Το Πανεπιστήμιο του Σάλτσμπουργκ, ανακάλεσε σήμερα τον τίτλο του «επίτιμου διδάκτορα» που το ίδιο είχε απονείμει το 1983, στον παγκόσμια γνωστό βιολόγο ανθρώπινης συμπεριφοράς που είχε τιμηθεί και με το Βραβείο Νόμπελ, Κόνραντ Λόρεντς (7.11.1903 – 27.2.1989), εξαιτίας της ανοικτής υποστήριξης του στη ναζιστική ιδεολογία και της διάδοσης της από μέρους του, μέσα από την έρευνα και τη διδασκαλία του.

Όπως επισημαίνεται στη σχετική έρευνα του Πανεπιστημίου, στην οποία βασίστηκε η σημερινή απόφασή του, ο Κόνραντ Λόρεντς, ήδη το 1938, σε επιστολή του και αίτησή του για εγγραφή ως μέλος (που συντελέστηκε τον Ιούνιο του 1938) προς το ναζιστικό κόμμα του Αδόλφου Χίτλερ (Εθνικό Σοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα), τόνιζε πως υπήρξε πάντα από πεποίθηση εθνικοσοσιαλιστής.

Πρόσθετε ακόμη, πως πολύ πριν την «αλλαγή» (σ.σ. την προσάρτηση της Αυστρίας στη ναζιστική Γερμανία το Μάρτιο του 1938), ο ίδιος είχε πετύχει να αποδείξει σε Σοσιαλιστές φοιτητές τη «βιολογική αδυναμία του Μαρξισμού» και να τους προσηλυτίσει στον Εθνικοσοσιαλισμό.

Σύμφωνα με την έρευνα του Πανεπιστημίου, ο Κόνραντ Λόρεντς προσπάθησε να διαδώσει τα σημαντικότερα στοιχεία της ρατσιστικής ναζιστικής ιδεολογίας, κάτι το οποίο αποσιωπήθηκε το 1983 όταν αποφασίστηκε να του απονεμηθεί το επίτιμο διδακτορικό του Πανεπιστημίου. Με τη σημερινή απόφασή του το Πανεπιστήμιο τον κρίνει ανάξιο της τιμητικής διάκρισης που του αφαιρείται πλέον επίσημα με αιτιολόγηση και όχι μόνον με σιωπηρή διαγραφή του από τον κατάλογο των επίτιμων διδακτόρων.

Το Πανεπιστήμιο του Σάλτσμπουργκ, ως πρώτο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα στην Αυστρία, με περυσινή απόφαση της Συγκλήτου του, είχε ανακοινώσει την πρόθεσή του να ελέγξει αν υπάρχουν «προβληματικές περιπτώσεις» από τα συνολικά 88 πρόσωπα που έχουν ανακηρυχτεί στην ιστορία του «επίτιμοι διδάκτορες» και στα οποία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ο αρχιμουσικός Χέρμπερτ φον Κάραγιαν, ο ζωγράφος Οσκαρ Κοκόσκα και ο συγγραφέας Πέτερ Χάντκε.

Η σημερινή αφαίρεση του τίτλου από τον Κόνραντς Λόρεντς είναι η δεύτερη σε αυτό το πλαίσιο, καθώς πέρυσι τον Οκτώβριο είχε ανακαλέσει την απονομή του επίτιμου διδακτορικού που είχε γίνει το 1973 στον ιδρυτή του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Σάλτσμπουργκ «Οίκος Φυσικής» , Πάουλ Τρατς, τρία χρόνια πριν από το θάνατό του.

Σύμφωνα με το πόρισμα ανάλογης έρευνας του Πανεπιστημίου, ο Πάουλ Τρατς είχε διατελέσει στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αξιωματικός των γερμανοναζιστικών ταγμάτων εφόδου «Ες Ες» και συμμετείχε στη Βαρσοβία και στη Σοβιετική Ενωση σε καταλήστευση έργων τέχνης, αρκετά από τα οποία βρέθηκαν κατόπιν στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας.

Επιπλέον, ο ίδιος είχε δημοσιεύσει άρθρα στο καθοδηγητικό όργανο των «Ες Ες», στα οποία κατήγγειλε την «παρενόχληση από το βάρος ξένης ράτσας» και υποστήριζε την εξόντωση παράλυτων ατόμων και τερατογενέσεων, ενώ του είχε απονεμηθεί από τον διαβόητο αρχηγό των «Ες Ες» Χάινριχ Χίμλερ, το «δακτυλίδι της νεκροκεφαλής των Ες Ες», μια ανώτατη διάκριση τους.

Η οργάνωση του κόμματος των Πράσινων στο Σάλτσμπουργκ έχει ζητήσει από το Δήμο της πόλης να ανακαλέσει την ανακήρυξη του Πάουλ Τρατς στο παρελθόν σε επίτιμο δημότη, ακολουθώντας το περυσινό παράδειγμα του Πανεπιστημίου.

Κανονικά η ανακήρυξη στην Αυστρία σε επίτιμο δημότη ακυρώνεται αυτόματα με το θάνατο του τιμώμενου, ωστόσο μερικές πόλεις έχουν αφαιρέσει επιπλέον και τυπικά τη διάκριση, όπως συνέβη για παράδειγμα πριν από τέσσερα χρόνια, όταν η πόλη Κλάγκενφουρτ αφαίρεσε τον τίτλο του επίτιμου δημότη από τον μεγαλύτερο εγκληματία στην ιστορία της ανθρωπότητας, τον Αδόλφο Χίτλερ.