Το σημερινό μακελειό στα Βορίζια είναι ένας ακόμα κρίκος στην ματωμένη αλυσίδα των περιστατικών βεντέτας στην Κρήτη.

Ο όρος «βεντέτα» αναφέρεται σε μια μακραίωνη κοινωνική πρακτική, κατά την οποία οικογένειες ή ευρύτερες κοινωνικές ομάδες εισέρχονται σε έναν φαύλο κύκλο εκδίκησης -έναν άγραφο «νόμο του αίματος»- με στόχο την αποκατάσταση της τιμής ή της υπόληψής τους με αυτοδικία.

Η λέξη προέρχεται από την ιταλική vendetta, η οποία με τη σειρά της προέρχεται από το λατινικό vindicta, που σημαίνει εκδίκηση.

Η βεντέτα δεν είναι νεωτερικό φαινόμενο αλλά μετασχηματίζεται και υιοθετεί τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε τόπου. Παρόμοιες αρχαίες κοινωνικές πρακτικές υπάρχουν στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Στις ελληνικές πόλεις‑κράτη, στη Μέση Ανατολή, στα Βαλκάνια.

Η ιδέα της ανταπόδοσης, δηλαδή «ό,τι έκανες να σου γίνει», αναφέρεται ήδη σε αρχαία κείμενα. Για παράδειγμα ο Αριστοτέλης στα Ηθικά Νικομάχεια αναφέρει ότι «όποιος διαπράξει ένα αδίκημα, μόνο σαν πάθει ό,τι έκαμε δίκη σωστή θα γίνει».

Στην Κρήτη και στη Μάνη

Στη νεότερη Ελλάδα το φαινόμενο «εξαπλώθηκε» κυρίως σε ορεινές και παραδοσιακές κοινωνίες, όπου η κρατική παρουσία ήταν περιορισμένη και η τιμή της οικογένειας κατείχε κεντρικό ρόλο.

Στην Ελλάδα, η βεντέτα έπαιξε ιδιαίτερο ρόλο στην Κρήτη και τη Μάνη.

Στην Κρήτη, η βεντέτα στηρίζεται στον άγραφο «νόμο του αίματος», όπου αφορμή για τη σύγκρουση αποτελεί η προστασία της υπόληψης ή μια προσβολή –όπως κτηματικές διαφορές, ζωοκλοπές ή απλή εξύβριση.

Στη Μάνη, η βεντέτα –γνωστή και ως «γδικιωμός» ή «δικιωμός»– παρουσίαζε ιδιαιτερότητες, καθώς η εκδίκηση θεωρείτο υπόθεση της οικογένειας ή του «σογιού» και όχι μόνο του ατόμου.

Αν και το φαινόμενο έχει εμφανιστεί και σε άλλες περιοχές της ελληνικής επικράτειας, η Κρήτη θεωρείται η πιο «συγχωρητική» προς τη βεντέτα που υπήρξε διθυραμβικά καταγεγραμμένη.

Παρότι βρίσκεται σήμερα σε φθίνουσα πορεία, ακόμη, σε ορεινές ζώνες των Χανίων, του Ρεθύμνου και του Ηρακλείου παρατηρούνται κατάλοιπα της παλιάς νοοτροπίας με ολέθρια αποτελέσματα, όπως το σημερινό μακελειό στα Βορίζια.

Η Μάνη, με τον δικό της πολιτισμικό κώδικα, ήταν επίσης τόπος έντασης και πολύχρονης βίας εξαιτίας της βεντέτας, αν και η συχνότητά της έχει ελαττωθεί με την κοινωνική και οικονομική μεταβολή.

Χαρακτηριστικά και εξέλιξη

Η βεντέτα συνήθως ξεκινούσε από μια προσβολή τιμής ή ιδιοκτησίας, συνήθως κτηματικής ή ζωικής φύσης. Αρκούσε και απλή εξύβριση για να εξελιχθεί σε μακροχρόνια αντιπαράθεση. Ο κύκλος της ανατροφοδοτείται από το γεγονός ότι κάθε μέρος αισθάνεται ότι οφείλει να ανταποδώσει την προσβολή, με αποτέλεσμα, οι επίγονοι να παραμένουν εγγεγραμμένοι στο ίδιο οικογενειακό «κυνήγι».

Η πρακτική πέρασε από τη μορφή ατομικής εκδίκησης σε συλλογική οικογενειακή ανταπόδοση. Η «εκδίκηση» μεταβιβαζόταν από γενιά σε γενιά. Σταδιακά, με την εγκαθίδρυση της κρατικής δικαιοσύνης, η βεντέτα υποχώρησε σημαντικά, αλλά σε απομονωμένες περιοχές συνέχισε να επιβιώνει ως κοινωνικό φαινόμενο.

Στις μέρες μας η βεντέτα στην Ελλάδα αποτελεί εξαίρεση και όχι κανόνα επίλυσης διαφορών, όμως οι αναφορές της παραμένουν ως ιστορικό αποτύπωμα και ως προειδοποίηση για τις επιπτώσεις της ατιμωρησίας και της συλλογικής βίας.

Βεντέτες που συγκλόνισαν το πανελλήνιο

  • Η βεντέτα ανάμεσα στις οικογένειες των Σαρτζετάκηδων (ή Σαρτζέτηδων) και των Πενταράκηδων (ή Πεντάρηδων) στα Χανιά της Κρήτης, είναι ίσως η μεγαλύτερη, η πλέον μακρόχρονη και αιματηρή, η οποία ταλαιπώρησε για χρόνια το νησί.
    Υπολογίζεται ότι περίπου από το 1941 έως το 1956 σκοτώθηκαν έως και 140 άτομα εξαιτίας της σύγκρουσης αυτής.
  • Στο χωριό του σημερινού μακελειού, στα Βορίζια Ηρακλείου (Βορίζα για τους ντόπιους), στους νότιους πρόποδες του Ψηλορείτη, υπήρξε και στο παρελθόν μία μεγάλη βεντέτα για υλοτόμηση δάσους το 1955, που οδήγησε σε δολοφονίες και τραυματισμούς με χρήση μαχαιριών, χειροβομβίδων, όπλων κλπ.
  • Η σύγκρουση μεταξύ των οικογενειών Δικωνυμάκηδων και Μουζουράκηδων στο Πάτημα Αποκορώνου (Κρήτη) το 1994, ξεκίνησε από τον φόνο της μητέρας Μουζουράκη και εξελίχθηκε σε πολλαπλούς θανάτους και από τις δύο οικογένειες. Ήταν τέτοιο το μίσος αλλά και ο φόβος μεταξύ των κατοίκων να μη θεωρηθούν σύμμαχοι της μίας ή της άλλης πλευράς, που το χωριό ερημώθηκε.
  • Η υπόθεση του Γιάννη Παπαδόσηφου στο Ρέθυμνο (1988), όπου σκότωσε μέσα στη δικαστική αίθουσα τον δολοφόνο του γιου του, Γιάννη Βενιεράκη, έδειξε τον μακρύ κύκλο της εκδίκησης και τη σκληρότητα που χαρακτηρίζει βεντέτες. Μετά την αποφυλάκισή του, ο Παπαδόσηφος επέστρεψε στο Ρέθυμνο, όπου έζησε ήρεμος μέχρι το τέλος της ζωής του, το 2012.