Η Μπλίκις Αμπντούλ – Καντίρ κλήθηκε να διαλέξει ανάμεσα στη θρησκεία και το μπάσκετ, ανάγκασε την FIBA να αλλάξει τους κανονισμούς της και να αποδεχθεί το χιτζάμπ, δημιούργησε ντοκιμαντέρ με την ιστορία της με την βοήθεια του ΛεΜπρόν Τζέιμς και πλέον παλεύει για τα δικαιώματα των μουσουλμάνων γυναικών στον αθλητισμό.

«Αν έχεις μια ιδιαίτερη πίστη ή θρησκεία, αυτό είναι καλό. Αλλά μπορείς να επιβιώσεις και χωρίς αυτά», είχε πει ο Δαλάι Λάμα.

Η Μπλίκις Αμπντούλ – Καντίρ, όμως, επέλεξε να μην… ενδώσει σε αυτό. Κλήθηκε να απαντήσει από μικρή ηλικία σε ένα δίλημμα, το οποίο ίσως να μην είχε φανταστεί καν ότι θα χρειαστεί να αντιμετωπίσει κάποια στιγμή στη ζωή της: Θρησκεία ή μπάσκετ;

Η 28χρονη πρώην παίκτρια, νυν προπονήτρια και πραγματική influencer  δεν μπορούσε να επιβιώσει χωρίς αυτά τα δύο.

Αναγκάστηκε, όμως, να επιλέξει.

Έπιασε την πορτοκαλί μπάλα για πρώτη φορά στα 4 της κι έκτοτε δεν την άφησε. Από πολύ νεαρή ηλικία ξεχώρισε στα παρκέ (στο New Leadership Charter School «έσπασε» το ρεκόρ της WNBAer, Ρεμπέκα Λόμπο (2.740 πόντοι), φτάνοντας τους 3.070) κι όλοι μιλούσαν για εκείνη!

Διέπρεψε με τα Κολέγια του Μέμφις (Player of The Yea, 42.0 πόντοι ανά αγώνα) και του Ιντιάνα Στέιτ στο γυναικείο NCAA, έχοντας ως χαρακτηριστικό της τη μαντήλα που φορούσε. Το λεγόμενο «χιτζάμπ».

Ναι, η «Qisi», όπως ήταν το παρατσούκλι της, θα γινόταν και θα πρέσβευε κάτι «μεγαλύτερο» από αυτό που μπορεί να ονειρευόταν, αφού ήταν η πρώτη γυναίκα παίκτρια που αγωνίστηκε με χιτζάμπ στο κολλεγιακό πρωτάθλημα.

Δεν ήταν… σταρ μόνο στα παρκέ, αφού και στα μαθήματά της ήταν άριστη, ενώ έχει πάρει και πτυχίο στο «Health and human performance/exercise science».

Το 2014 επιχείρησε να μπει στον «μαγικό κόσμο» του WNBA, αλλά δεν τα κατάφερε. Έτσι, αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη της εκτός ΗΠΑ και σταδιακά να διεκδικήσει την είσοδό της στο κορυφαίο πρωτάθλημα γυναικών στον κόσμο.

Προς απογοήτευσή της, όμως, ενημερώθηκε από τον ατζέντη της πως η FIBA δεν επιτρέπει σε αθλητές να αγωνίζονται με καλύμματα κεφαλής που ξεπερνούν συγκεκριμένες διαστάσεις σε πλάτος, αφού θεωρούνταν «επικίνδυνα» για τυχόν τραυματισμούς.

«Γιατί να μην πάω κάπου μακριά, σε μια χώρα που κανείς δεν θα με ξέρει, να βγάλω την μαντήλα για 40 λεπτά και να την φορέσω πάλι μετά;», ήταν η πρώτη σκέψη της, όπως είχε εξομολογηθεί σε συνέντευξή της, με την αγάπη της για το μπάσκετ να υπερισχύει.

Μα γιατί να το κάνει αυτό; Όλη της την καριέρα έπαιζε φορώντας χιτζάμπ, κολάν κάτω από το σορτσάκι της και μακρυμάνικα κάτω από την φανέλα της. Μόνο το πρόσωπο και ο λαιμός της φαίνονταν, τα μαλλιά ήταν καλυμμένα.

Η Μπλίκις δεν μπορούσε να πάει κόντρα στις αρχές και τα «πιστεύω» της. «Θα εγκατέλειπα τον πραγματικό μου εαυτό, αυτό που πραγματικά είμαι, για να ικανοποιήσω έναν οργανισμό που δεν θα ήθελε να είμαι εγώ;».

Αυτό ήταν και το έναυσμα για να αρχίσει μια «μάχη», που τελικά την κέρδισε.

Σε έναν κόσμο που παραστρατεί και κάνει κινήσεις για δημιουργία εντυπώσεων, εκείνη και η Ίντιρα Κάλιο, επίσης παίκτρια που αντιμετώπιζε το ίδιο «πρόβλημα», αποφάσισαν να βγουν μπροστά και να δημιουργήσουν την καμπάνια «#FIBAAllowHijab», η οποία και βρήκε μεγάλη ανταπόκριση.

Και τα κατάφεραν! Δύο χρόνια μετά, η Παγκόσμια Ομοσπονδία αναγνώρισε το μουσουλμανικό μαντήλι, αλλά και άλλα «καλύμματα», όπως το tichel και το τουρμπάνι.

Η πρώτη «μάχη» είχε κερδηθεί.

Στο μεσοδιάστημα κι εφόσον δεν μπορούσε να ασκήσει χρέη παίκτριας, άρχισε να ασχολείται με την προπονητική, ενώ άνθρωποι ομάδων συνέχιζαν να την καλούν, για την εντάξουν στο δυναμικό τους. Τους απέρριψε όλους.

«Ακόμα προσπαθώ να τα… βρω με την απόφασή μου. Ακόμα με καλούν άνθρωποι και με ρωτούν αν μπορώ να παίξω για την ομάδα τους», είχε παραδεχθεί.

Η Μπλίκις, όμως, πρεσβεύει κάτι ανώτερο πλέον. Είναι η αιτία για να ονειρεύονται «καταπιεσμένα» κορίτσια μια καριέρα και ο λόγος για να ξεχωρίσουν επαγγελματικά στο άθλημα που αγαπούν.

Το «Muslim Girls Hoop Too» ιδρύθηκε το 2015, με την ολοκλήρωση του μάστερ της στην προπονητική, κι ενθαρρύνει κορίτσια που πιστεύουν στον μουσουλμανισμό, να μπουν στον αθλητισμό και να μιλούν ανοιχτά για την θρησκεία τους.

Μαζί με τον σύζυγό της A.W. Massey το 2017 άρχισαν και το «Dribbling Down Barriers», το οποίο φέρνει κοντά παίκτες διαφορετικών θρησκειών, με αποτέλεσα να νιώσουν πιο άνετα ο ένας με τον άλλον και την «διαφορετικότητα».

«Πρέπει να βγω μπροστά για τις κοπέλες που θα έρθουν μετά από μένα. Αν δεν ανοίξω αυτή την πόρτα για εκείνες, ποιος θα το κάνει; Θα υπάρξει κι άλλη μουσουλμάνα που θα θέλει να παίξει μπάσκετ, και θα είναι πολύ καλή σε αυτό, και θα πάρουν άλλη την απόφαση για εκείνη και δεν το θέλω αυτό», ανέφερε με ωριμότητα και πλήρη συνείδηση του τι επικρατεί γύρω της.

Η δράση της γύρω από το θέμα προσέλκυσε και το ενδιαφέρον του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, ο οποίος την είχε καλέσει στο Λευκό Οίκο και είχε τονίσει πως αποτελεί έμπενυση, όχι μόνο για τις Μουσουλμάνες, αλλά και για κάθε άνθρωπο.

Γνωστός λάτρης του μπάσκετ ο Ομπάμα, την… προκάλεσε κιόλας και έπαιξαν το γνωστό παιχνίδι «H-O-R-S-E».

Το κορίτσι από το Σπρίνγκφιλντ της Μασαχουσέτης δεν έμεινε, όμως, μόνο εκεί. Δημιούργησε ένα ντοκιμαντέρ που περιγράφει την διαδρομή της και το πόσο πάλεψε για να γίνει «αποδεκτό» το αυτονόητο: το δικαίωμά της να μην έχει να διαλέξει ανάμεσα σε θρησκεία ή μπάσκετ, αφού το ένα δεν αναιρεί το άλλο.

Παραγωγός του συγκλονιστικού ντοκιμαντέρ της είναι η εταιρεία του ΛεΜπρόν Τζέιμς και πρόσφατα προβλήθηκε στο μεγαλύτερο φεστιβάλ του είδους στις ΗΠΑ, στο «DOC NYC», αποσπώντας εκπληκτικές κριτικές. Συγκεκριμένα, χαρακτηρίστηκε από το «theshadowleague.com» ως «μια απίστευτη ταινία που διασταυρώνει τον αθλητισμό, την πίστη, το φύλο, τη φυλή. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να διδάξει, να περάσει μηνύματα για την οικογένεια, την δύναμη και την αγάπη και να χρησιμοποιήσει το μπάσκετ ως γέφυρα για σημαντικούς διαλόγους».

«Ήταν αποκαρδιωτικό. Πάλευα με το να είμαι Μουσουλμάνα. Είχα να διαλέξω μεταξύ του χιτζάμπ, το οποίο εκπροσωπεί την πίστη μου, είναι περισσότερα από ένα από κομμάτι ύφασμα, και του πάθους μου».

Χάρη σε εκείνη, πλέον, άλλα κορίτσια δεν θα χρειαστεί να μπουν σε αυτή τη δύσκολη θέση. Δεν θα χρειαστεί να νιώσουν το ίδιο «πόνο» του να «προδίδεις» ένα κομμάτι του εαυτού σου, γιατί απλά κάποιοι δεν μπορούν ή αρνούνται να καταλάβουν.

Γιατί εκείνη έδειξε τον δρόμο.

Πηγή: gazzetta.gr