Ένα σημαντικό κεφάλαιο για την ενίσχυση της Πολεμικής Αεροπορίας φαίνεται πως κλείνει άδοξα, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφάσισαν σύμφωνα με πληροφορίες από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας να μην προχωρήσουν τελικά στην παραχώρηση αεροσκαφών εναέριου ανεφοδιασμού τύπου KC-135R στην Ελλάδα.
Επρόκειτο για ιπτάμενα τάνκερ που κατασκευάστηκαν από την Boeing και χρησιμοποιούνται κυρίως από την Πολεμική Αεροπορία των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο βασικός τους ρόλος είναι να ανεφοδιάζουν εν πτήσει άλλα αεροσκάφη, επιτρέποντας έτσι μακρινές αποστολές (π.χ. στην Ανατολική Μεσόγειο, στην Κύπρο ή και πέρα από το FIR Αθηνών).
Η νέα αυτή εξέλιξη έρχεται να βάλει «φρένο» σε μια προσπάθεια που είχε ξεκινήσει εδώ και καιρό από την ελληνική πλευρά και η οποία, μέχρι πρότινος, φαινόταν να έχει καλές πιθανότητες επιτυχίας. Η δυνατότητα ανεφοδιασμού μαχητικών αεροσκαφών εν πτήσει θεωρείται στρατηγικής σημασίας. Επιτρέπει στην Πολεμική Αεροπορία να επεκτείνει την ακτίνα δράσης της, να διατηρεί τα μαχητικά περισσότερη ώρα στον αέρα και να επιχειρεί σε αποστάσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων από τη βάση τους, από τη βόρεια Ελλάδα έως την Κύπρο και την Ανατολική Μεσόγειο. Είναι μια δυνατότητα που διαθέτουν όλες οι σύγχρονες αεροπορίες και που πλέον θεωρείται απαραίτητη, όχι απλώς χρήσιμη.
Η Ελλάδα είχε εστιάσει την προσοχή της στα KC-135R, γνωστά και ως «ιπτάμενα τάνκερ», και είχε υποβάλει επίσημο αίτημα στις ΗΠΑ το καλοκαίρι του 2024 για την παραχώρηση έως και τεσσάρων τέτοιων αεροσκαφών. Το κλίμα ήταν αρχικά θετικό, ειδικά μετά από επιστολή του τότε Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν, στην οποία γινόταν αναφορά στις ελληνικές ανάγκες και τη δυνατότητα να ικανοποιηθούν μέσω πλεονάζοντος αμερικανικού στρατιωτικού υλικού. Την ίδια περίοδο, υπήρχε και η πληροφορία ότι η αμερικανική Αεροπορία σχεδίαζε να αποσύρει αρκετά KC-135 μέχρι το 2026, κάτι που μας έδινε ακόμη μεγαλύτερες ελπίδες για παραχώρηση, μέσω του προγράμματος EDA, που αφορά μεταχειρισμένο στρατιωτικό εξοπλισμό σε συμμάχους.
Η Αθήνα προχώρησε μεθοδικά: το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας ζήτησε πλήρη τεχνική ενημέρωση, κόστος μεταφοράς, ανάγκες για επισκευές, υποστήριξη και εκπαίδευση των πληρωμάτων. Όλα έδειχναν ότι η υπόθεση βρισκόταν σε καλό δρόμο. Η δρομολόγηση άρχισε να παίρνει αρνητική τροπή με την αλλαγή πολιτικής ηγεσίας στην Ουάσιγκτον και την αναθεώρηση των στρατηγικών προτεραιοτήτων της νέας διοίκησης του Ντόναλντ Τραμπ. Το αποτέλεσμα ήταν η απόρριψη του αιτήματος.
Για την ελληνική πλευρά, το θέμα πλέον θεωρείται λήξαν και το ενδιαφέρον μετατοπίζεται σε άλλες επιλογές. Η Πολεμική Αεροπορία συνεχίζει να βλέπει τον εναέριο ανεφοδιασμό ως απόλυτη προτεραιότητα και ήδη διερευνά το ενδεχόμενο απόκτησης μεταχειρισμένων ιπτάμενων τάνκερ από άλλες συμμαχικές χώρες, που ενδέχεται να αποσύρουν αντίστοιχα μέσα τα επόμενα χρόνια. Παράλληλα, οι Έλληνες πιλότοι διατηρούν σε λειτουργία τη γνώση και την εμπειρία στον εναέριο ανεφοδιασμό μέσα από κοινές ασκήσεις και συνεργασίες με γαλλικά, αμερικανικά και ισραηλινά πληρώματα.
Το πλήγμα δεν σταματά μόνο στα ιπτάμενα τάνκερ. Δυσκολίες υπάρχουν και στην υπόθεση των αμερικανικών μεταγωγικών αεροσκαφών C-130, με την Ουάσιγκτον να διαμηνύει ότι προς το παρόν δεν υπάρχουν διαθέσιμα λειτουργικά αεροσκάφη προς παραχώρηση. Οι Αμερικανοί πρότειναν παλαιότερα αποθηκευμένα C-130 που βρίσκονται εκτός λειτουργίας εδώ και χρόνια, ωστόσο η ελληνική πλευρά έκρινε ότι το κόστος επισκευής τους ήταν δυσανάλογα υψηλό και δεν θα εξυπηρετούσε τις άμεσες επιχειρησιακές ανάγκες.
Με δεδομένη την έλλειψη λύσεων από τις ΗΠΑ, η Πολεμική Αεροπορία στρέφεται αναγκαστικά στο εσωτερικό, επιχειρώντας να επαναφέρει σε επιχειρησιακή κατάσταση όσα περισσότερα μεταφορικά αεροσκάφη διαθέτει σήμερα — κυρίως C-130 και C-27 — μέχρι να υπάρξει χρηματοδότηση για την αγορά νέων μεταγωγικών. Σύμφωνα με τις έως τώρα εκτιμήσεις, η ανανέωση του στόλου με καινούργια αεροσκάφη δεν αναμένεται να ξεκινήσει πριν από τα μέσα της επόμενης δεκαετίας. Παρά τις δυσκολίες, το επιτελείο της Πολεμικής Αεροπορίας δεν εγκαταλείπει το στόχο της ενίσχυσης των δυνατοτήτων της. Με διαρκείς επαφές στο εξωτερικό και αξιολόγηση κάθε διαθέσιμης λύσης, προσπαθεί να καλύψει τα σημαντικά κενά που έχουν δημιουργηθεί σε έναν τομέα απολύτως κρίσιμο για την επιχειρησιακή αυτονομία και ευελιξία των Ενόπλων Δυνάμεων.
Η απώλεια των αμερικανικών KC-135R είναι σαφώς μια αρνητική εξέλιξη, αλλά δεν ακυρώνει τον συνολικό σχεδιασμό.