Τον Αύγουστο του 2018 γυρίσαμε σελίδα και αφήσαμε πίσω μας οριστικά τα μνημόνια. Η Ελλάδα είναι ξανά αυτοδύναμη. Στηρίζεται στην εργατικότητα και το πείσμα των ανθρώπων της. Τώρα αποφασίζουμε για την επιχείρησή μας, την οικογένειά μας, τα παιδιά μας, ανέφερε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μιλώντας σε πολιτική εκδήλωση του Τομέα Οικονομίας και Ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ: «Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις – Παράγοντας δίκαιης & βιώσιμης ανάπτυξης για όλους», στην Κεντρική Λαχαναγορά Αθηνών.

Ο ελληνικός λαός καλείται να κρίνει και να συγκρίνει για την επόμενη τετραετία, χωρίς να βρισκόμαστε κάτω από τον στενό κορσέ των μνημονίων και της επιτροπείας, και να αποφασίσει πως θα προχωρήσουμε, ανέφερε ο πρωθυπουργός.

Μια από τις βασικές αιτίες της κρίσης είναι ότι η ανάπτυξη εκείνη δεν μοιράστηκε δίκαια, αλλά καρπώθηκαν όλο τον πλούτο λίγοι, οι οποίοι δεν άφησαν τίποτα πίσω τους για να μπορέσει η χώρα να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες που ήρθαν μετά. Βρισκόμαστε μπροστά σε μια κρίσιμη επιλογή. Θέλουμε ο τελευταίος Έλληνας πολίτες να έρθει σε αυτή την επιλογή με βάση την λογική, όχι το θυμικό, ούτε τον φόβο.Δεν κάναμε θαύματα αλλά κάναμε ότι περνούσε από το χέρι μας για να στηρίξουμε την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, ανέφερε.

Υπογράμμισε ακόμη: «προχωρήσαμε επιτέλους στη δημιουργία Αναπτυξιακής Τράπεζας για να πέσει χρήμα και πάλι στην αγορά. Με 14 νέα χρηματοδοτικά εργαλεία που μπαίνουν μπροστά για μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Και με το νόμο των μικροπιστώσεων έως 20 χιλιάδες ευρώ για τις μικρότερες επιχειρήσεις. Εμείς προχωρήσαμε τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών για χρέη ως 300.000…Στην διαγραφή κύριας οφειλής – στο 70% περίπου – αλλά και προσαυξήσεων με αποτέλεσμα 9 στις 10 μικρομεσαίες επιχειρήσεις να πληρώνουν σήμερα μικρότερες εισφορές, ειδικά οι πολύ μικρές επιχειρήσεις. Δώσαμε επίσης τη δυνατότητα συνταξιοδότησης σε περίπου 60.000 μικροεπαγγελματίες που ήταν εγκλωβισμένοι στα χρέη προηγούμενων ετών. Φέραμε ένα νέο αναπτυξιακό νόμο, ο οποίος απευθύνεται για πρώτη φορά και στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις και δε μοιράστηκε σε δέκα ημέτερους κατά τη συνηθισμένη πρακτική του παρελθόντος. Μειώσαμε ήδη φέτος τον φόρο των επιχειρήσεων και θα συνεχίσουμε μειώνοντάς τον συνολικά 4% ως το 2022. Πετύχαμε την αύξηση των εξαγωγών από μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, που κάνει ρεαλιστικό το στόχο να φτάσουν οι εξαγωγές το 50% του ΑΕΠ μέχρι 2025».

Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στο ότι η κυβέρνηση έχει δρομολογήσει τη μείωση της προκαταβολής φόρου στο 50% για τα φυσικά πρόσωπα και στο 80% για τις επιχειρήσεις. Επίσης εξήγγειλε τη μείωση του πρώτου κλιμάκιου του φόρου εισοδήματος στο 20%, την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για εισόδημα μέχρι 20.000, τη μείωση του δεύτερου συντελεστή του ΦΠΑ από το 13% στο 11%, όπως και την αύξηση του συντελεστή αποσβέσεων στο 150%».

Ακολούθως επιτέθηκε στον Κυριάκο Μητσοτάκη αμφισβητώντας την αξιοπιστία του για τα όσα εξαγγέλλει: «Αφού μας έλεγε ότι αν εκλεγεί θα ξεκινήσει να μειώνει φόρους, τώρα βάζει αφετηρία εφαρμογής των βασικών φορολογικών του εξαγγελιών το 2021. Την ίδια στιγμή που μας επιτίθεται για αφαίμαξη της μεσαίας τάξης και των μικρομεσαίων, ο κ. Μητσοτάκης καταθέτει ένα πρόγραμμα υπό αναστολή. Λιγότεροι φόροι από το 2021 και βλέπουμε». Τον κατηγόρησε ότι επιχειρεί να υφαρπάξει πρώτα την ψήφο των Ελλήνων και να εφαρμόσει άμεσα όλα εκείνα τα οποία οραματίστηκε να εφαρμόσει στην Ελλάδα ο φυσικός σύμμαχος της ΝΔ (το ΔΝΤ) όπως είπε ο υποψήφιος της ΝΔ κ. Θεοχάρης, και για τις φοροελαφρύνσεις.

Ακολούθως απευθύνθηκε στο κοινό των επιχειρηματιών που τον άκουγε ερωτώντας: «Η ΝΔ μας παρέδωσε δημόσια ταμεία με 430 εκατομμύρια παθητικό. Εμείς έχουμε σήμερα 34 δισ. απόθεμα. Και σας ρωτώ ειλικρινά, εσείς που κάθε μέρα κάνετε ταμείο στο τέλος της ημέρας. Με ποιόν αισθάνεστε πιο ασφαλείς στο τιμόνι της χώρας; Με αυτόν που γονάτισε το μαγαζί; ‘Η με αυτόν που το έσωσε από το λουκέτο και σήμερα κινείται ξανά;». Έκλεισε λέγοντας: «Δεν μας αξίζει να γυρίσουμε πίσω, δεν μας αξίζει να περάσουμε τα ίδια βάσανα. Τώρα αποφασίζουμε για την επιχείρηση μας, την οικογένεια μας, τα παιδιά μας. Τώρα αποφασίζουμε για τη ζωή μας».