Την 117η επέτειο από τη γέννηση της σπουδαίας Αμερικανίδας χορεύτριας και χορογράφου Μάρθα Γκράχαμ τιμά σήμερα η Google με το λογότυπό της να χορεύει. «Το κέντρο της σκηνής είναι όπου βρίσκομαι εγώ» είχε πει κάποτε η Γκράχαμ. Μπορεί να ακούγεται αλαζονικά αλλά η θέση του ακρογωνιαίου λίθου που κατέχει η καλλιτέχνις στην ιστορία του μοντέρνου χορού είναι αρκετή για να την επαναφέρει σε ρεαλιστικές διαστάσεις. Η τεχνική που διαμόρφωσε η Γκράχαμ αποτέλεσε το πρώτο υπολογίσιμο «αντίπαλο δέος» στο κλασικό μπαλέτο. Γεννήθηκε το 1896 σε μια μικρή πόλη έξω από το Πίτσμπουργκ της Πενσυλβανίας. Πρώτη της επιρροή υπήρξε ο πατέρας της, ψυχολόγος στο επάγγελμα, ο οποίος ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τη «γλώσσα» του ανθρώπινου σώματος. Η πρώτη παράσταση χορού που είδε η Μάρθα Γκράχαμ σε ηλικία 17 ετών ­ ένα ρεσιτάλ της πρωτοποριακής χορεύτριας της εποχής Ρουθ Σεντ Ντένις στο Λος Αντζελες ­ στάθηκε καθοριστική. Λίγα χρόνια αργότερα βρέθηκε να παρακολουθεί μαθήματα στη σχολή των «Ντένισον» (την οποία διατηρούσε η Ρουθ Σεντ Ντένις μαζί με τον σύζυγό της Τεντ Σον) και γρήγορα εξελίχθηκε σε μια από τις γνωστότερες χορεύτριες του συγκροτήματος. Το 1923 αναζήτησε την τύχη της στη Νέα Υόρκη και το 1929 ίδρυσε την δική της ομάδα. Άρχισε να διαμορφώνει ένα νέο σύστημα κίνησης με επίκεντρο την ανθρώπινη ψυχή. Ο,τι την ενδιέφερε ήταν να φωτίσει τα σκοτεινά κίνητρα και τις συγκρούσεις που καθορίζουν τις πράξεις των ανθρώπων. Με τα «Πρωτόγονα Μυστήρια» (1931) ­ το πρώτο της αριστούργημα που κέρδισε την προσοχή κοινού και κριτικών σε όλον τον κόσμο ­ η Μάρθα Γκράχαμ εστίασε στην ψυχολογική αξία των αρχέγονων ιεροτελεστιών, θέμα που την απασχόλησε και στο «Σκοτεινό Λιβάδι» (1946). Εχοντας υπογράψει έργα με ηρωίδες τη Μήδεια, την Ιοκάστη, την Αλκηστη, τη Φαίδρα και την Αριάδνη, η Μάρθα Γκράχαμ επέστρεψε στη μυθολογία με το αριστούργημά της: την «Κλυταιμνήστρα» (1958). Επρόκειτο για το πρώτο χορόδραμα σύγχρονης κινησιολογίας σε δύο πράξεις με πρόλογο και επίλογο: ένα ενδοσκοπικό «ταξίδι ψυχής» στα βάθη της αυτοανακάλυψης. Οι κινήσεις που εισήγαγε, σε αντίθεση με τις «μαλακές», λυρικές κινήσεις της Ισιδώρας Ντάνκαν και της Ρουθ Σεντ Ντένις, ήταν αποκλειστικά δυνατές, κοφτές και βίαιες και μόνο αργότερα αποκτούσαν κάποια τρυφερότητα. Δεν ήταν μάλιστα λίγες οι φορές κατά τις οποίες η Γκράχαμ κατηγορήθηκε για τον «άσχημο» χορό της. Γρήγορα ωστόσο κέρδισε κοινό και κριτικούς με το νεωτερικό ύφος της. Η επιμονή, η θέληση και η αντοχή της την κράτησαν επί σκηνής έως το 1974, σε ηλικία 74 ετών. Δείτε τα βίντεο