Οι περισσότεροι από εμάς μεγαλώσαμε ακούγοντας φράσεις που υποτίθεται πως μας «έφτιαχναν χαρακτήρα», αλλά στην πραγματικότητα μας έκλειναν το στόμα, μας φόρτωναν ενοχές ή μας έμαθαν να πνίγουμε τα συναισθήματά μας. Η «σκληράδα» ήταν δύναμη και τα συναισθήματα αδυναμία.
Οι ατάκες «σκληρής αγάπης», μπορεί να είχαν καλές προθέσεις. Αλλά οι «καλές προθέσεις» δεν είναι αρκετές για την ανάπτυξη της ψυχικής υγείας ενός παιδιού. Αυτές οι φράσεις που κάποτε θεωρούνταν «κανόνες», σήμερα, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι -τουλάχιστον – άστοχες και θα πρέπει να αποφεύγονται.
Ακολουθούν 10 χαρακτηριστικές ατάκες, με τις οποίες μεγαλώσαμε, αλλά καλό είναι να μην τις λέμε πλέον στα παιδιά μας…
1. «Όπως έστρωσες, θα κοιμηθείς»
Ήταν ένα μάθημα υπευθυνότητας, αλλά χωρίς χώρο για μετάνοια ή επανόρθωση. Υπέκρυπτε μια αυστηρή λογική: «Κάνεις λάθος, το πληρώνεις», χωρίς καμία προσδοκία για αλλαγή. Σήμερα, οι παιδοψυχολόγοι συνιστούν στους γονείς να δίνουν έμφαση στη δυνατότητα αλλαγής και συγχώρεσης, στοιχεία θεμελιώδη για την προσωπική εξέλιξη.
2. «Ό,τι δε σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό»
Η νιτσεϊκή φράση εξελίχθηκε σε ένα μανιφέστο αντοχής, το οποίο όμως εξιδανίκευε τον πόνο. Η ταλαιπωρία εξελίχθηκε σε βασικό στοιχείο ενδυνάμωσης. Η σύγχρονη οπτική αναγνωρίζει ότι η ψυχική ανθεκτικότητα καλλιεργείται κυρίως μέσα από υποστηρικτικά περιβάλλοντα, όχι αποκλειστικά μέσα από τραύματα που… «δεν σε σκοτώνουν».
3. «Θες να σου δώσω έναν πραγματικό λόγο να κλαις;»
Μια απειλή με στόχο να καταστείλει τα συναισθήματα. Το κλάμα δεν ήταν αποδεκτό – ήταν στοιχείο «κακομαθημένων». Σήμερα αναγνωρίζεται πως η καταπίεση του συναισθηματικού κόσμου οδηγεί σε ψυχολογικά τραύματα. Η αναγνώριση και η αποδοχή των συναισθημάτων είναι κλειδί για την υγιή ανάπτυξη.
4. «Νομίζεις ότι τα λεφτά φυτρώνουν στα δέντρα;»
Ίσως η πιο διαδεδομένη φράση κατά της σπατάλης. Μπορεί να ενίσχυε την υπευθυνότητα, αλλά παρέβλεπε τη δυνατότητα εκπαίδευσης γύρω από την οικονομική παιδεία. Η σύγχρονη προσέγγιση επικεντρώνεται σε έννοιες όπως ο προϋπολογισμός, η αποταμίευση και η χρηματοοικονομική συνείδηση – ειδικά σε έναν κόσμο ψηφιακού χρήματος.
5. «Γιατί έτσι λέω εγώ!»
Η απόλυτη φράση εξουσίας. Με αυτήν ο γονιός θέτει τέλος στη συζήτηση και δεν αφήνει κανένα περιθώριο για ερωτήσεις. Η σύγχρονη παιδαγωγική ενθαρρύνει την επικοινωνία και την εξήγηση των «γιατί», ενισχύοντας την εμπιστοσύνη και την κριτική σκέψη στα παιδιά.
6. «Η ζωή δεν είναι δίκαιη»
Ένα πικρό μάθημα ρεαλισμού – αλλά και ένας τρόπος να αγνοήσεις και να καταπνίξεις τη διαμαρτυρία. Σήμερα ενθαρρύνουμε την αναγνώριση της αδικίας ως αφετηρία για αλλαγή. Αντί για παθητικότητα μέσω αποδοχής της «άδικης ζωής», είναι σημαντικό να καλλιεργείται η δράση για αλλαγή
7. «Πολύ αέρα πήρες»
Μια φράση για να «μαζευτεί» το παιδί. Ναι, η ταπεινότητα είναι αρετή, αλλά όχι όταν πνίγει την αυτοπεποίθηση. Η νέα αντίληψη προωθεί την έκφραση, την αυτοεκτίμηση, την αυτοπροβολή και την ενθάρρυνση των ταλέντων.
8. «Δεν είσαι από ζάχαρη»
Κοινώς… μην είσαι «φλώρος». Με αυτή τη φράση προωθούταν η ανθεκτικότητα, η «σκληράδα» και η υποβάθμιση του φόβου και του σωματικού και ψυχικού πόνου του παιδιού. Το σημαντικό είναι να ακούμε και να σεβόμαστε τα όρια και τις ανάγκες κάθε παιδιού, αναγνωρίζοντας τις αντοχές αλλά και τη βαθιά επίδραση που μπορεί να έχουν οι λέξεις στην ψυχική υγεία. Εξάλλου, τα λεκτικά τραύματα μπορεί να είναι εξίσου επώδυνα με τα σωματικά.
9. «Ο πρώτος είναι πρώτος και ο δεύτερος τίποτα»
Η νίκη ως μοναδική ένδειξη αξίας. Η ήττα ήταν ντροπή. Η νέα κουλτούρα τιμά τη συμμετοχή, την πρόοδο και την προσπάθεια, όχι μόνο το βάθρο.
10. «Μην τα βγάζεις όλα στη φόρα»
Η προτροπή ήταν να κρατάμε τα προβλήματα «μέσα μας» για να μην νιώσουμε «ντροπή» ή να μη εμφανιστούμε ως «ευάλωτοι». Σήμερα, η προτροπή είναι να μιλάμε ανοιχτά. Η ευαλωτότητα μπορεί να γίνει δύναμη και το μοίρασμα να γίνει στήριξη, όχι κρίση.
Οι παραπάνω φράσεις χρησιμοποιούνταν σε μια εποχή με άλλες προτεραιότητες και λιγότερη γνώση για την ψυχολογική ανάπτυξη. Σήμερα, ξέρουμε περισσότερα και μπορούμε να μεγαλώσουμε παιδιά με περισσότερη ενσυναίσθηση, διάλογο και ψυχική στήριξη. Δεν πρόκειται για «χαλάρωση» της πειθαρχίας – αλλά για μετατόπιση προς μια πιο υγιή, λειτουργική σχέση με τα συναισθήματα, τη μάθηση και τον κόσμο γύρω μας.