Πριν από λίγες ημέρες ο βορειοκορεάτης ηγέτης Kim Jong-un εξελέγη με απόλυτη πλειοψηφία στις βουλευτικές εκλογές της χώρας του. Ήταν ο μοναδικός υποψήφιος και απέσπασε το 100% των ψήφων σε μία εκλογική περιφέρεια, στην οποία προσήλθε το 100% των εγγεγραμμένων.

Ωστόσο, δεν είναι ο μοναδικός ηγέτης, που έχει κερδίσει σε… εκλογές με συντριπτική πλειοψηφία, γράφει η Tanvi Misra στο BBC.

Ο πρώην πρόεδρος του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν, είχε επίσης κερδίσει το 100% των ψήφων σε ένα δημοψήφισμα του 2002, που θα έκρινε αν θα παρέμενε στο προεδρικό αξίωμα.

Ο πρώην ανώτατος ηγέτης Kim Jong-il το 2009 είχε αποσπάσει το 99,9% των ψήφων, ο Ραούλ Κάστρο στις κουβανικές εκλογές του 2008 κέρδισε το 99,4% των ψηφοφόρων, ενώ ο πρόεδρος της Συρίας Μπασάρ αλ Άσαντ το 2007 είχε εξασφαλίσει το 97,6% των ψήφων στο προεδρικό δημοψήφισμα.

Ο Saparmurat Niyazov στο Τουρκμενιστάν το 1992 και το κόμμα United Russian Party της Τσετσενίας το 2011 είχαν λάβει το 99,% των ψήφων στις αντίστοιχες εκλογικές αναμετρήσεις.

Ο Kurbanguly Berdymukhamedov, επίσης από το Τουρκμεντιστάν, το 2012 κατάφερε να προσελκύσει το 97% των ψήφων, ενώ οκτώ χρόνια νωρίτερα, ο Mikheil Saakashvili από τη Γεωργία είχε αποσπάσει πάνω από το 96% των ψήφων, όταν ο προκάτοχός του ανατράπηκε σε μια αναίμακτη επανάσταση, προσθέτει η αρθρογράφος.

«Στα απολυταρχικά καθεστώτα, οι εκλογές είναι κάτι σαν διαγωνισμοί δημοτικότητας» λέει ο αντιπρόεδρος του Διεθνούς Ιδρύματος για τα Εκλογικά Συστήματα (International Foundation for Electoral Systems), Michael Svetlik. «Οι εκλογές είναι στημένες και οι άνθρωποι ψηφίζουν, επειδή φοβούνται τις τιμωρίες».

Ορισμένοι ηγέτες, όπως ο Kim Jong-un, δεν έχουν καν αντιπάλους. «Σε άλλες περιπτώσεις όμως, τοποθετούνται συμβολικοί ή εικονικοί υποψήφιοι μιας αντιπολίτευσης» σχολιάζει ο ίδιος και συνεχίζει: «Οι δυνάστες γνωρίζουν ότι για να ‘παίξουν αυτό το παιχνίδι’ πρέπει να έχουν ανταγωνισμό. Έτσι δημιουργούν οι ίδιοι τους ανταγωνιστές τους».

Κάποιες φορές η αντιπολίτευση είναι αυθεντική, όμως δεν έχει τις πηγές και τα μέσα για να παλέψει, ή μπορεί να αποφασίζει να μποϊκοτάρει τη διαδικασία, αναφέρει από την πλευρά του ο πολιτικός επιστήμονας Thomas Lundberg από το πανεπιστήμιο της Γλασκόβης.

Οποιαδήποτε εκλογική νίκη με ποσοστό μεγαλύτερο των δύο τρίτων του συνόλου των ψηφοφόρων, θα πρέπει να προκαλεί υποψίες, γιατί είναι κάτι ασυνήθιστο στις ελεύθερες και δίκαιες, δημοκρατικές εκλογικές διαδικασίες.

Μετά από μια «δημοκρατική επανάσταση» οι ψηφοφόροι συρρέουν για να στηρίξουν το αντι-κατεστημένο, είπε ακόμη ο Svetlik, εξηγώντας το 70% που κέρδισε η Μουσουλμανική Αδελφότητα το 2012 στις εκλογές της Αιγύπτου.

Οποιοσδήποτε αριθμός ανάμεσα στο 60-80%, μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να αποτελεί σημάδι έλλειψης δημοκρατικής εμπειρίας -μιας ανοργάνωτης αντιπολίτευσης και μιας εμβρυϊκή προώθηση των μέσων ενημέρωσης σε αυτούς που έχουν την εξουσία.

Βέβαια, υπάρχουν και οι ακραίες τιμές, καταλήγει το δημοσίευμα, κάνοντας αναφορά στις γαλλικές προεδρικές εκλογές του 2002, όπου ο Ζακ Σιράκ απέσπασε το 82%, καθώς οι ψηφοφόροι ένωσαν τις δυνάμεις τους απέναντι στον ηγέτη του Εθνικού Μετώπου Ζαν-Μαρί Λε Πεν.