Μην έχετε αμφιβολία: η πραγματική μάχη στον πόλεμο της Ουκρανίας αυτή τη στιγμή δεν διεξάγεται στους ουρανούς πάνω από το Κίεβο ή το Ντνίπρο, όπου τα ρωσικά χτυπήματα με drones έχουν ενταθεί θεαματικά τις τελευταίες ημέρες.

Σύμφωνα με την ανάλυση του CNN, ούτε η αργή και εξουθενωτική πρόοδος του ρωσικού στρατού στα σκληρά μέτωπα της ανατολικής Ουκρανίας είναι αυτή που θα καθορίσει την έκβαση της σύγκρουσης, η οποία διανύει πλέον το τρίτο της έτος.

Όχι, η καθοριστική μάχη που δίνουν οι εμπόλεμες πλευρές και οι σύμμαχοί τους είναι «για το αυτί του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος φαίνεται να εμφανίζεται ολοένα και πιο απογοητευμένος από τις προσπάθειες για την επίτευξη ειρήνης».

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η τηλεφωνική του επικοινωνία με τον ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν, που αναμένεται να πραγματοποιηθεί αργότερα σήμερα, ενδέχεται να αποδειχθεί καθοριστικής σημασίας.

Η Μόσχα και το Κίεβο προσπαθούν να αποδείξουν ότι ο άλλος είναι το πραγματικό εμπόδιο στην ειρήνη, με στόχο να επηρεάσουν την ασταθή άποψη του Τραμπ υπέρ της δικής τους πλευράς, έστω και προσωρινά.

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δηλώνουν ότι θα συνομιλήσουν επίσης με τον Τραμπ πριν από την κλήση του με τον Πούτιν, εκφράζοντας την ανησυχία ότι η άποψη του Αμερικανού προέδρου για τη σύγκρουση μπορεί να διαμορφωθεί από το ποιος θα του μιλήσει τελευταίος.

Μόλις τον περασμένο μήνα, μετά από συνομιλία με τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, στην κηδεία του πάπα Φραγκίσκου, ο Τραμπ έκανε μερικές από τις πιο επικριτικές του δηλώσεις κατά του Πούτιν, καταδικάζοντας τον Ρώσο ηγέτη για την εκτόξευση πυραύλων στο Κίεβο και προσθέτοντας ότι δεν μπορούσε να πει με βεβαιότητα αν ο Πούτιν είναι σοβαρός σχετικά με τον τερματισμό του πολέμου.

Όσο διαρκέσει η επικοινωνία της Δευτέρας, ο Πούτιν ο οποίος έχει αρνηθεί να αποδεχτεί την 30ήμερη εκεχειρία που απαιτεί ο Τραμπ και έχει συμφωνήσει η Ουκρανία, θα έχει την προσοχή του προέδρου των ΗΠΑ μόνο για τον εαυτό του. Μπορεί να τη γεμίσει με όποιες επιχειρηματικές προτάσεις, κολακείες ή «δηλητήριο» κρίνει ότι θα αποδώσουν καλύτερα.

Ο Τραμπ και ο Πούτιν φαίνεται ήδη να συμμερίζονται την ακλόνητη πεποίθηση ότι μόνο οι ίδιοι διαθέτουν την εξουσία και τις ικανότητες να δώσουν τέλος στον πόλεμο της Ουκρανίας, ενώ οι Ευρωπαίοι και οι ίδιοι οι Ουκρανοί θα κάνουν τελικά αυτό που θα τους πουν.

Οι απογοητευτικές συνομιλίες στην Κωνσταντινούπολη την περασμένη εβδομάδα, οι πρώτες άμεσες μεταξύ Ρώσων και Ουκρανών διαπραγματευτών εδώ και χρόνια, φαίνεται να ενίσχυσαν την αίσθηση του Τραμπ ότι αποτελεί κεντρικό πρόσωπο σε μια ενδεχόμενη συμφωνία. Αυτό τον ενθάρρυνε να επανέλθει στο προσκήνιο, καλώντας απευθείας τον Πούτιν να επανενταχθεί στις ειρηνευτικές προσπάθειες, από τις οποίες μόλις πρόσφατα είχε απειλήσει να αποχωρήσει.

Ο μεγάλος φόβος της Ουκρανίας είναι ότι οι δύο ηγέτες θα καταστρώσουν το δικό τους ειρηνευτικό σχέδιο τηλεφωνικά και ότι ο Τραμπ, ο οποίος λέει ότι θα καλέσει τον Ζελένσκι αμέσως μετά, θα επιδιώξει να επιβάλει τους όρους του Πούτιν, υπό την ανανεωμένη απειλή διακοπής της κρίσιμης στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας των ΗΠΑ.

Ο πρόεδρος Τραμπ έχει και εκείνος δυνατότητες πίεσης προς τη Ρωσία, αν επιλέξει να τις χρησιμοποιήσει. Με τις απώλειες να αυξάνονται και την οικονομία να πιέζεται, το Κρεμλίνο θέλει αναμφίβολα να αποφύγει να σπρώξει έναν εξοργισμένο και προσβεβλημένο Τραμπ προς την ενίσχυση ή και τον διπλασιασμό της αμερικανικής στήριξης στην Ουκρανία.

Όπως πάντα, το βασικό πρόβλημα παραμένει το εξής: ούτε η Ρωσία ούτε η Ουκρανία είναι πρόθυμες αυτή τη στιγμή να αποδεχτούν τους ελάχιστους όρους της άλλης πλευράς, ούτε να συμβιβαστούν σε βαθμό που να ικανοποιήσει τον αντίπαλο.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι συνομιλίες, είτε πρόσωπο με πρόσωπο είτε τηλεφωνικά, είναι άσκοπες. Αν μη τι άλλο, μπορούν να αναδείξουν το πόσο μακριά παραμένουν οι δύο πλευρές.

Ωστόσο, μπορεί να σημαίνει ότι, ακόμα και υπό την πίεση των ΗΠΑ, ακόμα και μετά από απευθείας επικοινωνία με τον πρόεδρο Τραμπ, τόσο η Μόσχα όσο και το Κίεβο ενδέχεται να επιλέξουν να συνεχίσουν να πολεμούν.