Η κόντρα μεταξύ των μελών δυο οικογενειών σε ορεινό χωριό της Φθιώτιδας κρατούσε χρόνια. Είχαν διαφωνίες για τα χωράφια και τα ζώα τους εξαιτίας των οποίων, πολλές φορές, είχαν προκληθεί εντάσεις αλλά και έντονα επεισόδια.

Γράφει η Μαρία Ζαχαροπούλου

Ακόμη και το γεγονός ότι είχαν συγγενέψει, καθώς είχε μεσολαβήσει ο γάμος δύο εκ των νεαρότερων μελών τους, δεν εξομάλυνε την κατάσταση στις δύο οικογένειες.

Όταν, λοιπόν, ο 40χρονος κτηνοτρόφος Β.Γ. ένα απόγευμα, επιστρέφοντας με τα ζώα του από τη βοσκή, τ’ άφησε να πιούν νερό από το πηγάδι που βρισκόταν έξω από το σπίτι της Π.Γ. τα αίματα άναψαν. Η κίνηση του 40χρονου θεωρήθηκε προκλητική, καθώς δεν ζήτησε την άδεια του ιδιοκτήτη του πηγαδιού. Η 29χρονη γυναίκα, όταν είδε τα ζώα να πίνουν νερό, βγήκε σε έξαλλη κατάσταση έξω από το σπίτι της και επιτέθηκε φραστικά στον 40χρονο.

Οι φωνές ακούστηκαν σε ολόκληρο το χωριό και οι συγχωριανοί τους έσπευσαν στο πηγάδι για να δουν από κοντά τι συμβαίνει. Όπως θα έλεγαν αργότερα, η γυναίκα φώναζε και αποκάλεσε «γομάρι» τον Β.Γ. ο οποίος, ωστόσο, προσπάθησε να την ηρεμήσει ζητώντας της «να δώσει τόσο στην οργή». Το επεισόδιο έληξε αλλά, όπως αποδείχθηκε στην συνέχεια, εκείνη την ημέρα του Απριλίου του 1965 δε γράφτηκε και ο επίλογος της ιστορίας.

Η 29χρονη Π.Γ. το ίδιος βράδυ ενημέρωσε το σύζυγο και τα αδέλφια της για το επεισόδιο λέγοντας πως ο συμπέθερός τους της φέρθηκε σκαιότατα και πρόσβαλε την ίδια και την οικογένεια τους.

tro

Λίγες μέρες αργότερα, στις 12 Απριλίου 1965 ο 30χρονος αδελφός της Π.Γ. συνάντησε τον 40χρονο κτηνοτρόφο και του ζήτησε το λόγο για το επεισόδιο που δημιουργήθηκε δίπλα στο πηγάδι της οικογένειας. Η μια κουβέντα έφερε την άλλη και ο 30χρονος Ε.Π., εκτός εαυτού, έβγαλε από την τσέπη του ένα μαχαίρι και άρχισε να χτυπά με μένος τον συμπέθερό του. Εκείνος αντιστάθηκε αλλά δεν κατάφερε να τον αφοπλίσει.

Ο άνδρας έπεσε αιμόφυρτος στο έδαφος και εκεί, λίγα λεπτά αργότερα, άφησε την τελευταία του πνοή. Ο ιατροδικαστής μέτρησε πάνω στο άψυχο σώμα του 40χρονου 15 μαχαιριές.

Τον Νοέμβριο του 1965 ο 30χρονος Π.Γ. κάθισε στο εδώλιο του Κακουργιοδικείου της Αθήνας κατηγορούμενος για την αποτρόπαια δολοφονία.

Δίπλα του η αδελφή του Π.Γ. ο 50χρονος γαμπρός του Γ.Γ. καθώς και ο πατέρας του Ι.Π. οι οποίοι, σύμφωνα με την κατηγορία, είχαν το ρόλο του ηθικού αυτουργού στο έγκλημα.

Κατά τη διάρκεια της δίκης από το βήμα του μάρτυρα πέρασαν συγγενείς, φίλοι αλλά και συγχωριανοί των κατηγορουμένων και του θύματος οι οποίοι μίλησαν για την κόντρα των δυο οικογενειών. Αυτόπτες μάρτυρες του μοιραίου καυγά περιέγραψαν πως εκείνη την ημέρα το θύμα επιχείρησε να ρίξει τους τόνους αλλά η κατηγορούμενη ήταν οργισμένη και δεν άκουγε τίποτα.

Ο 30χρονος κατηγορούμενος εμφανίστηκε, ενώπιον του δικαστηρίου, μετανιωμένος και στην απολογία του απέδωσε το έγκλημα στην «κακιά στιγμή». Η αδελφή, ο γαμπρός του αλλά και ο πατέρα του αρνήθηκαν την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας. Όπως είπαν, είχαν προβλήματα με τον συμπέθερό τους αλλά σε καμία περίπτωση δεν ήθελαν να χυθεί αίμα.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΔΙΚΗ

Τελικά, το δικαστήριο έκρινε ένοχο τον 30χρονο κτηνοτρόφο, χωρίς κανένα ελαφρυντικό και τον καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη. Στην αδελφή του και τον γαμπρό του, οι οποίοι αντιμετώπιζαν την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας, επιβλήθηκε ποινή κάθειρξη πέντε και έξι ετών, αντίστοιχα.

Οι δικαστές έκαναν δεκτό το αίτημα της υπεράσπισης και αναγνώρισαν στους δύο κατηγορούμενους το ελαφρυντικό της μέτριας συγχύσεως. Ο πατέρας του βασικού πρωταγωνιστή της υπόθεσης αθωώθηκε, καθώς κρίθηκε από το δικαστήριο ότι, από την ακροαματική διαδικασία, δεν προέκυψε πως έπαιξε κάποιο ρόλο στο στυγερό έγκλημα.