα μέσα από τη ζωή να σε κάνουν να κατανοήσεις τι σημαίνει «είμαι ικανός για φόνο». Νομίζω ότι έχω κατανοήσει απόλυτα περιπτώσεις μανάδων. Ήταν μια μάνα Γερμανίδα, που είχε βιαστεί το κοριτσάκι της και δικαζόταν ο βιαστής -το είχε σκοτώσει ουσιαστικά το παιδί- η μητέρα έβγαλε το όπλο, το περίστροφο και τον σκότωσε. Η ίδια δικάστηκε.

Νομίζω θα μπορούσα να κάνω το ίδιο. Άρα, το τι σε οδηγεί μέσα σε ένα φόνο είναι μια τεράστια αίσθηση της απονομής της δικαιοσύνης για ένα συναίσθημα. Ή υπάρχει και το άλλο. Υπάρχει μία πλευρά που κατανοώ το φόνο και υπάρχει και η πλευρά που ο φόνος είναι αδιανόητος με τον τρόπο που συμβαίνει στην καθημερινότητά μας και ακούμε πράγματα που συμβαίνουν και λες «πως είναι δυνατόν», ας πούμε, για μια χούφτα δολάρια να έχουν σκοτωθεί δέκα άνθρωποι στα καλά καθούμενα για μηδέν λόγο. Πώς είναι δυνατόν τα παιδιά σήμερα, 10-12 χρονών, να βγάζουν τα μάτια τους με σουγιάδες. Πώς είναι δυνατόν; Αυτά είναι τεράστια θέματα. Δεν μπορούμε να τα κατανοήσουμε γιατί ξεκινάνε από πολύ βαθιά. Από το πως μεγάλωσαν αυτά τα παιδιά. Ποια μάνα και ποιος πατέρας τα είχε από κοντά, τι τους δώσαν, τι έβλεπαν από μικρά. Το νεογέννητο παιδί είναι tabula rasa, ένας άγραφος πίνακας. Δεν έχει τίποτα στον εγκέφαλό του. Τι βλέπει, τι ακούει, τι μαθαίνει; Είναι τόσο μεγάλη υπόθεση το πώς μεγαλώνει μια ψυχούλα άγραφη και τόσο ιερή, που ο φόνος που τον κατανοούμε και ο φόνος που δεν τον κατανοούμε είναι η ίδια ευθεία. Απλώς είναι σε διαφορετικές άκρες. Μέσα από το θέατρο το έχω καταλάβει αυτό. Γι’ αυτό το λατρεύω.

– Λατρεύετε και την τηλεόραση όμως.

Μαζί με το θέατρο έχω λατρέψει και την τηλεόραση.

– Τον κινηματογράφο;

Κινηματογράφο έκανα. Έκανα κάποιες ταινίες μαζεμένες για 5-6 χρόνια, έκανα γύρω σε 15-16 ταινίες, αλλά ήταν η εποχή που ο ελληνικός εμπορικός κινηματογράφος κατέρρεε και έβγαινε ο νέος ελληνικός κινηματογράφος. Οπότε τα έκανα μαζεμένα. Εγώ πρόλαβα να ζήσω τον κινηματογράφο σε μια μεγάλη ακμή, αλλά αγάπησα πάρα πολύ τη τηλεόραση για τον λόγο που κουβεντιάζαμε. Βλέπεις τον εαυτό σου και τον κρίνεις, ενώ στο σινεμά δεν το κρίνεις. Δεν καταλαβαίνεις τι κάνεις. Θα το δεις μετά από πολύ καιρό αυτό που έχεις κάνει και το βλέπεις ξαφνικά μπροστά και λες «Πώς το έκανα αυτό;». Μου έχει τύχει. Δεν διορθωνόταν. Στη τηλεόραση τουλάχιστον λες μπορώ να διορθώσω πράγματα επαναληπτικά δικά μου. Μανιέρες, μπορεί να κάνω την ίδια κίνηση πολλές φορές, ανοίγω πλέον τα μάτια μου ή το στόμα μου, το κάνω έτσι, το κάνω αλλιώς… Το παρατηρώ. Παρατηρώ τον εαυτό μου σαν να είναι ένας τρίτος άνθρωπος, αυτό με έχει σώσει. Και δεν του χαρίζομαι. Δεν είπα ποτέ «έχω κάνει κάτι καταπληκτικό». Κάθε φορά αναρωτιέμαι αν είμαι ικανή να κάνω κάτι. Δεν ξέρεις πόση ώρα συγκεντρώνομαι πριν την παράσταση. Δεν μπορεί να μου μιλήσει άνθρωπος. Γιατί λίγο να φύγει η προσοχή, θα τους οδηγήσει αλλού η κατάσταση. Γιατί είναι πολύ μετρημένες οι λέξεις που χρησιμοποιώ και λέω. Αυτό, σαν άνθρωπος, σαν ηθοποιός, το κάνω με δυσκολία.

Οι περισσότεροι βλέπουν τα φώτα της σκηνής. Δεν βλέπουν τη φασίνα της δουλειάς και είναι καλό αυτό. Ο κόσμος δεν χρειάζεται να ξέρει πόσο κουράστηκες για να το κάνεις. Μ’ αρέσει μετά από ένα πολύ κουραστικό έργο να είσαι μέσα στα χαμόγελα και να είσαι λαμπερός γιατί έδωσες χαρά και μοιράστηκες μαζί τους κάτι. Δεν μ’ αρέσει το «δείτε με πόσο κουράστηκα», γιατί δεν αφορά κανέναν η κούρασή σου. Τους αφορά μονάχα τι τους έδωσες. Χαρά, συγκίνηση, γέλιο. Όλα εξίσου καλά είναι. Και επανέρχομαι στο ό,τι κάνω, το κάνω δύσκολα – κι αυτό συμβαίνει από όταν ήμουν μικρή. Μελετούσα αρκετά και ήμουν πρώτη, αλλά μελετούσα. Υπήρχαν άλλοι που ήταν πρώτοι και δεν μελετούσαν. Δεν το έχω αυτό.

– Δεν σας χαρίστηκε κάτι…

Ποτέ δεν έκανα κάτι χωρίς κόπο. Ποτέ δεν κέρδισα κάτι χωρίς κόπο. Υπάρχουν άλλοι που κερδίζουν κάτι χωρίς κόπο. Δεν τους ζηλεύω. Γιατί μέσα από τον κόπο έχω καταλάβει πάρα πολλά πράγματα. Εντάξει, μερικές φορές είναι πολύ κουραστικό αυτό, αλλά αντιλαμβάνομαι περισσότερο τη διαδρομή όταν συγκεντρώνομαι και παλεύω τη λεπτομέρεια ξανά και ξανά. Και κάποιες στιγμές την καταφέρνω. Ακόμα και όταν ανέβει το έργο με «τρώνε» ορισμένες στιγμές που λέω «γιατί αυτό, δεν μ’ αρέσει που το λέω έτσι». Και μπορεί να το βρω στην τελευταία παράσταση και να πω θα το δοκιμάσω στην τελευταία παράσταση. Έχω αυτή τη μανία. Δεν με ικανοποιεί εύκολα κάτι. Και ποτέ δεν έκανα κάτι και να πω «τα κατάφερα». Δεν θεωρώ όμως ότι έχω κάνει την εφεύρεση του αιώνα ή το κατόρθωμα του αιώνα. Όχι.

– Πιστεύετε ότι το ταξίδι έχει την πραγματική αξία σε σχέση με τον προορισμό;

Όλη η ιστορία της ζωής είναι το ταξίδι. Όταν φτάσεις, έφτασες. Το ταξίδι είναι αυτός ο προορισμός – όπως είναι το ταξίδι της ζωής ουσιαστικά, γεννιόμαστε για ένα ταξίδι. Ό,τι πρόλαβες να δεις από τα τρένα που περάσαν μπροστά σου, όσους σταθμούς πρόλαβες να δεις. Όσα ταξίδια έκανες μέσα σε αυτή τη διαδρομή τόσο πιο πλούσιος καταλήγεις μέσα σου στο τέλος. Στο τέλος, είσαι ένας άνθρωπος που λες «ναι, αλλά υπάρχουν κι άλλα. Δεν είναι μόνο αυτό». Είμαι σίγουρη ότι όταν φτάσει κανείς στο τέλος θα λέει «εγώ δεν πρόλαβα». Δηλαδή, φαντάζομαι ότι θα έρθει κάποια στιγμή το τέλος -δεν με νοιάζει ποτέ- και θα λέω, αλλά «δεν έχω προλάβει να κάνω εκείνο, να κάνω το άλλο».

– Ποια είναι η απάντηση σε αυτό;

Στην άλλη ζωή. Στην άλλη ζωή θα ήθελα να είμαι ηθοποιός αλλά σε ταινίες με εξωτερικά γυρίσματα. Για να δω όλο το κόσμο.

– Πάλι ηθοποιός θα γινόσασταν;

Ναι, μου αρέσει αυτό. Γιατί, είχα σκεφτεί για μπαλαρίνα, αλλά κουράζεται πολύ το σώμα και ως επάγγελμα έχει μικρή ζωή. Κάποια στιγμή σταματάς. Ενώ με τις ταινίες βλέπεις όλο τον κόσμο. Θέλω να κάνω ταινίες όπως στο Hollywood που πηγαίνεις σε διάφορες χώρες και ζεις δύο – τρεις μήνες σε καθεμία από αυτές. Αυτό, για μένα, είναι μεγάλο παραμύθι μέσα μου.

– Ας επιστρέψουμε λίγο στην παράσταση, κατά τη διάρκεια της οποίας υπάρχουν κάποια σημάδια που δείχνουν ότι θα ακολουθήσει μια ανατροπή στην πλοκή. Πιστεύετε ότι, γενικώς η αλήθεια είναι μπροστά μας απλά δεν τη βλέπουμε πολλές φορές επειδή δεν έχουμε την κατάλληλη προσοχή ή επειδή δεν θέλουμε να τη δούμε;

Η αλήθεια είναι μπροστά μας. Σίγουρα. Το ότι δεν θέλουμε να τη δούμε είναι γιατί δεν θέλουμε να δούμε κάτι που να μην μας αρέσει. Δεν θέλουμε να ακούσουμε κάτι για τον εαυτό μας που δεν μας αρέσει. Δεν θέλουμε να μας πουν ότι κάναμε κάτι που δεν μας αρέσει. Αυτό είναι το «δεν θέλω». Από την άλλη, είμαστε τόσο απορροφημένοι από πράγματα της καθημερινότητας που δεν προλαβαίνουμε να μπούμε στο τρένο της αλήθειας. Αυτό είναι που με βασανίζει περισσότερο. Το να μην προλάβεις να καταλάβεις ότι η αλήθεια είναι μπροστά σου, γιατί σε απασχολούσαν πολύ πιο μηδαμινά πράγματα καθημερινότητας και δεν μπορείς να δεις την ουσιαστική αλήθεια. Και το λέω εγώ που πιστεύω στην ποιότητα και στην ποίηση της καθημερινότητας.

Η ευτυχία για εμένα είναι η απόλαυση και η πληρότητα που νιώθει κανείς στην απλή, ποιητική καθημερινότητα. Αυτό έμαθα μέσα από μια ζωή που κουβαλάω πολλές και ωραίες αποσκευές. Η καθημερινότητα έχει κάτι το ποιητικό. Γιατί έχει μια καθαρότητα στην επαναληπτικότητά της και μια ακρίβεια. Και όταν μπορείς να ζήσεις την καθημερινότητα με χαρά, τότε είσαι πολύ ευτυχισμένος άνθρωπος. Η καθημερινότητα με την αντίστροφη έννοια δεν σε οδηγεί πουθενά. Ενώ η καθημερινότητα που τη ζεις και λες «δεν υπάρχει ομορφότερο πράγμα από το να γυρίσω σπίτι, να πιάσω το χέρι του ανθρώπου μου και να δούμε μαζί μια ταινία, να λέμε τα ίδια αστεία, να φάμε μαζί και να λέμε μπούρδες ή να κάνουμε όνειρα μαζί». Η καθημερινότητα είναι μοίρασμα και συγχρόνως γεύση από την ουσία της ζωής που τρέχει εκείνη τη στιγμή. Το «ζω τη στιγμή για τη στιγμή». Αυτό το χάνουμε γιατί ζούμε για το τι θα κάνουμε αύριο, ζούμε για το τι θα κάνουμε μεθαύριο και χάνουμε την απόλαυση της στιγμής.

Ίσως η μεγάλη αυτή προσευχή του «Πάτερ ἡμῶν», το λέω στη ζωή μου και πρωί και βράδυ, γιατί πιστεύω με τον δικό μου τρόπο πολύ βαθιά. Δεν πιστεύω στους τίτλους, καθόλου. Στην ουσία πιστεύω. Όλοι έχουμε ένα είδος Θεού μέσα μας που πιστεύουμε σε αυτό. Με απασχόλησε αυτό το «Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον». Γιατί κάθε μέρα παρακαλάς για το σήμερα. Και το να ζήσω το σήμερα είναι πολύ μεγάλη υπόθεση. Έχουμε χάσει πολλές ευκαιρίες στη ζωή μας μη ζώντας το σήμερα και μεμψιμοιρώντας για το τι έχουμε μπροστά μας ή έχοντας φόβο να μην τολμήσουμε να κάνουμε αυτό που θέλουμε αύριο. Δηλαδή, ζούμε με όνειρα αλλά δεν προλαβαίνουμε να ζήσουμε την καθημερινότητα, που τελικά ίσως είναι ο λόγος που έχουμε έρθει σε αυτή τη ζωή. Να απολαύσουμε με χαρά τη ζωή και τι άλλο; Ένα. Την αγάπη. Τι άλλο να απολαύσουμε; Δεν πιστεύω να υπάρχει κάτι άλλο. Τον πόλεμο να απολαύσουμε; Τη διχόνοια να απολαύσουμε; Τον πλούτο να απολαύσουμε; Στην αγάπη τα έχεις όλα. Εγώ δεν είδα άνθρωπο που να έχει νιώσει αγάπη και να είναι μισός.

– Οι παλαιότερες κοινωνίες, του ‘70, του ‘80 ακόμα και του ’90, ζούσαν περισσότερο το σήμερα σε σχέση με όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια;

Δεν είχε μπει η μηχανή στη μέση. Υπήρχε μεγαλύτερη αγκαλιά. Είχαμε αφή. Τώρα χάσαμε την αφή, την έχουμε μόνο για το κινητό. Ενώ πρώτα αγγίζαμε ο ένας τον άλλον. Εγώ έζησα την εποχή του γέλιου και της πλάκας και των βραδινών εξόδων στις ταβέρνες. Τα στέκια δεν υπάρχουν πια, γιατί τρέχουν όλοι σαν τρελοί.

– Μη αναστρέψιμη κατάσταση;

Νομίζω ότι υπάρχει μια άλλη ζωή σήμερα. Λένε ότι πηγαίνουμε στον αιώνα του πνεύματος. Δεν το βλέπω για την ώρα. Για την ώρα βλέπω τη μηχανή μπροστά μου και βλέπω την απομόνωση. Αυτοί που είναι πιο μυημένοι στα μελλούμενα βλέπουν τον αιώνα του πνεύματος. Μακάρι και το εύχομαι.

– Η ανθρωποφαγία που βιώνουμε καθημερινά είναι αποτέλεσμα τω αλλαγών που περιγράψατε;

Αυτό είναι τρομαχτικό. Βλέπουμε την ανθρωποφαγία στη ζωή πια κανονικά. Τρώνε σάρκες, τελείωσε. Η ανθρωποφαγία έχει γίνει κυριολεξία. Δεν είναι ένας εφιάλτης αυτό; Δεν είναι η κατάληξη του ανθρώπου που είναι χαμένος στη ζωή και δεν έχει βρει το στόχο; Γιατί υπάρχει αυτή η ανθρωποφαγία; Για τα χρήματα, τη δόξα, για να αγοράζουμε τα κράτη και να κάνουμε αγοραπωλησίες. Εγώ παίρνω αυτό το κράτος, εσύ παίρνεις το άλλο, εγώ ζω στα παλάτια, εσύ είσαι κάτω. Ε και; Ποιος είναι ο πιο πετυχημένος; Όλη αυτή η ιστορία οδήγησε σε αυτό το χαοτικό που ζούμε τώρα. Ζούμε μια τρέλα, ένα ασυνάρτητο γκρέμισμα. Δεν μπορεί να δομηθεί το καινούριο, αφού γκρεμίζουμε, πέφτουν τα τούβλα πάνω μας και συνέχεια. Τώρα πώς θα δημιουργήσουμε; Για να δημιουργήσουμε πρέπει να έχει ισοπεδωθεί το σύμπαν, που σημαίνει ακόμα δεν έχουμε φτάσει στο τέλος, για να μπορέσει να αρχίσει αναδόμηση.

– Πού μπορεί να φτάσει ένας γονιός για το παιδί του;

Νομίζω ότι δεν έχει όριο αυτό. Δεν υπάρχει όρια. Δεν έχω παιδιά, αλλά επειδή το επάγγελμά μου έχει αυτή τη «διαστροφή» που πρέπει να μπούμε στη θέση μιας μάνας, καταλήγω στο ότι δε υπάρχει όριο. Για το παιδί σου μπορείς να κάνεις τα πάντα. Τα πάντα. Και έχουμε δει τέτοια θαύματα που γίνονται από γονιούς, αλλά έχουμε δει και το αντίστροφο, που γεννάνε τα παιδιά και δεν υπάρχει καθόλου μητρικό ή πατρικό φίλτρο. Αυτό δεν το βλέπαμε παλαιότερα… Δεν ήταν τόσο φανερό; Τυφλοί ήμασταν; Δεν υπήρχε; Πάντως, δεν το βλέπαμε.

– Μήπως επειδή δεν υπήρχε τόση πληροφορία;

Δεν υπήρχε τόση πληροφορία, ναι. Αλλά δεν φοβόμουν να κυκλοφορήσω τόσο πολύ πια στο δρόμο. Τώρα φοβάμαι.

– Φοβάστε;

Βέβαια φοβάμαι. Θέλω να πω ότι φοβάμαι ακόμα και τα μικρά παιδιά που βγάζουν σουγιάδες. Αυτό δεν είναι κανονικό πράγμα. Κάποτε λέγαμε «α, τι γίνεται στην Αμερική, φοβάσαι να κυκλοφορήσεις», Είναι στον κόσμο όλο, πια.

– Φαίνεται πως έχουμε εξοικειωθεί πλέον με τις πραγματικές σκηνές βίας. Παρατηρούμε πλέον με απάθεια να συμβαίνουν στην κανονική ζωή σκηνές που στο παρελθόν βλέπαμε στον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Πιστεύετε ότι έχουμε περάσει το κατώφλι ενός διστοπικού κόσμου;

Περάσαμε στην έπαρση, στην μεγάλη βουλιμία του να ζήσουμε τα πάντα και φτάσαμε πια στην άλλη άκρη. Την βουλιμία του να γευτούμε και το κακό, στο ζενίθ του – το οποίο έφερε μια απόλυτη ανισορροπία πλέον. Ήταν πολύ πιο κρυφά τότε τα πάθη και τα ήθη, πολύ πιο ισορροπημένα κατά την άποψή μου, πολύ πιο ανθρώπινα. Νομίζω τώρα, ότι το θέμα «μηχανή» με έχει απασχολήσει πολύ, το ότι μπήκε η μηχανή στη ζωή μας. Το ότι κάνω πολλή ώρα να συνεννοηθώ και να απαντήσω σε 150 mails σε σχέση με ένα τηλεφώνημα που θα έκανα για μερικά λεπτά.

Βρισκόμασταν τρεις άνθρωποι, θα είχαμε λύσει το θέμα μας μέσα σε δύο λεπτά. Τώρα λύνεται μετά από mails που σου στέλνουν. Τους στέλνεις, τα χάνουν, ξανά το ίδιο και δεν λύνεται ποτέ το θέμα. Μόνο όταν βρεθούμε από κοντά. Εγώ, για να κερδίσω χρόνο πολλές φορές στις πρόβες, λέω «όλοι μαζί θα το λύσουμε» και πράγματι, όταν βρισκόμαστε όλοι μαζί το θέμα έχει τελειώσει. Αμέσως συνεννοείσαι. Γιατί; Γιατί έχεις ανθρώπινη επαφή. Τώρα φωνάζεις ένα ταξί και σου βγαίνει πάλι τηλεφωνητής. Θες να του πεις «έσπασα το πόδι μου, δεν μπορώ να πάω μέχρι τη γωνία», πού θα το πεις στη μηχανή; Τι θα σου απαντήσει;

– Σας φοβίζει η κουβέντα που λένε ότι θα μας κυριαρχήσουν οι μηχανές ή θεωρείτε ότι είναι σενάρια επιστημονικής φαντασίας;

Με αποτροπιάζει, όχι απλώς με φοβίζει. Για μένα είναι αποτρόπαιο. Από την άλλη μεριά, υπάρχουν άνθρωποι που λατρεύουν τις μηχανές. Εγώ τη μηχανή δεν μπορώ να σας πω ότι τη λατρεύω. Βλέπω ότι είναι μια εποχή που έχει πάει στη μηχανή, το σέβομαι. Πιστεύω ότι οι μηχανές έχουν προσφέρει «παράθυρα» στον κόσμο, αναμφισβήτητα, και αναμφισβήτητα επίσης και στην κόλαση.

– Στο θέατρο εδώ είναι ωραίο που δεν έχει εφαρμοστεί ιδιαίτερα η μηχανή;

Για την ώρα. Μην το ξαναπείτε αυτό και μας έρθει το ρομπότ ηθοποιός, γιατί το έχουμε στην τσέπη μας.

– Νομίζω ότι στο επίπεδο που κουβεντιάζουμε δεν μπορεί να μπει η τεχνητή νοημοσύνη ή ένα ρομπότ και να κάνει αυτά που κάνετε. Δεν υπάρχει συναίσθημα στις μηχανές.

Σε λίγο το θέατρο εκεί θα πάει, αλλά νομίζω ότι πάντα θα υπάρχει μια μερίδα ανθρώπων που θα θέλει το χειροποίητο.

– Μέσα σε 2.500 χρόνια έχουν αλλάξει ελάχιστα πράγματα στο θέατρο; Παρόλα αυτά φοβάστε, δηλαδή, ότι μπορεί να αλλάξει το θέατρο;

Ναι, για ένα διάστημα, ναι. Και ίσως να επανέλθουν; Ίσως κάποτε, γιατί η ιστορία κάνει κύκλο. Μπορεί να επανέλθουν κάτω από άλλες βάσεις, ίσως.

– Τι το ξεχωριστό έχει το επάγγελμά σας, που το έχετε πει κι εσείς η ίδια, ότι θα θέλατε να φύγετε από αυτή τη ζωή πάνω στο σανίδι;

Μπορεί να φαίνεται πάρα πολύ τρελό και παράδοξο, αλλά την ώρα που παίζουμε, ζούμε. Μου λένε «τι κάνεις τέσσερις ώρες στο θέατρο, γιατί έρχεσαι τόσο νωρίς;». Συγκεντρώνομαι. Εγώ τώρα που θα φύγουμε, έχω άλλες τρεις ώρες για την παράσταση και θα πουν «γιατί δεν έκλεισες ραντεβού στις 17:00;». Θα μπορούσαμε να κλείσουμε ραντεβού αλλού και να έρθω εγώ τελευταία στιγμή. Κλείσαμε αυτή την ώρα, εδώ, γιατί εδώ είναι το σπίτι μου. Όταν θα βγω να παίξω, περνάω καλά και αφού περνάω καλά, γιατί να μην με βρει ο θάνατος τότε;

– Ό,τι πράττουμε σε προσωπικό ή συλλογικό επίπεδο είναι μάταιο ή αντηχεί στην αιωνιότητα;

Στην καθημερινότητα το μόνο που αφήνω παρακαταθήκη είναι η αγάπη που έχω δώσει σε όποιους μπόρεσα να δώσω.

– Ως ηθοποιός;

Ξέρετε κάτι, επειδή η δουλειά του ηθοποιού είναι εφήμερη. Αν δεν ακούσει κανείς τον ηθοποιό πάνω στη σκηνή, αν δεν τον δει. Είναι για την ώρα εκείνη, γιατί και η έκφραση ακόμα αλλάζει με τα χρόνια. Δεν έχω καμία ματαιοδοξία ως προς το τι θα ήθελα να θυμούνται οι άνθρωποι. Νομίζω ότι θα ήθελα να θυμούνται μόνο το χνάρι που έχω αφήσει στην ψυχή τους, να έχει μείνει ανεξίτηλο. Αυτό. Η μεγαλύτερη ευγνωμοσύνη που νιώθω είναι αυτό που -το ακούω πολλές φορές στην περιοδεία- όταν κάποιος σε βλέπει πιο σπάνια στο χειροκρότημα λέει «σ’ αγαπάμε». Αυτό με κάνει να νιώθω ευγνώμων. Λέω, «κάτι κατάφερα». Κατάφερα να οι ψυχές μας να έχουν μια επικοινωνία. Είμαι ευγνώμων για τη δουλειά που διάλεξα και για τον τρόπο που κατάφερα να με αγαπήσει ο κόσμος , έχουμε μια σταθερή αγάπη. Δεν αλλάζει πια, γιατί έχει κρατήσει πολλά χρόνια αυτή η κολόνια.

– Αλήθεια είναι αυτό. Ποια είναι η διαφορά ενός καταξιωμένου ηθοποιού με κάποιον που παλεύει να γίνει καταξιωμένος ηθοποιός; Είναι τα χρήματα μόνο, είναι ότι μπορεί να αρνηθεί ένα ρόλο γιατί έχει την πολυτέλεια να το κάνει;

Δεν υπάρχει διαφορά. Ένας που προσπαθεί να γίνει καταξιωμένος ηθοποιός, μπορεί να μην το έχει καταφέρει λόγω των ατυχιών ή των λάθος επιλογών. Υπάρχουν τόσοι λόγοι που μπορεί να μην καταφέρεις να κάνεις αυτό που έχεις φανταστεί. Μπορεί να μην το καταφέρεις γιατί δεν έχεις αρκετές δυνάμεις για να το κάνεις. Ένα δεν πιστεύω. Δεν πιστεύω στα παραγνωρισμένα ταλέντα. Δηλαδή, ακόμη και αν είσαι γεννημένος με ηθοποιούς γονείς που να είναι πασίγνωστοι, εάν δεν το έχει η κούτρα σου να κατεβάζεις ψείρες, δεν θα κάνεις κάτι.

Να σε εμποδίζουν τα κυκλώματα; Κανένα κυκλώματα δεν με εμπόδισε ποτέ. Ούτε άσχημος άνθρωπος ήμουν, ούτε κακός, τίποτα. Και αποτυχίες είχα και επιτυχίες είχα. Ίσα ίσα όταν έβλεπαν κάτι καλό, με τράβαγαν επάνω να μου δώσουν και το δεύτερο. Οπότε, μπορεί να καθυστερήσει λίγο η επιτυχία αν είσαι λίγο πιο άτυχος. Αλλά αν έχεις δύναμη μέσα σου, να έχεις φως, Να το παλεύεις, να είσαι διαβαστερός, μελετηρός, να είσαι άνθρωπος της δουλειάς και να μην καταφέρεις κάτι, είναι πολύ σπάνιο.

– Έστω και καθυστερημένα θα δικαιωθείς…

Δεν υπάρχει περίπτωση να μην δικαιωθείς. Και ένας πολύ καλός ηθοποιός -δεν είναι ανάγκη να είναι όλοι πρωταγωνιστές- ο οποίος έχει πάντα δουλειά, μπορεί είναι ένας ηθοποιός που είναι για δεύτερους ρόλους, αλλά βασικούς και σημαντικούς ρόλους. Αυτοί οι άνθρωποι είναι καταξιωμένοι σε όλη τους τη ζωή και μπορούν να δουλεύουν μέχρι τα 100 τους χρόνια. Και αυτό είναι σημάδι δουλειάς. Εγώ δεν είχα απαιτήσεις πολλές. Διάλεγα ρόλους, δεν είχα απαιτήσεις οικονομικές πολλές, ρόλους διάλεγα. Γι’ αυτό σας λέω, παίζει ρόλο και η επιλογή.

– Για πείτε μου έναν λόγο για να απορρίψετε ένα ρόλο.

Αν βγάζοντας το ρόλο αυτό από το σύνολο, το σύνολο μπορεί να παίξει χωρίς αυτό το ρόλο. Δηλαδή, αν έχω μία σκηνή και χωρίς αυτή η σκηνή δεν χαλάει τίποτα. Δεν με νοιάζει, θα πάω να το κάνω. Γιατί χωρίς αυτή η σκηνή δεν γίνεται τίποτα.

– Πράγματι είναι πιο δύσκολο να διατηρηθεί κάποιος στην κορυφή από το να φτάσει εκεί; Εσείς πώς το έχετε βιώσει;

Για μένα η επιτυχία είναι η διάρκεια. Η διάρκεια δεν αμφισβητείται. Μπορεί να είσαι ένας διάττων αστέρας ή ένα βεγγαλικό. Το θέμα είναι, μπορεί αυτό το βεγγαλικό να φέγγει πάντα;

– Ναι, αλλά δεν συγχωρούν πιο εύκολα το λάθος σε έναν επιτυχημένο ηθποιό, σε αντίθεση με έναν νέο;

Βέβαια, θα συγχωρέσουν πιο εύκολα. Όμως και οι νέοι που θα κάνουν τα λάθη, στη συνέχεια, εφόσον διαρκέσουν, το λάθος του θα παραγραφεί με την επόμενη επιτυχία. Εγώ κι αν έχω κάνει λάθη. Αλίμονο. Σιγά μην δεν έχω κάνει λάθη και αποτυχίες! Αλλά ήμουν απτόητη, είπα «πώς την πάτησα έτσι; πάμε στο επόμενο».

– Πώς θα ήταν ο κόσμος χωρίς τέχνη, κάθε μορφής;

Η τέχνη είναι η ψίχα της ζωής. Η τέχνη είναι η παρηγοριά της ζωής. Η τέχνη μάς κάνει να αντέχουμε περισσότερο, να ελπίζουμε περισσότερο. Να λάμπουμε περισσότερο. Η τέχνη είναι η νεράιδα με το μαγικό ραβδί που σου κάνει τη ζωή ελκυστική και πιο ουσιαστική. Σου δίνει μια τεράστια αγκαλιά στη ψυχή σου για να αντέξεις όλα τα υπόλοιπα.

– Άρα οι καλλιτέχνες είναι απαραίτητοι;

Για εμένα, οι καλλιτέχνες είναι άτομα που λατρεύω. Είναι ευάλωτοι, έχουν πολύ πόνο μέσα τους, είναι σαν μωρά παιδιά. Λατρεύω την ψυχή του καλλιτέχνη, υποκλίνομαι σε αυτή. Και χρωστάω μεγάλη ευγνωμοσύνη στη φύση, στον Θεό που μπόρεσα να είμαι στην τέχνη του θεάτρου.

– Νιώθετε ότι όσο περνάνε τα χρόνια απουσιάζουν μεγάλες προσωπικότητες από αρκετούς χώρους του δημοσίου βίου;

Ναι, θα υπάρξουν απουσίες. Πάντα γίνεται μια παύση κάποια στιγμή. Γιατί τώρα βρισκόμαστε σε μια εξομοίωση – δηλαδή θέλουμε όλοι να είναι ίσοι με όλους. Κάποια στιγμή ένας ηγέτης πάει τον κόσμο μπροστά, πάντα. Δεν πάνε όλοι μαζί, κάποιος θα τους πάει, έτσι δεν είναι; Θα γεννηθούν οι ηγέτες. Δεν πάει ο κόσμος μπροστά από μόνος του, δεν τρέχουν όλοι μαζί. Κάποιος τους κάνει να τρέχουν, κάποιος τους δίνει το φως, έτσι δεν είναι;

– Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του ηγέτη, κατά τη γνώμη σας;

Νομίζω ότι είναι κάποιο κάλεσμα από τη φύση. Ο ηγέτης έχει κάποια προσόντα που δεν είναι εύκολο να τα χαρακτηρίσεις, γιατί μπορεί να είσαι ηγέτης, να μην έχεις μόρφωση, αλλά να έχεις μεγάλη καρδιά, όπως ήταν οι αγωνιστές του 1821 και να ηγηθείς. Στη συνέχεια, όμως, το θέμα δεν είναι μόνο να ξέρεις να ηγηθείς. Το θέμα είναι πώς μετά χαλιναγωγείς αυτήν την ηγεσία και δεν σε πηγαίνει στο αντίστροφο – στην έπαρση ή οπουδήποτε. Γι’ αυτό και η πολιτική είναι πάρα πολύ δύσκολη ιστορία. Δηλαδή, το να ηγηθείς ενός κόσμου ταλαιπωρημένου που πιστεύει σε εσένα.

– Έχετε απορρίψει κάθε πρόταση για ενασχόληση με την πολιτική. Παρόλα αυτά, πιστεύετε πως θα είχατε πράγματα να δώσετε;

Όχι. Τα δίνω εδώ, με αυτόν τον τρόπο. Δεν έχω άλλον τρόπο να τα δώσω. Η τέχνη είναι ο μόνος δίαυλος επικοινωνίας με τον οποίο μπορώ να τα δώσω. Αν είχα επιλέξει την πολιτική θα πήγαινα στην πολιτική. Δεν έχω τρόπο. Υπάρχουν άνθρωποι που θα βρεθούν, πολιτικοί -δεν έχουν βρεθεί ακόμα- που θα μπορέσουν να το πάνε μπροστά και θα ξέρουν πως να το πάνε μπροστά. Γιατί το κάλεσμα που έχουν μέσα τους είναι να ηγηθούν ενός λαού και ξέρουν και τον τρόπο. Οπότε, υπάρχουν σε αυτή την κατεύθυνση, απλώς δεν βγαίνουν κάθε μέρα δέκα. Εγώ νομίζω θα υπάρξουν, σίγουρα θα υπάρξουν.

– Θα πει κάποιος «κυρία Δανδουλάκη, εδώ επηρεάζετε λιγότερους, ενώ στην πολιτική θα μπορούσατε να επηρεάζετε περισσότερους».

Επηρεάζω αυτούς που θέλω, με τον τρόπο που θέλω. Τον άλλον τρόπο δεν τον ξέρω για να τους επηρεάσω. Γιατί ένας πολιτικός που ξέρει να επηρεάζει, ξέρει τον τρόπο. Εγώ δεν τον ξέρω αυτόν τον τρόπο.

– Αν η ευφυΐα ταυτιζόταν με την αξιοπρέπεια, θα ήταν καλύτερος ο κόσμος μας;

Ω, ναι. Και αν η ευφυΐα ταυτιζόταν και με την καλοσύνη, αν η ευφυΐα ταυτιζόταν και με όλες τις καλές ιδιότητες που υπάρχουν, και τι δεν θα μπορούσε να κάνει. Δυστυχώς ή ευτυχώς υπάρχουν και ευφυείς άνθρωποι που δεν είχαν κανένα από τα καλά χαρακτηριστικά, αλλά ήταν ευφυείς και έδωσαν πράγματα στον κόσμο. Αλλά, θα σας πω αν θα προτιμούσα έναν ευφυή άνθρωπο από έναν καλό άνθρωπο…

– Δίλημμα…

Τον καλό. Θα προτιμούσα τον καλό. Όχι τον ευφυή. Γιατί ξέρω πού μπορεί να σε πάει η ευφυΐα. Η καλοσύνη σε πάει σε άλλα μονοπάτια, πολύ πιο πλατιά.

– Ο κόσμος προόδευσε λόγω της ευφυΐας ή λόγω της καλοσύνης;

Και λόγω της ευφυΐας έχει καταστραφεί ο κόσμος. Λόγω της καλοσύνης δεν καταστράφηκε κανένας.

– Θέλω να μείνουμε λίγο παραπάνω στην πολιτική και να το συνδέσουμε με μια άποψη που είχατε πει, ότι «το κοινό πάντα ξέρει, είναι σοφό».

Αμέσως το καταλαβαίνει.

– Αυτό το είπατε σε επίπεδο θεατρικό.

Ναι, θεατρικό.

– Σε επίπεδο κοινωνικό πολιτικό; Το κοινό είναι οι ψηφοφόροι. Η πλειοψηφία όταν βγάζει τον εκάστοτε πρωθυπουργό έχει δίκιο;

Αυτό φαίνεται. Ότι του αξίζει ο πρωθυπουργός που έβγαλε. Αν βγάλει κακό πρωθυπουργό, του αξίζει ο κακός πρωθυπουργός. Τους αξίζουν, αυτοί τους ψήφισαν, δεν τους ψήφισαν με το ζόρι. Δεν πηγαίνει κανείς επάνω από την ψήφο να τους κοπανήσει και να τους πει «θα επιλέξεις αυτό». Ήξεραν πολύ καλά τι έκαναν. Μπράβο, μια χαρά! Δεν τους αξίζει; Μια χαρά τους αξίζει. Ό,τι έχουμε, μια χαρά μάς αξίζει. Το ψηφίσαμε με τα χεράκια μας και με την νοημοσύνη μας. Τόση έχουμε, με τόση ψηφίζουμε. Αυτό.

– Κυρία Δανδουλάκη, η Δημοκρατία είναι καλό πολίτευμα επειδή δεν έχει εφευρεθεί κάποιο καλύτερό;

Η Δημοκρατία για να υπάρξει σαν πολίτευμα θέλει ίσης πνευματικότητας ανθρώπους, υπάρχει αυτό στον κόσμο;

– Όχι.

Ε, λοιπόν, πώς θα υπάρξει η Δημοκρατία; Άρα την παλεύουμε, την παλεύουμε, την έχουμε τόσο όσο. Έχουμε μικρές δόσεις της Δημοκρατίας.

– Πείτε μου μια στιγμή που καθόρισε τη ζωή σας. Μια σημαντική στιγμή που ήσασταν άλλη και γίνατε κάποια άλλη ή σας άνοιξε μια πόρτα – μια πραγματικά σημαντική στιγμή.

Η στιγμή που καθόρισε τη ζωή μου δεν μπορώ να σας πω ήταν οι γονείς μου, γιατί ήταν δεδομένοι. Ήταν η στιγμή που είδα τον Μάριο στην Γραμματική Σχολή σαν δάσκαλό μου – εκεί τον πρωτοείδα. Στιγμή που καθόρισε όλη μου τη ζωή. Μια άλλη στιγμή, επίσης, που καθόρισε τη ζωή μου, αρνητικά αυτή τη φορά και κλήθηκα να κάνω μια καινούργια αρχή, να ξαναμάθω να ζω, ήταν όταν έφυγε εκείνος. Ήταν οι δύο χαρακτηριστικές στιγμές που άλλαξα βάθος στη ζωή μου και είπα τώρα πρέπει να ξαναρχίσω να ζω με ένα άλλο αλφάβητο. Τα κατάφερα. Το πρώτο ήταν μεγάλη ευφορία και το δεύτερο ήταν πολύ μεγάλη βύθιση σε πόνο. Σε απελπισία, σε κατάθλιψη και μετά μια καινούργια αρχή που έμαθα ότι, ναι, η ζωή αξίζει να τη ζήσουμε και μετά και δίνοντας αγάπη και με άλλους τρόπους.

– Μπορούμε να χαρακτηρίσουμε τη ζωή ως μια μεγάλη παράσταση;

Ναι, είναι μια παράσταση. Εγώ πάντα θα ήθελα να είναι μια παράσταση με happy end. Δεν είναι τυχαίο ότι βλέπουμε και ξαναβλέπουμε τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο που ήταν μικρά παραμύθια. Μετά πήγαιναν όλοι μαζί στην ακροθαλασσιά…

– Πάντα συνέβαινε αυτό.

Έτσι. Η «μελωδία της ευτυχίας» ας πούμε, τα παραμύθια, η πριγκίπισσα Σίσι, η Σταχτοπούτα, γιατί τα ξαναβλέπουμε; Γιατί είναι παραμύθια. Γιατί μετά τον «σκοτώσαμε» τον κακό τον δράκο και τώρα όλοι μαζί θα πάμε και θα είμαστε στην ακροθαλασσιά – αυτό που έλεγαν στις ταινίες. Για εμένα, λοιπόν, η ζωή αξίζει τον κόπο όταν τη ζεις με τα πάνω της, με τα κάτω της, με τις γκρίνιες, με τις χαρές και έχεις και ένα υπέροχο happy end. Μ’ αρέσουν οι παιδικές ιστορίες, μ’ αρέσουν τα παραμύθια, μ’ αρέσει η Σταχτοπούτα.

– Τι σημαίνει happy end;

Να φύγουμε γεμάτοι από αγάπη, αυτό, τίποτα άλλο. Αν δεν έχουμε νιώσει αγάπη…

– Ο άνθρωπος αν ήταν αθάνατος, θα ήταν ευτυχία ή δυστυχία;

Καλή ερώτηση, δεν το έχω σκεφτεί. Νομίζω ότι πολλοί άγγελοι θέλουν να ζήσουν τη ζωή τη δική μας και κάνουν ούρα για να ζήσουν τα πάθη και τα μίση. Εκεί υπάρχει μια άλλη ζωή που δεν την ξέρουμε. Ίσως την φανταζόμαστε διαφορετικά, προβληματικά. Αλλά νομίζω ότι είναι υπέροχη η ζωή μας έτσι πως τη ζούμε.

– Σε προηγούμενη ερώτηση, μου είπατε «σε μια άλλη ζωή»…

Πιστεύω σε μια άλλη ζωή, ναι. Μου είναι δύσκολο να σκεφτώ ότι όλη αυτή η χημεία που έχουμε μέσα μας και όλα αυτά τα μαγνητικά κύματα που είμαστε, γιατί είμαστε μαγνήτες, ότι ήρθαν χωρίς λόγο, ότι εμφανίστηκαν και έφυγαν χωρίς λόγο. Όχι. Νομίζω ότι είμαστε ενέργειες. Και από τη στιγμή που είμαστε ενέργεια -το πιστεύω απόλυτα αυτό- μπορούμε να ζήσουμε και ως άλλη ενέργεια τελειοποιώντας μια ψυχή μέχρι να μάθουμε να αγαπάμε κανονικά.

– Αν είχατε ζήσει μια άλλη ζωή χωρίς να το ξέρετε, ποια εποχή θα θέλατε να ζήσετε στο παρελθόν;

Τον 19ο αιώνια.

– Στην Ελλάδα;

Την Ελλάδα την αγαπάω πάρα πολύ. Ο μόνος λόγος που θα σκεφτόμουν ποτέ να είχα γεννηθεί σε άλλη χώρα, θα ήταν γιατί η Ελλάδα δεν έχει μνήμη. Κάνεις το καλό ξεχνιέται, κάνεις το κακό ξεχνιέται. Και δεν βοηθάει, αλλά έχει ορίζοντα. Ενώ η Αμερική, αυτή η χώρα που έγινε από συνονθύλευμα κόσμο που βρέθηκε εκεί, έχει το American Dream που υπάρχει. Και θα ήθελα να είμαι σε μια χώρα που να ξέρω ότι αυτό που πιστεύω – είτε πλένω πιάτα, είτε είμαι καλός τεχνίτης, είτε είμαι καλός μάστορας, είτε είμαι καλός ζαχαροπλάστης, θα πετύχω. Και αυτό, το βρίσκεις εκεί. Γιατί υπάρχουν χιλιάδες παραδείγματα. Εδώ στην Ελλάδα, δυστυχώς, βλέπεις ότι φεύγουν οι άνθρωποι οι δικοί μας, οι νέοι, τα παιδιά, οι επιστήμονες. Και φεύγουν από εδώ γιατί δεν βρίσκουν δουλειά, δεν μπορούν να κάνουν κάτι και στο εξωτερικό γίνονται πρώτοι, παντού. Παντού! Γιατί; Γιατί μπαίνουν σε έναν άλλον ορίζοντα, μεγάλο. Αν πας στην Αμερική, τελείωσε, όσοι έχουν πάει στην Αμερική έχουν καθαρίσει. Μεγάλοι επιστήμονες, δικοί μας. Αυτό είναι που θα έλεγα ως παράπονο. Αλλιώς, τη λατρεύω την Ελλάδα, είναι υπέροχη χώρα. Έχει υπέροχο πολιτισμό, έχουμε έναν πλούσιο, αλλά δύσκολο χαρακτήρα, ο ένας τρώει τον άλλον…

– Διαχρονικά όμως συμβαίνει αυτό.

Διαχρονικά. Μονίμως δηλητηρίαζαν ο ένας τον άλλον. Σκοτώνονταν μεταξύ τους.

– Το φιλότιμο υπάρχει;

Υπάρχει ακόμα, εν μέρει. Μειώνεται. Όπως το βλέπω, φθίνει και αυτό. Είμαστε σε μια εποχή μιας ψιλοκατάντιας.

– Ποιες είναι οι ευθύνες της Παιδείας σε αυτό που κουβεντιάζουμε, σε μια κοινωνία η οποία ενδεχομένως να βρίσκεται στην κατιούσα;

Η Παιδεία παίζει τεράστιο ρόλο. Ανατριχιάζω όταν ακούω ότι τα παιδιά είναι υποχρεωμένα να μαθαίνουν απ’ έξω, να κάνουν αποστήθιση την ιστορία. Την ιστορία, την γεωγραφία απ’ έξω. Η τέλεια αποβλάκωση.

– Κι εμείς δεν μεγαλώσαμε έτσι;

Παπαγαλία, αυτό που κοροϊδεύαμε. Καταρχήν, πρέπει να φτάσουμε σε σημείο να μην χρειαζόμαστε τα φροντιστήρια, γιατί πρέπει να τα χρειαζόμαστε, δεν κατάλαβα; Γιατί τα παιδιά στο εξωτερικό δεν έχουν φροντιστήρια, αλλά περνάνε στα πανεπιστήμια, τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου; Το δικό μας πανεπιστήμιο δεν είναι καλό; Καταπληκτικό. Γιατί τα χρειαζόμαστε τα φροντιστήρια; Παιδεία. Ξεκινάμε από την Παιδεία, λοιπόν, για να μπορέσουμε να έχουμε και τα υπόλοιπα. Όταν σου λείπει η Παιδεία δεν μπορείς να έχεις τίποτα.

– Ποια είναι η άποψή σας για την πολιτική ορθότητα;

Το politically correct μάς έχει φάει. Έχουμε φτάσει στην άλλη άκρη. Δεν τολμάμε να πούμε κάτι, γιατί όλα πρέπει να είναι politically correct. Για εμένα όλα πρέπει να είναι ηθικά correct. Ας μην ψάξουμε άλλο τρόπο. Ηθικά είσαι correct; Ωραία. Τελειώσαμε. Το politically αρχίζει πραγματικά να με ενοχλεί πάρα πολύ. Γιατί αυτό είναι politically correct, τι θα πει αυτό; Δεν το κατανοώ. Ό,τι μου λέει το ήθος μέσα μου. Είμαι ανήθικος; Δεν θα γίνω ποτέ politically correct, με κανένα τρόπο, δεν θα σημαίνει τίποτα. Οι μειονότητες είναι που πάνε τον κόσμο μπροστά. Από τις μειονότητες ξεπηδάνε τα μεγάλα πνεύματα.

– Ναι αλλά και το politically correct οι μειονότητες το έφεραν στο προσκήνιο…

Ναι, αλλά το πήγαν στην άλλη άκρη. Μέσα από τις μειονότητες όμως, τις άλλες μειονότητες που είναι του «τύπου».

– Του φαίνεσθαι;

Ναι, του φαίνεσθαι. Και υπάρχει και η μειονότητα του ισχυρού πνεύματος. Του μεγάλου μυαλού και του ανθρώπου που έχει να δώσει στον κόσμο. Άλλο το ένα, άλλο το άλλο. Μην τα μπλέξουμε και όλα. Έχω καταλάβει ότι υπάρχει μεγάλη ισοπέδωση. Δεν μπορεί να μην υπάρχει αριστεία. Υπάρχει ο άριστος και υπάρχει και αυτός που δεν μπορεί – τόσο όσο.

– Αν πει κάποιος ότι «εγώ είμαι υπέρ της αριστείας» το πιο πιθανό είναι να πέσουν να τον φάνε.

Τι με νοιάζει; Εγώ ήμουν υπέρ της αριστείας, ήθελα να είμαι πρώτη σε όλα. Ήθελα να είμαι πρώτη στα μαθήματα και μου έλεγε η μαμά μου «ε, δεν μπορείς να είσαι πρώτη σε όλα!».«Όχι, μπορώ», της απαντούσα και επέμενε «σΔεν μπορείς» και τελικά είχε δίκιο. Δεν μπορώ. Μόνο ένα πράγμα ξέρω να κάνω καλά, δεν ξέρω τα άλλα.

– Για ποιος λόγους μπορεί να έχει μπει στο στόχαστρο η αριστεία;

Γιατί μας αρέσει να έχουμε ανθρώπους που να μην λειτουργεί πολύ το πνεύμα τους για να μπορούν να καθοδηγούνται. Δεν ξέρω, δεν μπορώ να πω κάτι άλλο. Να έχουμε ανθρώπους που δεν έχουν γνώμη. Εγώ είναι αδύνατο να ζήσω κάπου που να μην έχω γνώμη να πω. Δεν μπορεί, δεν υπάρχει περίπτωση να μην το πω. Άρα, ανήκω και σε ορισμένα πλαίσια όπου μπορώ να μιλάω.

– Η τέχνη θέτει ερωτήματα. Πρέπει να δίνει και τις απαντήσεις ή ο ρόλος τελειώνει και στον πρώτο στάδιο;

Ε άσε και τον κόσμο να ψάξει με το λιγάκι και με το μυαλό του. Αν δεν μπορεί να το βρει, τότε δεν θα το βρει ποτέ του, δεν αξίζει τον κόπο. Εκτός αν κάνεις κάτι δυσνόητο και δεν καταλαβαίνει ο κόσμος τι βλέπει – αυτό για εμένα είναι απαράδεκτο. Δηλαδή, εγώ αν πάω κάπου και δεν καταλαβαίνω τι βλέπω, δεν μπορώ να το χαρώ. Είμαι πολύ απλοϊκός θεατής. Θέλω να καταλαβαίνω. Δεν κατάλαβα; Άρα βαριέμαι πάρα πολύ, τελειώσαμε. Τόσο απλά.

– Το να σοκάρεις, για παράδειγμα, σε ένα θεατρικό ή στον κινηματογράφο, είναι εύκολη λύση;

Αυτό που τώρα λέγεται σοκαριστικό, εμένα μου φαίνεται αποτρόπαιο. Και πολύ κουραστικό και πολύ ντεμοντέ. Σοκαριστικό είναι πια ό,τι ακραίο και ό,τι είναι αντιαισθητικό. Με απωθεί βαθιά. Το βρίσκω πολύ ντεμοντέ και πολύ κενό. Με σοκάρει πάρα πολύ, μπορεί να σοκαριστώ πάρα πολύ, από ένα τραγικό συμβάν της φύσης. Αλλά να σοκαριστώ από τάχα μου -πάνω στη σκηνή- κινήσεις, γύμνιες, μου φαίνεται τόσο ντεμοντέ, τόσο ψεύτικο, τόσο τίποτα. Αρνούμαι και να το σχολιάσω.

– Θέλω να μου πείτε ένα – δύο μαθήματα που σας έχει δώσει η πορεία σας στη ζωή μέχρι σήμερα.

Νομίζω ότι δεν θα είχα καταφέρει τίποτα αν δεν είχα από φύση μου, τον χαρακτήρα μου δηλαδή, και μετά όταν συνειδητοποίησα την αξία αυτού που θα πω, αν δεν είχα τεράστια υπομονή και επιμονή για να μπορώ να ανήκω σε ένα σύνολο, όπως έκανα στην τηλεόραση και την ίδια στιγμή να ηγούμαι του συνόλου. Το μάθημα που πήρα ήταν τεράστιο, γιατί ουδέποτε ήμουν παραφωνία όταν ανήκα κάπου, ήμουν ο τελευταίος τροχός της αμάξης, άλλος αποφάσιζε. Ήξερα να σέβομαι τους κανόνες και όταν ηγούμουν δεν ήμουν ποτέ δικτάτορας. Ήξερα να αγκαλιάζω τον καθένα με πολλή υπομονή, δεν διέλυσα ποτέ δουλειά παρά μόνο με ηρεμία, απέφευγα κρίσεις βάζοντας τον εαυτό μου τελευταίο και δίνοντας χώρο στο να μην σταματήσει η δουλειά. Αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο. Η διαχείριση της εξουσίας είναι πάρα πολύ δύσκολη υπόθεση. Θέλει ταπεινότητα για να τη κάνεις σωστά, δεν θέλει έπαρση. Η έπαρση οδηγεί στη δικτατορία. Το ότι ήξερα να ανήκω στο σύνολο είναι ακριβώς επειδή είχα μάθει να είμαι τόσο ελεύθερη μέσα μου που ήξερα ότι υπάρχουν και κανόνες, οπότε έλεγα ότι εκεί που δεν με σπέρνουν, δεν μιλάω. Ήμουν ο τελευταίος τροχός της αμάξης και το σεβόμουν και είμαι και ευγνώμων. Αυτό που σου λέω, το λέω από την καρδιά μου.