Ο Βρετανός επιστήμονας Σερ Ίαν Γουίλμουτ, η ομάδα του οποίου έγραψε ιστορία καθώς ήταν η πρώτη που κλωνοποίησε θηλαστικό, την προβατίνα Ντόλι, πέθανε σε ηλικία 79 ετών, ανακοίνωσε τη Δευτέρα (11/9) το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου όπου εργαζόταν.

Η Ντόλι ήταν το πρώτο θηλαστικό που κλωνοποιήθηκε με τη χρήση ενός ενήλικου κυττάρου, μια τεχνολογική επανάσταση στον τομέα της ιατρικής έρευνας. Ο Ίαν Γουίλμουτ ήταν ο επικεφαλής της ομάδας του Ινστιτούτου Ρόσλιν, στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, που κλωνοποίησε την Ντόλι το 1996.

Αυτή η επαναστατική έρευνα «μεταμόρφωσε την επιστημονική σκέψη της εποχής εκείνης» σημείωσε ο Πίτερ Μάθισον, ένα στέλεχος του Πανεπιστημίου, στην ανακοίνωση με την οποία το ίδρυμα αποτίνει φόρο τιμής στον Γουίλμουτ.

Ο Γουίλμουτ έπασχε από Πάρκινσον και από το 2018 είχε επικεντρωθεί στην έρευνα γύρω από αυτήν την εκφυλιστική διαταραχή του κεντρικού νευρικού συστήματος.

Με τη μέθοδο κλωνοποίησης που χρησιμοποιήθηκε στην Ντόλι κλωνοποιήθηκαν σκύλοι το 2005 στη Νότια Κορέα και πίθηκοι το 2018 στην Κίνα.

Ποιος ήταν ο Σερ Ίαν Γουίλμουτ

Ο Σερ Ίαν Γουίλμουτ γεννιέται στις 7 Ιουλίου 1944 στο Βαρβικσάιρ της Αγγλίας ως γιος ενός καθηγητή μαθηματικών. Φοίτησε μάλιστα στο σχολείο που δίδασκε ο πατέρας του, ο οποίος υπέφερε από διαβήτη και στο τέλος θα έχανε την όρασή του. Ο μικρός Ίαν ονειρευόταν να γίνει ναυτικός, έπασχε όμως από αχρωματοψία και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα σχέδιά του. Αργότερα ασχολήθηκε με τη Γεωπονική και μέσω αυτής ανέπτυξε μεγάλο ενδιαφέρουν για την αναπαραγωγή. Το 1966 πέρασε μερικές βδομάδες στο εργαστήριο ενός πιονέρου της βιολογίας που είχε καταφέρει να αναπτύξει την τεχνική της κρυοσυντήρησης το 1949.

Το 1973 κατάφερε να εμφυτεύσει με επιτυχία σε παρένθετη μητέρα αγελάδα ένα έμβρυο που ήταν προϊόν κρυοσυντήρησης. Το πρώτο μοσχαράκι που γεννήθηκε με αυτή τη διαδικασία, ο Φρόστι, έφερε τη σφραγίδα του.

Το 1973 ο Γουίλμουτ έγινε υπεύθυνος ενός κέντρου αναπαραγωγής ζώων που το 1993 θα ονομαζόταν Ινστιτούτο Ρόσλιν, μιας κρατικής ερευνητικής δομής στα νότια του Εδιμβούργου. Εκεί μελέτησε απερίσπαστος την ανάπτυξη των εμβρύων αλλά και τους λόγους της βρεφικής θνησιμότητας στα θηλαστικά.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 στράφηκε όμως στη γενετική μηχανική, όταν ο πρόδρομος του Ρόσλιν θέλησε να παράξει γενετικά τροποποιημένα πρόβατα που να αποδίδουν μεγάλες ποσότητες ανθρώπινων πρωτεϊνών κατάλληλες για θεραπευτικές χρήσεις. Παρά το γεγονός ότι δεν είχε μεγάλη εμπειρία στον κλάδο και μόνο ενθουσιασμένος δεν ήταν με τα νέα του καθήκοντα, οι γνώσεις του στην αναπτυξιακή βιολογία θα αποδεικνύονταν καθοριστικής σημασίας. Η Τρέισι, ένα πρόβατο που δημιουργήθηκε με το μαγικό του άγγιγμα, ήταν πράγματι προϊόν γενετικής τροποποίησης και απέδιδε τεράστιες ποσότητες γάλατος γεμάτο με μια ομάδα ενζύμων που χρησιμοποιήθηκαν για τη θεραπεία της κυστικής ίνωσης και του εμφυσήματος!

Με την κλωνοποίηση ασχολήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν έστρεψε το ενδιαφέρον του στα εμβρυικά βλαστοκύτταρα. Τον ενδιέφερε η μεταφορά του κυτταρικού πυρήνα, μια τεχνική που είχε αναπτυχθεί ήδη από το 1928 από έναν Γερμανό βιολόγο. Το 1989 ο Γουίλμουτ και ένας διδακτορικός φοιτητής στο Ρόσλιν απέδωσαν τέσσερις κλώνους προβάτου με βάση την τεχνική αυτή, σημειώνοντας έναν από τους πρώιμους άθλους της γενετικής. Και παραδεχόμενοι φυσικά πως ό,τι πέτυχαν, το πέτυχαν συμπτωματικά, καθώς δεν είχαν ιδέα τι ήταν αυτό που τους είχε βοηθήσει!

Το 1991 θα συνέβαινε κάτι μνημειώδες για την κλωνοποίηση, αν και κανείς δεν το γνώριζε ακόμα: ο Γουίλμουτ προσλαμβάνει στο Ινστιτούτο Ρόσλιν τον βιολόγο Κιθ Κάμπελ, η γνώση του πάνω στον κύκλο ζωής των κυττάρων θα αποδεικνυόταν το σημείο καμπής στην ανάπτυξη της τεχνικής της μεταφοράς πυρήνα. Η πρώτη επιτυχία του διδύμου ήρθε το 1995, όταν δύο κλωνοποιημένα πρόβατα ήρθαν στη ζωή, τα Μέγκαν και Μόραγκ, τα οποία προήλθαν ωστόσο από εμβρυικά κι όχι ενήλικα κύτταρα.

Τον χειμώνα του 1995-1996, ο Γουίλμουτ αναμείχθηκε όχι σε ένα, όχι σε δύο, αλλά σε τρία πρωτοποριακά πειράματα αναφορικά με την κλωνοποίηση. Το πρώτο απέδωσε τέσσερις κλώνους και το δεύτερο δύο, εμβαθύνοντας ακόμα περισσότερο τις γνώσεις τους περί γενετικής μηχανικής. Το τρίτο πείραμα έμελλε να είναι το καλύτερο. Ο Γουίλμουτ και η ομάδα του κατασκεύασαν στο εργαστήριο 277 έμβρυα που περιείχαν πυρήνες από ενήλικα κύτταρα, τα οποία εμφύτευσαν σε 13 παρένθετες μητέρες. Μία εκ των οποίων έμεινε τελικά έγκυος και γέννησε στις 5 Ιουλίου 1996 την Ντόλι.