Στον «αέρα» παραμένει η πολυσυζητημένη σύνοδος κορυφής μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, καθώς δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί η ημερομηνία διεξαγωγής του 6ου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας (ΑΣΣ) μεταξύ των δύο χωρών, μιας και πηγαίνει από μετάθεση σε μετάθεση. Παρότι αρχικά υπήρχε σχεδιασμός να πραγματοποιηθεί στην Άγκυρα στις αρχές του 2025, πριν καν ορκιστεί νέος πρόεδρος των ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ μάλιστα, οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν πως η πραγματοποίησή του μεταφέρεται τελικά για τον Σεπτέμβριο.
Η πληροφορία αυτή προέκυψε μετά και το χθεσινό σύντομο τετ α τετ που είχαν στο περιθώριο της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη, ο Έλληνας πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, με τον Τούρκο πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο κ. Μητσοτάκης, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε αμέσως μετά το πέρας των εργασιών της συνόδου, ανέφερε ότι ακόμη δεν έχει οριστεί ημερομηνία για τη συνάντηση των δύο ηγετών, ενώ υπογράμμισε πως κατά τη συνομιλία «τέθηκαν τα ζητήματα που έπρεπε να τεθούν». Από την πλευρά της Τουρκίας δεν υπήρξε επίσημη τοποθέτηση για το τετ α τετ των δύο ηγετών.
Πηγές με γνώση των εξελίξεων τονίζουν πως μέχρι τις αρχές Ιουλίου θα διαφανούν οι πραγματικές προθέσεις για το αν η συνάντηση θα πραγματοποιηθεί εντός του καλοκαιριού ή θα μετατεθεί για το φθινόπωρο. Πληροφορίες μας από διπλωματικές πηγές αναφέρουν πάντως ότι με τα σημερινά δεδομένα πιο πιθανός μήνας για το ΑΣΣ θεωρείται ο Σεπτέμβριος.
Παρά την εκκρεμότητα γύρω από τον ακριβή χρονικό ορίζοντα της Συνόδου, τόσο η Αθήνα όσο και η Άγκυρα φαίνεται να επιθυμούν τη διατήρηση της θετικής εν πολλοίς ατμόσφαιρας που έχει καλλιεργηθεί την τελευταία περίοδο – χωρίς να λείπουν βέβαια και οι διακυμάνσεις. Οι δύο πλευρές επιδιώκουν να διατηρήσουν ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας, αποφεύγοντας την ένταση και την όξυνση των σχέσεων. Στόχος είναι να καταστεί σαφές ότι, ακόμα και αν υπάρχουν σοβαρές διαφωνίες, οι δύο χώρες του Αιγαίου μπορούν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και να συζητήσουν με πολιτισμένο και θεσμικό τρόπο.
Στο επίκεντρο των συζητήσεων παραμένει βεβαίως το μεγάλο «αγκάθι» της ελληνοτουρκικής ατζέντας: η οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) και της υφαλοκρηπίδας. Το ζήτημα αυτό έχει χαρακτηριστεί από τον Υπουργό Εξωτερικών, Γιώργο Γεραπετρίτη, ως η «θεμελιακή διαφορά» ανάμεσα στις δύο χώρες. Οι εξελίξεις των επόμενων εβδομάδων θα κρίνουν αν ο διάλογος μπορεί να προχωρήσει πέρα από τις προκαταρκτικές προθέσεις.
Η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν χθες, πάντως, δεν ήταν η μόνη με ενδιαφέρον στη Χάγη. Το βλέμμα της διεθνούς κοινότητας στράφηκε και στην κατ’ ιδίαν συνάντηση του Τούρκου προέδρου με τον Ντόναλντ Τραμπ, που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά ύστερα από επτά χρόνια. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όταν ρωτήθηκε για το περιεχόμενο της επαφής Ερντογάν – Τραμπ, απέφυγε να σχολιάσει, τονίζοντας ότι η Ελλάδα δεν προσδιορίζεται μέσα από τρίτες χώρες και ότι σε τέτοιες συνόδους δεν είναι σκόπιμο να περιορίζεται η συζήτηση αποκλειστικά στα ελληνοτουρκικά.
Από την άλλη, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εμφανίστηκε ικανοποιημένος από τη συζήτηση με τον πρώην Αμερικανό πρόεδρο, τονίζοντας πως υπάρχει θετική διάθεση για την υπόθεση των μαχητικών αεροσκαφών F-35, για τα οποία η Τουρκία έχει ήδη καταβάλει ποσό 1,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Αν και το ζήτημα των ρωσικών πυραύλων S-400 –που αποτέλεσε αιτία ρήξης ΗΠΑ-Τουρκίας– δεν συζητήθηκε επισήμως, ο Τούρκος πρόεδρος ξεκαθάρισε ότι παραμένει εκτός ατζέντας και ότι η υπόθεση αυτή θεωρείται λήξασα από την Άγκυρα.
Πηγές αναφέρουν ότι στη συνάντηση Ερντογάν – Τραμπ ο Τούρκος πρόεδρος παρέδωσε φάκελο με αιτήματα προς τις ΗΠΑ, ο οποίος, σύμφωνα με αναλυτές, περιλάμβανε προτάσεις για την ενίσχυση της αμυντικής συνεργασίας. Ο Ερντογάν επεσήμανε επίσης τη σημασία της συμπληρωματικότητας ανάμεσα στις ευρωπαϊκές αμυντικές πρωτοβουλίες και το ΝΑΤΟ, ζητώντας ουσιαστικά την πλήρη ένταξη συμμάχων που δεν είναι μέλη της Ε.Ε. – με σαφή αναφορά και στην Τουρκία.