Η ελβετική οικονομία μπορεί να χάσει πάνω από 100 δισ. δολάρια σε ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) λόγω του αντίκτυπου του κορονοϊού, όπως ανακοίνωσε χθες η κυβέρνηση.

Η κυβέρνηση αναμένει το φετινό ΑΕΠ να διαμορφωθεί γύρω στα 652 δισ. ελβετικά φράγκα (687,26 δισ. δολάρια), συγκριτικά με την πρόβλεψη του Δεκεμβρίου για 712 δισ. φράγκα. Για το 2021, αναμένει το ΑΕΠ να διαμορφωθεί στα 688 δισ. φράγκα, συγκριτικά με την προηγούμενη πρόβλεψη για 725 δισ. φράγκα.

«Σε κατά κεφαλήν βάση, η κάμψη θα είναι τόσο άσχημη όσο στα μέσα της δεκαετίας του 1970, εάν όχι χειρότερη», δήλωσε ο οικονομολόγος της κυβέρνησης Ρόναλντ Ιντεργκαντ. «Θα χρειαστούν χρόνια για να το ξεπεράσουμε αυτό. Η οικονομία θα επιστρέψει στο προηγούμενο επίπεδο της το 2022».

Η κρατική γραμματεία οικονομικών υποθέσεων (SECO) προέβλεψε νωρίτερα υποχώρηση κατά 6,2% για την οικονομία το 2020, πριν από μια μέτρια ανάκαμψη το 2021, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ.

Ο Ίντεργκαντ δήλωσε ότι χρειαστεί περισσότερο χρόνος για να ξεπεραστεί πλήρως ο αντίκτυπος του κορονοϊού στην εξαγωγικού προσανατολισμού οικονομία, καθώς η ανεργία αυξάνεται και το εμπόριο παραπαίει λόγω της επιβράδυνσης σε άλλες χώρες.

«Το κρατικό χρέος θα αυξηθεί και το χρέος επιχειρήσεων και νοικοκυριών επίσης θα αυξηθεί το οποίο ίσως οδηγήσει σε μείωση των δαπανών και της οικονομικής ανάπτυξης», δήλωσε στο Reuters. «Υπάρχει ακόμα ο κίνδυνος για ένα δεύτερο κύμα της COVID-19 και του πώς μπορεί αυτό να περιοριστεί. Αυτό θα μπορούσε να έχει πολύ αρνητικές συνέπειες για την οικονομία και θα επιβράδυνε σημαντικά την ανάκαμψη», πρόσθεσε.

Μεγάλο πλήγμα στη Βρετανία – 600.000 λιγότεροι οι εργαζόμενοι τον Απρίλιο και τον Μάιο

Κατά περισσότερους από 600.000 εργαζόμενους μειώθηκε ο αριθμός των μισθωτών που εργάζεται σε βρετανικές επιχειρήσεις μειώθηκε πάνω από 600.000 τον Απρίλιο και τον Μάιο καθώς το lockdown που επιβλήθηκε λόγω του κορονοϊού έπληξε την αγορά εργασίας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που ανακοινώθηκαν σήμερα.

Το ποσοστό ανεργίας απρόσμενα διατηρήθηκε στο 3,9% τους τρεις μήνες έως τον Απρίλιο -παρά τη συρρίκνωση ρεκόρ του ΑΕΠ την περίοδο αυτή- καθώς οι εταιρίες στράφηκαν στο κυβερνητικό πρόγραμμα διατήρησης θέσεων εργασίας για να κρατήσουν τους εργαζομένους στις καταστάσεις μισθοδοσίας τους.

Οικονομολόγοι σε έρευνα του Reuters ανέμεναν στην πλειονότητά τους αύξηση στο ποσοστό ανεργίας στο 4,7%.

«Το πρόγραμμα αναστολής συμβάσεων εργασίας συνεχίζει να αποκρούει το μεγαλύτερο μέρος των απωλειών των θέσεων εργασίας, αλλά η ανεργία πιθανόν να αυξηθεί τους επόμενους μήνες», δήλωσε ο Τετζ Παρίκ, επικεφαλής οικονομολόγος στο Institute of Directors.

Η βρετανική αγορά εργασίας ήταν ισχυρή πριν το πλήγμα του κορονοϊού, και η στατιστική υπηρεσία της χώρας ONS ανακοίνωσε ότι πολλοί από αυτούς που έχασαν τη δουλειά τους τον Απρίλιο δεν αναζητούν ενεργά απασχόληση και έτσι καταγράφονται ως «ανενεργοί» παρά ως άνεργοι.

Παράλληλα, καταγράφηκε σημαντική μείωση στις διαθέσιμες θέσεις εργασίας, όπου σημειώθηκε η μεγαλύτερη τριμηνιαία πτώση τους από τότε που η ONS άρχισε να συλλέγει τα συγκεκριμένα στοιχεία το 2001, με μείωση κατά 342.000 στις 476.000 θέσεις.