Στην αποκάλυψη ενός πρωτοφανούς κυκλώματος αρχαιοκαπηλίας στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου στα Καλάβρυτα προχώρησε η Ελληνική Αστυνομία, με τις έρευνες να αποκαλύπτουν τη συμμετοχή μοναχών σε παράνομες πωλήσεις αρχαιοτήτων.
«Το αποτέλεσμα της έρευνας εξέπληξε και τους αστυνομικούς που ασχολήθηκαν με την υπόθεση», τόνισε η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντία Δημογλίδου, μιλώντας στο Πρώτο Πρόγραμμα.
«Ίσως, κάποιες στιγμές, τουλάχιστον οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι κάποια από τα μέλη του κυκλώματος ίσως υποψιάστηκαν ότι μπορεί να πρόκειται για αστυνομικούς, χωρίς βέβαια να έχουν κάποιο στοιχείο να το αποδείξουν. Γιατί οι συνάδελφοι είχαν αρκετές γνώσεις πάνω σε αυτά τα αντικείμενα, οπότε μπορούσαν να καθοδηγήσουν το κύκλωμα και να πείσουν ότι πρόκειται για αγοραστές. Οι μοναχοί όμως σίγουρα δεν αντιλήφθηκαν ότι πρόκειται για αστυνομικούς. Αυτό τουλάχιστον διαπίστωσαν και κατά τη διάρκεια των συλλήψεων. Μέχρι και την τελευταία στιγμή δεν κατάλαβαν ότι πρόκειται να συλληφθούν ουσιαστικά από την Αστυνομία», πρόσθεσε η κ. Δημογλίδου.
Σύμφωνα με την ίδια, η αρχική καταγγελία που έλαβαν οι αστυνομικοί από τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος αφορούσε «ένα κύκλωμα το οποίο περιελάμβανε μόνο πωλητές. Δεν γνωρίζαμε τίποτα αρχικά για τους μοναχούς. Για κάποια μέλη ενός κυκλώματος, οι οποίοι πραγματοποιούν και οι ίδιοι ανασκαφές αναζητώντας αρχαία αντικείμενα και αντικείμενα τα οποία υπάγονται στον νόμο περί αρχαιοτήτων και προχωρούν στην παράνομη πώληση αυτών και πολλές φορές μάλιστα τα προωθούν και στο εξωτερικό, αναφέρθηκε στην καταγγελία η Γερμανία και η Κύπρος».
«Η δυσκολία στην υπόθεση ήταν ο περιορισμένος χρόνος για διερεύνηση», σημείωσε η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ.
«Όταν συστάθηκε η ομάδα και προσπάθησε να έρθει σε επαφή με τα μέλη του κυκλώματος ώστε να τους πείσει ότι πρόκειται όντως για πραγματικούς αγοραστές, διαπίστωσαν ότι τα μέλη του κυκλώματος προσπαθούσαν πολύ γρήγορα σε σύντομο χρονικό διάστημα να πουλήσουν αυτά τα αντικείμενα, οπότε υπήρχε ο φόβος να βρεθεί κάποιος αγοραστής με καλύτερη προσφορά, να το πω έτσι απλά και να χάσουμε εμείς την εξάρθρωση της εγκληματικής οργάνωσης. Ευτυχώς, κάτι τέτοιο δεν έγινε. Οι αστυνομικοί κατάφεραν όντως να πείσουν, λόγω και των ιδιαίτερων γνώσεων που διαθέτουν στο τμήμα αρχαιοκαπηλίας οι συνάδελφοι, ότι πρόκειται για αγοραστές και ότι ενδιαφέρονται για αυτά τα αντικείμενα και μετά από αρκετές συναντήσεις με τα μέλη του κυκλώματος ήλθαν σε επαφή και με τους μοναχούς, ώστε να παραλάβουν φυσικά με οικονομικό αντάλλαγμα τα αντικείμενα προς πώληση», επεσήμανε.
Κατά την έρευνα διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν και αρχαία νομίσματα, τα οποία κάποια μέλη του κυκλώματος υπέδειξαν στους αστυνομικούς για πιθανή αγορά. Παράλληλα, βρέθηκαν τουλάχιστον δεκαεπτά παλιές βυζαντινές εικόνες και Ευαγγέλια που χρονολογούνται λίγο μετά το 1700. «Σκεφτείτε, η αξία ακόμη δεν έχει υπολογιστεί. Δεν έχει αναφερθεί ακριβώς στην Αστυνομία ποια μπορεί να είναι η αξία όλων αυτών των αντικειμένων που εντέλει βρέθηκαν στην κατοχή των μοναχών», τόνισε η κ. Δημογλίδου.
Σχετικά με τον αριθμό των εμπλεκομένων, η εκπρόσωπος Τύπου δήλωσε: «Προς το παρόν τουλάχιστον, εμείς έχουμε διαπιστώσει μόνο τους συλληφθέντες. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε όμως όταν βλέπουμε τόση άνεση στην παράνομη αγοραπωλησία θρησκευτικών ειδών, όπως και άλλων ειδών που υπάγονται στον νόμο περί αρχαιοτήτων, πόσο καιρό μπορεί να δραστηριοποιούνταν αυτοί οι άνθρωποι πάνω σε αυτό, όχι μόνο οι μοναχοί, αλλά και τα υπόλοιπα εμπλεκόμενα μέλη. Αν έχουν όντως πραγματοποιήσει αγοραπωλησίες, εάν έχουν δώσει αντικείμενα σε κάποιους οίκους στο εξωτερικό, καταλαβαίνετε ότι εδώ πρέπει να γίνει μια πολύ μεγάλη έρευνα».
Οι αστυνομικοί διερευνούν επίσης πληροφορίες για αντικείμενα, όπως ένα άγαλμα, του οποίου η ύπαρξη δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί. «Αναζητούν το σημείο στο οποίο μπορεί να βρίσκεται, οι αστυνομικοί για να προχωρήσουν σε έρευνα, φυσικά με την άδεια του εισαγγελέα από εδώ και πέρα και να βρεθούν και άλλα αρχαία αντικείμενα που μπορεί να κρύβονται», σημείωσε η κ. Δημογλίδου.
Επιπλέον, η διερεύνηση θα επεκταθεί για να εξακριβωθεί εάν υπήρχαν επαφές και με άλλες μονές, κάτι που προς το παρόν δεν προκύπτει, εξήγησε η ίδια: «Όπως επίσης πρέπει να γίνει μία πολύ μεγάλη έρευνα, από πού προέρχονται αυτά τα αντικείμενα που βρέθηκαν στη Μονή, αν είναι περιουσία της Μονής, αν ανήκαν παλαιότερα σε άλλη μονή, πώς έφτασαν τέλος πάντων στα χέρια των μοναχών».