Η συμφωνία για τη Διατλαντική Συνεργασία το Εμπόριο και τις Επενδύσεις (TTIP) μπορεί να ωφελήσει την ευρωπαϊκή οικονομία κατά 120 δισ. ευρώ και την οικονομία των ΗΠΑ κατά 90 δισ., επισήμανε σήμερα το πρωί ο υφυπουργός Ανάπτυξης & Ανταγωνιστικότητας Νότης Μηταράκης μιλώντας στην έναρξη της συνεδρίασης του ‘Ατυπου Συμβούλιου Εξωτερικών Υποθέσεων, που πραγματοποιείται στο Ζάππειο.

Όπως αναφέρει το ΑΑΜΠΕ, ο υφυπουργός τόνισε ότι η προώθηση της συμφωνίας αποτελεί βασική προτεραιότητα της ελληνικής προεδρίας, την οποία χαρακτήρισε ως στοιχείο – κλειδί για την προώθηση της ανάπτυξης, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την αύξηση της εμπιστοσύνης.

Στην εκδήλωση μετείχαν εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού για να παρουσιάσουν τις απόψεις τους αναφορικά με τη συμφωνία.

Ο κ. Ράνταλ Στίβενσον (Randall Stephenson), πρόεδρος και διευθύνων αύμβουλος της AT&T και πρόεδρος του Business Roundtable που εκπροσωπεί επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερους από 60 εκατ. εργαζόμενους τόνισε ότι η εμπειρία από την αντίστοιχη εμπορική συμφωνία των χωρών της Β. Αμερικής (NAFTA) είναι θετική και ότι αντίστοιχη συμφωνία επιδιώκεται με την Ασία.

Ο κ. Νίλς Άντερσεν (Nils Andersen), διευθύνων σύμβουλος της AP.Moller-Maesk (είναι η μεγαλύτερη ναυτιλιακή εταιρία του κόσμου) και αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Βιομηχανίας ανέφερε ότι η εμπορική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ μπορεί να αυξήσει το ΑΕΠ των δύο πλευρών κατά 0,5-1 %, θα βελτιώσει την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων και θα δώσει τη δυνατότητα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ να θέσουν διεθνή στάνταρντς.

Ο Χέντρικ Μπουρζουά (Hendrik Bourgeois), πρόεδρος του αμερικανικού εμπορικού επιμελητηρίου στην ΕΕ υπογράμμισε ότι η συμφωνία δεν είναι απλώς χρήσιμη αλλά είναι απαραίτητο να υπάρξει. Σημείωσε δε ότι τα διαθέσιμα των αμερικανικών επιχειρήσεων (εκτός χρηματοοικονομικού τομέα) βρίσκονται σε επίπεδα – ρεκόρ της τάξης του 1,5 τρισ. δολαρίων και ότι η άρση των εμποδίων για επενδύσεις μπορεί να προσελκύσει κεφάλαια στην Ευρώπη. Ανέφερε ακόμη ότι ευθύνη τόσο των επιχειρήσεων όσο και των κυβερνήσεων των εμπλεκόμενων χωρών είναι να δώσουν απαντήσεις στις ανησυχίες που εκφράζονται από ορισμένες πλευρές της κοινής γνώμης για πιθανές αρνητικές επιπτώσεις της συμφωνίας.

Ο Μάρκους Μπάγιερ (Markus Beyrer), γενικός διευθυντής της Business Europe ανέφερε ότι δεν θα υπάρξουν μόνο νικητές αλλά το συνολικό αποτέλεσμα θα είναι θετικό, θα καταστήσει τόσο την ευρωπαϊκή όσο και την αμερικανική οικονομία πιο ανταγωνιστικές διεθνώς και θα ωφελήσει τους καταναλωτές.

Αίσθηση προκάλεσε η τοποθέτηση του υπουργού Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και Εμπορίου της Φινλανδίας Αλεξάντερ Στάμπ (Alexander Stubb), ο οποίος ανέφερε πως το ερώτημα σχετικά με τη συμφωνία είναι αν θα έχουμε αμερικανο-ευρωπαϊκά στάνταρντς ή κινέζικα.

Ως μια από τις σημαντικότερες θετικές συνέπειες της συμφωνίας, όπως επισημάνθηκε, θα είναι ότι θα δημιουργηθεί η δυνατότητα εξαγωγών φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ προς την Ευρώπη, καθώς το αμερικανικό αέριο είναι σημαντικά φθηνότερο από το αέριο που καταναλώνεται στην ΕΕ.

Ο επίτροπος Εξωτερικού Εμπορίου της ΕΕ Κάρλ Ντε Γκούχτ (Karel De Gucht) χαρακτήρισε εξαιρετικά ενδιαφέρουσα την εκδήλωση που διοργάνωσε η ελληνική προεδρία και τόνισε ότι τα πραγματικά αποτελέσματα θα φανούν όταν οι επιχειρήσεις βρουν πελάτες και προμηθευτές στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Ως μια από τις δυσκολίες των διαπραγματεύσεων προσδιόρισε την κατάργηση των δασμών στα αγροτικά προϊόντα ενώ υπογράμμισε ότι πρέπει να υπάρξει πρόοδος και στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων. Ο επίτροπος απέκλεισε το ενδεχόμενο εισαγωγής στην ΕΕ κρέατος από γενετικά μεταλλαγμένα ζώα ενώ σημείωσε τη σημασία των συμφωνιών προστασίας των επενδύσεων, αναφερόμενος στο παράδειγμα της αποζημίωσης ύψους 5 δισ. δολαρίων που θα καταβάλει η Αργεντική στην ισπανική πετρελαϊκή εταιρία Repsol (για την εθνικοποίηση της τοπικής εταιρίας) που βασίστηκε στη σχετική συμφωνία για τις επενδύσεις.