Λίγες ώρες πριν ξεκινήσει τη χερσαία επιχείρηση εναντίον της πόλης της Γάζας την Τρίτη, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου προετοίμασε τη χώρα του για ένα μέλλον αυξανόμενης οικονομικής απομόνωσης, προτρέποντάς τη να γίνει μια «σούπερ Σπάρτη» της Μέσης Ανατολής. Το μέλλον που ο πρωθυπουργός σκιαγράφησε για το Ισραήλ, μιας πιο στρατιωτικοποιημένης κοινωνίας, με μερική αυτάρκεια –ή οικονομικά αυτάρκη χώρα–, με περιορισμένες εμπορικές επιλογές και αυξανόμενη εξάρτηση από την εγχώρια παραγωγή, προκάλεσε αντιδράσεις μεταξύ των Ισραηλινών, οι οποίοι είναι όλο και πιο ανήσυχοι για την προοπτική να τον ακολουθήσουν στον δρόμο προς ένα κράτος παρία, γράφει σε ανάλυσή του για τον βρετανικό Guardian ο Τζούλιαν Μπόργκερ από την Ιερουσαλήμ.
Όπως επισημαίνει στη συνέχεια το δημοσίευμα, την Τρίτη, το Ισραήλ έκανε μερικά ακόμα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Καθώς τα άρματα μάχης του προχωρούσαν στους δρόμους προς το κέντρο της πόλης της Γάζας, μια επιτροπή έρευνας του ΟΗΕ δημοσίευσε μια λεπτομερή και καταδικαστική έκθεση, η οποία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Ισραήλ διαπράττει γενοκτονία στη Γάζα.
Την ίδια ημέρα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάστηκε να συζητήσει την πιθανή αναστολή μέρους της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Ισραήλ και ΕΕ, ενώ ο κατάλογος των χωρών που δεσμεύτηκαν να αναγνωρίσουν την Παλαιστίνη συνέχισε να μεγαλώνει – όπως και ο αριθμός των κρατών που απείλησαν να μποϊκοτάρουν τον διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision αν συμμετείχε το Ισραήλ.
«Δεν θέλω να είμαι η Σπάρτη»
Εντωμεταξύ, οι μετοχές στο χρηματιστήριο του Τελ Αβίβ σημείωσαν άμεση πτώση μετά την ομιλία του Νετανιάχου για τη σούπερ Σπάρτη, και το σέκελ έπεσε έναντι του δολαρίου.
«Πόσο ρομαντικό είναι να φαντασιώνεσαι τους ηρωικούς και ασκητικούς Σπαρτιάτες, μερικοί εκατοντάδες από τους οποίους πολέμησαν με επιτυχία έναν ισχυρό περσικό στρατό. Το πρόβλημα είναι ότι η Σπάρτη καταστράφηκε», έγραψε ο βετεράνος αρθρογράφος Μπεν Κάσπιτ στην κεντροδεξιά εφημερίδα Maariv. «Έχασε και εξαφανίστηκε».
«Δεν θέλω να είμαι η Σπάρτη», δήλωσε ο Άρνον Μπαρ-Νταβίντ, επικεφαλής της μεγαλύτερης συνδικαλιστικής ομοσπονδίας της χώρας, Histadrut, σε συνάντηση του συνδικάτου την Τρίτη. «Αξίζουμε την ειρήνη. Η ισραηλινή κοινωνία είναι εξαντλημένη και η θέση μας στον κόσμο είναι πολύ κακή».
Καθώς ξεκίνησε η χερσαία επίθεση, μια ομάδα 80 διακεκριμένων Ισραηλινών οικονομολόγων υπολόγισε την αυτοκαταστροφή της χώρας σε δισεκατομμύρια σέκελ. Προειδοποίησαν ότι η προσπάθεια κατάκτησης και καταστροφής ολόκληρης της Γάζας είναι «απειλή για την ασφάλεια και την οικονομική ανθεκτικότητα του κράτους του Ισραήλ και θα μπορούσε να το απομακρύνει από την ομάδα των ανεπτυγμένων χωρών».

Στην ομιλία του τη Δευτέρα, ο Νετανιάχου κατηγόρησε τους ξένους για την αυξανόμενη απομόνωση του Ισραήλ, την οποία χαρακτήρισε ως «πολιορκία που οργανώνεται από λίγες χώρες». «Η μία είναι η Κίνα και η άλλη είναι το Κατάρ. Και οργανώνουν μια επίθεση εναντίον του Ισραήλ, της νομιμότητάς του, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης του δυτικού κόσμου και των ΗΠΑ», είπε. Στη Δύση, όπως πρόσθεσε, η απειλή ήταν διαφορετική, αλλά εξίσου επιζήμια.
«Η Δυτική Ευρώπη έχει μεγάλες ισλαμικές μειονότητες. Είναι φωνακλάδες. Πολλοί από αυτούς έχουν πολιτικά κίνητρα. Συμμερίζονται τις απόψεις της Χαμάς, συμπαθούν το Ιράν», δήλωσε ο Νετανιάχου.
«Ασκούν πίεση στις κυβερνήσεις της Δυτικής Ευρώπης, πολλές από τις οποίες είναι φιλικά διακείμενες προς το Ισραήλ, αλλά βλέπουν ότι στην πραγματικότητα υπερισχύουν οι εκστρατείες βίαιων διαδηλώσεων και συνεχούς εκφοβισμού», πρόσθεσε.
Οι παρατηρήσεις του φαινόταν να στρέφονται προς το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία και το Βέλγιο, τα οποία αναμένεται να αναγνωρίσουν την Παλαιστίνη στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ αργότερα αυτόν τον μήνα και έχουν γίνει όλο και πιο επικριτικά απέναντι στο Ισραήλ για τον πόλεμο στη Γάζα.
Όσον αφορά τους εγχώριους επικριτές του, αναφέρει η ανάλυση του Guardian, η έντονη ρητορική του Νετανιάχου δεν ήταν παρά μια χαρακτηριστική άρνηση να αναλάβει την ευθύνη για τις συνέπειες των ενεργειών της κυβέρνησής του.
Ένας σχολιαστής, ο Σεβέρ Πλόκερ, γράφοντας στην εφημερίδα Yedioth Ahronoth και χρησιμοποιώντας μια βιβλική αναφορά, είπε ότι οι πολιτικές του Νετανιάχου «οδηγούν πραγματικά το Ισραήλ κατευθείαν στην τραγική κατάσταση ενός “λαού που θα ζει μόνος”, αποκομμένος από τον ανεπτυγμένο δυτικό κόσμο, μιας χώρας που οι άλλες χώρες δεν θέλουν να πλησιάσουν, να επισκεφθούν, να φιλοξενήσουν ή, πολύ περισσότερο, να κάνουν εμπόριο μαζί της».
Παρά τις κριτικές που έχει δεχτεί ο Νετανιάχου τα τελευταία δύο χρόνια του πολέμου, κατάφερε να παραμείνει στην εξουσία, ξεπερνώντας τις προσδοκίες. Η υποστήριξη από την Ουάσινγκτον –διστακτική από τον Τζο Μπάιντεν και πιο ξεκάθαρη από τον Ντόναλντ Τραμπ– τον βοήθησε να παραμείνει στη θέση του. Η επίθεση εναντίον της πόλης της Γάζας ακολούθησε το πράσινο φως που έδωσε προσωπικά ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, τη Δευτέρα, όταν δεσμεύτηκε για «απόλυτη» υποστήριξη στην εξάλειψη της Χαμάς.
Οι εταίροι του Νετανιάχου στην ακροδεξιά χαιρετίζουν τη νοοτροπία πολιορκίας που ο πρωθυπουργός προσπαθεί να ενσταλάξει, καθώς αποτρέπει την προοπτική συμβιβασμού και ξένης επιρροής που θα εμπόδιζε την πορεία προς ένα μεγαλύτερο Ισραήλ χτισμένο πάνω στα ερείπια των παλαιστινιακών εδαφών.
Ο Αμιχάι Ατάλι, δεξιός σχολιαστής και δημοσιογράφος, υποστήριξε την Τρίτη ότι ήρθε η ώρα οι Ισραηλινοί να συνειδητοποιήσουν ότι βρίσκονται σε έναν θρησκευτικό πόλεμο μέχρι θανάτου, στον οποίο οι οικονομικές δυσκολίες είναι ένα μικρό τίμημα που πρέπει να πληρώσουν.
«Ναι, αυτό θα διαρκέσει περισσότερο από ό,τι έχουμε συνηθίσει να πολεμάμε. Ναι, αυτό θα είναι πιο εξαντλητικό και θα επιβαρύνει σε μεγάλο βαθμό τους εθνικούς και κοινωνικούς μας πόρους», υποστήριξε ο Ατάλι στην εφημερίδα Yedioth Ahronoth. Ωστόσο, πρόσθεσε: «Δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να πάρουμε τα σπαθιά στα χέρια μας».