Όταν έκανε πρεμιέρα τον Ιανουάριο του 2018 στο Channel 4, μεταμορφώθηκε απροσδόκητα σε μια ανεπανάληπτη επιτυχία για το βρετανικό κανάλι.

Τα δικαιώματα της σειράς εξασφάλισε το Netflix τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, μετατρέποντάς τη σε παγκόσμιο φαινόμενο.

Η σειρά αποδείχτηκε τόσο ακαταμάχητη που Netflix και Channel 4 διασταύρωσαν τελικά τα ξίφη τους για τα μάτια της, αναγκάζοντας τη streaming υπηρεσία να αφαιρέσει τον δεύτερο κύκλο από την αγγλική και ιρλανδική πλατφόρμα της.

Κανείς δεν φαινόταν διατεθειμένος να θέλει να χάσει το φοβερό και τρομερό Derry Girls, μια από αυτές τις σειρές-κόσμημα που πρέπει να ψάξεις πολύ για να τη βρεις. Ή να ακούσεις κοινό και κριτικούς.

Τα Κορίτσια του Ντέρι σημείωσαν σκορ 100% στο Rotten Tomatoes για τον πρώτο τους κύκλο και 97% για τον δεύτερο. Οι New York Times την περιλαμβάνουν στη λίστα με τις 50 καλύτερες σειρές του Netflix, όπως κάνουν και τα περισσότερα μέσα με στήλες τηλεοπτικής κριτικής.

Ειδικοί και απλός κόσμος λάτρεψαν το μαύρο χιούμορ της, αλλά και όσα περιγράφονται στο φόντο. Και φόντο είναι εδώ οι ταραχές καθολικών και προτεσταντών στην πάντα ταραγμένη Βόρεια Ιρλανδία…

Πώς γεννήθηκε το Derry Girls

Μεγαλώνοντας στη Βόρεια Ιρλανδία κατά τη δεκαετία του 1990, η Λίζα ΜακΓκι ήξερε πως ήθελε να γίνει συγγραφέας. Είχε ορκιστεί ωστόσο να μη γράψει ποτέ και τίποτα για τις Ταραχές, την πολιτικοκοινωνικές συγκρούσεις που σημάδεψαν τη Βόρεια Ιρλανδία για 3 ολόκληρες δεκαετίες (1960-1990).

Οι ανηλεείς και καθόλου θρησκευτικές μάχες μεταξύ καθολικών και προτεσταντών μεταμόρφωσαν τόσο τη Βόρεια Ιρλανδία όσο και το ίδιο το Ντέρι σε πεδίο μάχης. Εκεί έλαβε εξάλλου χώρα και η τραγική Bloody Sunday τον Ιανουάριο του 1972, όταν οι βρετανοί στρατιώτες άνοιξαν πυρ σκοτώνοντας 14 ανθρώπους και τραυματίζοντας δεκάδες.

Η ΜακΓκι μεγάλωσε μέσα στο πολωμένο κλίμα της πατρίδας της, με τους προτεστάντες να θέλουν τη Βόρεια Ιρλανδία να παραμείνει στο άρμα του Ηνωμένου Βασιλείου και τους καθολικούς να ονειρεύονται απόσχιση από το Στέμμα.

Παρά το γεγονός ότι δεν είχε σκοπό να γράψει ποτέ για τις Ταραχές που σημάδεψαν τα παιδικά της χρόνια, παρατήρησε μεγαλώνοντας πως όλες οι αναπαραστάσεις της εποχής ήταν πάντα «τόσο γκρίζες και αρρενωπές» και, το χειρότερο από όλα, «χωρίς χιούμορ».

«Έμοιαζαν τόσο βαρετές σε εμένα», δήλωσε σχετικά πρόσφατα στο Vulture από το σπίτι της στο Λονδίνο, «δεν θα παρακολουθούσα ποτέ τίποτα από αυτά από επιλογή».

Κι έτσι άρχισε να φλερτάρει με την ιδέα να περιγράψει τι ακριβώς γινόταν στο δοκιμαζόμενο Ντέρι, χωρίς ωστόσο να έχει τις συγκρούσεις σε πρώτο πλάνο. «Τότε άρχισα να καταλαβαίνω πόσο παράξενο ήταν να μεγαλώνεις σε αυτή την εποχή. Κατάλαβα ότι υπήρχε πολύ πλούσιο υλικό».

Η ΜακΓκι έχει και μια ενδιαφέρουσα ιστορία να διηγηθεί, που έπαιξε κι αυτή τον ρόλο της στη διαμόρφωση του υλικού της σειράς. Ήταν το 1995 όταν η 15χρονη ΜακΓκι έγραψε μια επιστολή στη συνομήλική της Τσέλσι Κλίντον, καθώς ο πατέρας της ετοιμαζόταν να επισκεφτεί το Ντέρι.

Ήταν η πρώτη φορά που εν ενεργεία πρόεδρος των ΗΠΑ θα πατούσε το πόδι του στην πόλη κατά την περίοδο των ταραχών της Βόρειας Ιρλανδίας και η ΜακΓκι είπε να καλωσορίσει τον Μπιλ Κλίντον γράφοντας στην κόρη του.

Η ιστορικής σημασίας επίσκεψη του Κλίντον άφησε το δικό της στίγμα στο Ντέρι, για τη ΜακΓκι ήταν όμως αφορμή για μια απροσδόκητη φιλία με την κόρη του αμερικανού προέδρου.

Έτσι ακριβώς είναι και η σειρά της, επιστρατεύει τα ταραγμένα γεγονότα για να μιλήσει για τα άλλα, τα μικρά και προσωπικά. Που διαπλέκονται ωστόσο απαρέγκλιτα με τη συλλογική Ιστορία.

Όσο για το ενσταντανέ με την επίσκεψη του Κλίντον, δεν θα μπορούσε φυσικά να το αφήσει έξω από τη σειρά της (το βλέπουμε σε όλη του τη μεγαλοπρέπεια στο έκτο επεισόδιο του δεύτερου κύκλου).

Τα Κορίτσια του Ντέρι

Με τις δύο κεντρικές κοινότητες της πόλης, τους προτεστάντες και τους καθολικούς, να βρίσκονται σε μακροχρόνια πολιτική διαμάχη, η οποία οδήγησε πολλές φορές σε αιματηρές συγκρούσεις, η ΜακΓκι σκάρωσε μια ανατρεπτική σειρά γεμάτη σάτιρα και χιούμορ.

Αποδεικνύοντας στην πράξη πως δεν υπάρχει τίποτα που να μην μπορείς να το δεις από την αστεία του πλευρά. Πρόκειται για κωμωδία καταστάσεων, με ένα τσούρμο κοριτσιών που φοιτούν σε ένα καθολικό γυμνάσιο κατά το τέλος των Ταραχών του Ντέρι.

Έφηβες καθώς είναι, έχουν προφανώς άλλα βάσανα στο κεφάλι τους από τις συγκρούσεις που δονούν την πόλη. Για τις συμμαθήτριες Έριν, Κλερ, Μισέλ και Όρλα, ακόμα πιο τρομακτικό και από τη βόμβα που έχει τοποθετηθεί κοντά στο σχολείο τους, είναι η πρώτη μέρα της χρονιάς.

Έτσι χειρίζεται το υλικό της η Λίζα ΜακΓκι, αποφεύγει το μελόδραμα και τους εύκολους συναισθηματισμούς για να μας δώσει κάτι να γελάσουμε. Ενώ κανονικά θα έπρεπε να κλαίμε.

Δεν πρόκειται για άλλο ένα σχολικό teen drama ή ακόμα μία σειρά ενηλικίωσης, αλλά για μια αληθινή, αστεία και νοσταλγική ματιά πάνω στην περιπετειώδη εποχή των συρράξεων της Βόρειας Ιρλανδίας.

Η ΜακΓκι δεν γράφει με βάση τη φαντασία της, αλλά με το βίωμά της που ξεχειλίζει. Τα αυτοβιογραφικά στοιχεία είναι διάχυτα στα επεισόδια, πραγματικές καταγραφές μιας περιόδου μίσους και ολέθρου. Καταγραφές ωστόσο που θα παραμείνουν εκεί πίσω, στο βάθος.

Η ΜακΓκι μεγάλωσε και έγινε θεατρική συγγραφέας, γι’ αυτό και χειρίζεται με τόση άνεση τις σχέσεις των χαρακτήρων. Ξεκαρδιστική είναι η σειρά της, με αμείωτη ενέργεια και καταιγιστικούς ρυθμούς, τόσο στην πρόζα όσο και τη δράση.

Πιο πολύ την απασχολούν οι εφηβικές περιπέτειες παρά οι βομβιστικές επιθέσεις και οι οδομαχίες. Μόνο που οι επιθέσεις και οι οδομαχίες υπάρχουν και επηρεάζουν τις ζωές των τεσσάρων καθολικών κοριτσιών και του άγγλου φίλου τους.

Η ΜακΓκι κατάφερε να φτιάξει ένα πραγματικό αντίδοτο για όλες τις μουντές και ζοφερές περιγραφές της δύσκολης αυτής περιόδου για τη Βόρεια Ιρλανδία.

Δεν λείπει η μόνιμη απειλή του τρομοκρατικού χτυπήματος, ούτε ο ΙΡΑ λείπει, ούτε και η αντίπαλη Εθελοντική Δύναμη του Όλστερ. Μόνο που όλα αυτά κάθονται στο πίσω κάθισμα, αφήνοντας στο βολάν τα τυπικά εφηβικά προβλήματα, όπως τη μάχη για αναγνωρισιμότητα, τους έρωτες και το… αερόμπικ.

Είναι γεγονός ότι χρειάζεσαι λίγο χρόνο για να προσαρμοστείς στο χιούμορ της σειράς, αλλά και να μάθεις να γελάς όταν όλα γύρω σε καλούν να κλάψεις.

Καθαρτικά λειτουργεί εδώ το γεγονός ότι πάνω από τις μισές τηλεοράσεις της Βόρειας Ιρλανδίας συντονίζονταν ανελλιπώς στο Κανάλι 4 για να απολαύσουν τα Κορίτσια του Ντέρι. Αν γελούν οι ίδιοι με τις αιματοβαμμένες περιπέτειές τους, τότε όλοι μπορούν να το κάνουν χωρίς τύψεις λες.

Τι θα δεις

Μια απολαυστική σειρά που προβάλλει μέσα από τα μάτια των παιδιών τις ταραχές της δεκαετίας του 1990. Και σαν καλειδοσκόπιο λες η ματιά τους, φέρνει την αισιοδοξία και το χιούμορ ακόμα και εκεί που μπορεί να μην έπρεπε.

Τη 16χρονη Έριν (Σίρσα-Μόνικα Τζάκσον) παρακολουθούμε, γέννημα θρέμμα του Ντέρι. Ή αλλιώς Λοντοντέρι, «ανάλογα με τη θρησκεία σου», όπως λέει χαρακτηριστικά. Η Έριν φοιτά σε καθολικό σχολείο θηλέων με τις κολλητές της φίλες, Κλερ (Νίκολα Κόφλαν) και Μισέλ (Τζέιμι-Λι Ο’Ντόνελ), αλλά και την κωμικοτραγικά παράξενη ξαδέρφη της, Όρλα (Λουίζα Χάρλαντ).

Στην παρέα θα μπει τελικά και ο ξάδερφος της Μισέλ, Τζέιμς, το πρώτο και μοναδικό αγόρι του σχολείου. Δεν φοιτά στο αρρένων της πόλης γιατί φοβούνται για την ασφάλειά του, μιας και «δυστυχώς είναι Άγγλος».

Η πεντάδα θα έρθει αντιμέτωπη με όλα τα φυσιολογικά πράγματα που απασχολούν τα νιάτα, τα οποία παρουσιάζονται πάντα από την κωμική τους σκοπιά. Ακόμα και άμα μιλάμε για βομβιστικές επιθέσεις.

Πρόκειται για μια ξεκαρδιστική εισαγωγή στον κόσμο των εφήβων των ’90s, αν και εδώ το προσωπικά ασήμαντο μπλέκεται με το συλλογικά σημαντικό. Μόνο το χιούμορ θα μας σώσει, φωνάζει η σειρά στα 12 επεισόδια των 20 λεπτών (6 επεισόδια ο κύκλος).

Τα Κορίτσια του Ντέρι έχουν πάρει το πράσινο φως και για τρίτο κύκλο και η ΜακΓκι τον γράφει πυρετωδώς.

Γιατί να τη δεις

Οι δύο σεζόν του Derry Girls (2018 και 2019) αγαπήθηκαν τόσο στη Βόρεια Ιρλανδία που μονοπώλησαν το Facebook. Αν δεν ήταν το Brexit, ο Τραμπ και το Game of Thrones, μόνο γι’ αυτό θα έγραφαν οι χρήστες.

Πολλοί μάλιστα από αυτούς κατέθεσαν τις δικές τους αναμνήσεις από την εποχή και δεν είναι να απορείς για την αλήθεια της μαρτυρίας της ΜακΓκι. Έφηβα καθολικά κοριτσόπουλα από το Ντέρι σταμάτησαν να πηγαίνουν για χορό και κατέβαιναν στον δρόμο να δουν τις ταραχές, μας λένε.

Παρά το γεγονός ότι απαγορεύονταν αυστηρά να κάνουν παρέα με προτεστάντες, αυτό συνέβαινε διαρκώς. «Τρέχαμε πλάι στους προτεστάντες όλη την ώρα, δεν ήταν τίποτα για μας», γράφει η Mary από το Ντέρι στο Facebook, που πήγαινε μάλιστα σχολείο στο Thornhill College, το καθολικό σχολείο θηλέων που λειτούργησε ως έμπνευση για τη ΜακΓκι.

Η Mary εξομολογήθηκε ότι βλέποντας τη σειρά, θυμήθηκε τα μικράτα της. Πώς η ζωή του εφήβου επιστρέφει δηλαδή στην κανονικότητα ακόμα και μέσα στα πεδία της μάχης ενός ακήρυχτου πολέμου.

«Τα παιδιά συνήθιζαν να χρησιμοποιούν τις βομβιστικές απειλές ως δικαιολογία για να χάνουν σχολείο. Αν ήσουν αρκετά γενναίος και του λόγου σου, ή αν δεν είχες μελετήσει τα μαθήματά σου, μπορούσες να ρισκάρεις και να καλέσεις εσύ για βόμβα», λέει η Mary.

Τα μεγάλα γεγονότα επηρέαζαν φυσικά τις ζωές τους, αλλά όταν είσαι νέος τα παίρνεις πάντα πιο χαλαρά όλα αυτά. Στο τελευταίο επεισόδιο του πρώτου κύκλου, βλέπουμε ένα μοντάζ με τα κορίτσια να κάνουν τη γυμναστική τους και τους γονείς τους να παρακολουθούν στην τηλεόραση την τελευταία βομβιστική επίθεση.

Για τη Rose από το Μπέλφαστ, η σκηνή χτύπησε ευαίσθητες χορδές. Είναι κάτι που είχε ζήσει και εκείνη. «Ως έφηβη, δεν συνειδητοποιείς ακριβώς τι συμβαίνει. Δεν είναι 100% αληθινό για σένα».

Πλέον ζει στο Λονδίνο και λέει πως «σε όλους στη Βόρεια Ιρλανδία άρεσε η πρώτη σεζόν των Κοριτσιών του Ντέρι, αλλά ο κόσμος στην Αγγλία τη θεώρησε παράξενη. Αλλά τα πράγματα που θεωρούν σουρεαλιστικά στην Αγγλία, δεν ήταν καθόλου σουρεαλιστικά στη Βόρεια Ιρλανδία».

Και μιλώντας για σουρεαλισμό στην καθημερινότητα, θυμάται ακόμα τη θεία της πόσο στενοχωρημένη ήταν μια μέρα που μια βόμβα τής στέρησε το σολάριουμ!

Και οι δύο αγάπησαν τη σειρά, δεν της συγχωρούν ωστόσο το απρεπές χιούμορ.

Αλλόκοτη σειρά είναι σίγουρα το Derry Girls, μια τουλάχιστον ιδιαίτερη ιστορία ενηλικίωσης για μια παρέα κοριτσιών που περνούν την εφηβεία τους σε ένα σχολείο μιας δοκιμαζόμενης περιοχής.

Και όσο κι αν έξω συμβαίνουν τέρατα, αυτές δεν παύουν να είναι έφηβες και θέλουν να πάνε στη συναυλία των Take That!