Τόσο ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ όσο και ο αντιπρόεδρος Μάικ Πενς, κατά δήλωση του τελευταίου, «δεν είναι ευχαριστημένοι» με το σύνθημα «στείλ’ την πίσω» που ακούστηκε σε προεκλογική ομιλία του Τραμπ την προηγούμενη εβδομάδα και αφορούσε τη βουλευτή των Δημοκρατικών Ιλάν Ομάρ, μία από τις τέσσερις που έχουν μπει το τελευταίο διάστημα στο στόχαστρο του Τραμπ.

Ωστόσο, ο Πενς δεν καταδίκασε ενδεχόμενες προσπάθειες επανάληψης του ίδιου συνθήματος, λέγοντας: «Εάν ξανασυμβεί, ο Τραμπ ίσως κάνει μία προσπάθεια να μιλήσει κατά του συνθήματος αυτού. Ο πρόεδρος δεν ήταν ευχαριστημένος με αυτό. Ούτε κι εγώ» δήλωσε ο Πενς σε συνέντευξη που παρουσιάστηκε χθες στην εκπομπή του CBS «Face the Nation». «Ο πρόεδρος ήταν ξεκάθαρος γι’ αυτό, αλλά ένα άλλο ζήτημα που δεν μας ευχαριστεί είναι το γεγονός ότι υπάρχουν τέσσερα μέλη του Κογκρέσου που εμπλέκονται στα πιο εξοργιστικά σχόλια» πρόσθεσε, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, επικαλούμενο το Politico.

Ο ίδιος δέχθηκε αρκετές φορές ερωτήσεις για το αν «θα ήθελε να επαναληφθούν τα συνθήματα» και απάντησε: «Ο πρόεδρος ήταν ξεκάθαρος και δεν ήταν ευχαριστημένος με αυτό που συνέβη. Κι αν αυτό ξανασυμβεί είναι ενδεχόμενο ότι θα κάνει μία προσπάθεια να μιλήσει γι’ αυτό».

Οι υποστηρικτές του προέδρου Τραμπ σε μία προεκλογική του ομιλία που έγινε την περασμένη Τετάρτη στην Βόρεια Καρολίνα φώναζαν «στείλ’ την πίσω» αφού ο ίδιος είχε μιλήσει επιθετικά για αρκετά λεπτά κατά της Δημοκρατικής Ιλάν Ομάρ, η οποία είναι μέλος στην Βουλή των Αντιπροσώπων και μετανάστευσε στις ΗΠΑ όταν ήταν παιδί από την Σομαλία.

Όταν το πλήθος φώναζε το σύνθημα, ο πρόεδρος Τραμπ δεν μίλησε για 13 δευτερόλεπτα, ενώ αργότερα αποκήρυξε την συμπεριφορά αυτή, λέγοντας ότι ο ίδιος «άρχισε να μιλάει πολύ γρήγορα» ώστε το πλήθος να σταματήσει.

Στην διάρκεια της συνέντευξης του στο CBS, ο Πενς διαβεβαίωσε ότι «εκατομμύρια Αμερικανών αισθάνονται στον εκνευρισμό του προέδρου, αναφορικά με εν ενεργεία μέλη του Κογκρέσου που εμπλέκονται σε μία απερίσκεπτη ρητορική, είτε πρόκειται για αντί σημιτική ρητορική είτε αναφέρεται στους πράκτορες προστασίας των συνόρων και στην ύπαρξη στρατοπέδων συγκέντρωσης. Ο πρόεδρος σκέφτηκε ότι ήταν σημαντικό να τους συμπαρασταθεί».