Η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να συρρικνωθεί κατά 3% το 2020 λόγω της κατάρρευσης της δραστηριότητας που προκαλεί ο κορονοϊός, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη κάμψη από τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Στην έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας το ΔΝΤ προβλέπει μία μερική ανάκαμψη το 2021, με την παγκόσμια οικονομία να αναπτύσσεται με ρυθμό 5,8%, αλλά τονίζει ότι οι προβλέψεις του χαρακτηρίζονται από εξαιρετικά μεγάλη αβεβαιότητα και ότι τα αποτελέσματα μπορεί να είναι δυσμενέστερα, ανάλογα με την πορεία της πανδημίας.

«Η ανάκαμψη το 2021 είναι μόνο μερική, καθώς το επίπεδο της οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται να παραμείνει κάτω από αυτό που προβλέπαμε για το 2021, πριν από το πλήγμα του κορονοϊού», ανέφερε η επικεφαλής οικονομολόγος του Ταμείου, Γκίτα Γκόπινατ, σε δήλωσή της.

Με βάση το καλύτερο σενάριο του ΔΝΤ, το ΑΕΠ σε παγκόσμιο επίπεδο είναι πιθανόν να μειωθεί κατά 9 τρισ. δολάρια συνολικά στα δύο χρόνια — περισσότερο από το ΑΕΠ της Γερμανίας και της Ιαπωνίας μαζί, πρόσθεσε η Γκόπινατ.

Οι προβλέψεις του Ταμείου βασίζονται στην υπόθεση ότι οι εξάρσεις του νέου κορονοϊού θα κορυφωθούν στις περισσότερες χώρες κατά τη διάρκεια του δεύτερου τριμήνου και θα αποκλιμακωθούν στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, ενώ σταδιακά θα αίρονται το κλείσιμο των επιχειρήσεων και άλλα περιοριστικά μέτρα.

Μία μεγαλύτερη διάρκεια της πανδημίας, η οποία θα συνεχιστεί και στο τρίτο τρίμηνο, θα μπορούσε να προκαλέσει περαιτέρω συρρίκνωση κατά 3% το 2020 και μία βραδύτερη ανάκαμψη το 2021, λόγω των τραυματικών συνεπειών από τις χρεοκοπίες και τη μεγαλύτερης διάρκειας ανεργία.

Μία δεύτερη έξαρση του κορονοϊού το 2021, που θα οδηγήσει σε περισσότερες διακοπές λειτουργίας, θα μπορούσε να προκαλέσει μία κατά 5-8 ποσοστιαίες μονάδες μείωση της βασικής πρόβλεψης του Ταμείου για το παγκόσμιο ΑΕΠ το επόμενο έτος, με τον κόσμο να είναι σε ύφεση για δεύτερο συνεχόμενο έτος.

«Η καραντίνα θα συρρικνώσει την ανάπτυξη»

«Είναι πολύ πιθανόν ότι φέτος η παγκόσμια οικονομία θα υποστεί τη χειρότερη ύφεσή της από τη Μεγάλη Ύφεση, υπερβαίνοντας αυτή της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης πριν από μία δεκαετία», σημειώνει το ΔΝΤ στην έκθεση. «Η μεγάλη καραντίνα, όπως θα μπορούσε να την αποκαλέσει κανείς, προβλέπεται να συρρικνώσει πολύ την παγκόσμια ανάπτυξη».

Οι νέες προβλέψεις συνθέτουν ένα μελαγχολικό σκηνικό για τις εαρινές συνόδους του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, οι οποίες πραγματοποιούνται μέσω βιντεοδιάσκεψης αυτή την εβδομάδα λόγω του κορονοϊού. Η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι πιθανόν να μην είναι αρκετά τα μέτρα δημοσιονομικής στήριξης, ύψους περίπου 8 τρισ. δολαρίων, τα οποία διοχετεύουν οι κυβερνήσεις για την αποφυγή της κατάρρευσης. Η ίδια αναμένεται να ταχθεί αυτή την εβδομάδα υπέρ μεγαλύτερης ελάφρυνσης χρέους για τις φτωχότερες χώρες.

Η παγκόσμια οικονομία είχε συρρικνωθεί κατά 0,7% το 2009 –η χειρότερη πτώση μετά από αυτή της δεκαετίας του 1930– σύμφωνα με στοιχεία του ΔΝΤ. Τον Ιανουάριο, πριν γίνει γνωστή η έκταση της έξαρσης του κορονοϊού τόσο εντός όσο και εκτός της Κίνας, το ΔΝΤ προέβλεπε ότι η παγκόσμια οικονομία θα αναπτυσσόταν 3,3% το 2020 καθώς οι εμπορικές εντάσεις ΗΠΑ – Κίνας είχαν αρχίσει να μειώνονται, ενώ για το 2021 προβλεπόταν ανάπτυξη 3,4%.

Οι αναπτυγμένες οικονομίες, οι οποίες υφίστανται σήμερα τις χειρότερες εξάρσεις του ιού θα φέρουν το μεγαλύτερο βάρος της βουτιάς της οικονομικής δραστηριότητας. Η οικονομία των ΗΠΑ θα συρρικνωθεί κατά 5,9% το 2020, ενώ προβλέπεται να ανακάμψει 4,7% το 2021, σύμφωνα με το καλύτερο σενάριο του Ταμείου.

Οι οικονομίες της Ευρωζώνης θα συρρικνωθούν κατά 7,5% το 2020, με την Ιταλία που έχει πληγεί σκληρά να βλέπει το ΑΕΠ της να υποχωρεί κατά 9,1% και το ΑΕΠ της Ισπανίας να μειώνεται κατά 8%, της Γερμανίας κατά 7% και της Γαλλίας κατά 7,2%. Το Ταμείο προβλέπει ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα αναπτυχθεί με ρυθμό 4,7% το 2021, όσο και η αμερικανική οικονομία. Η Κίνα θα διατηρήσει θετικό ρυθμό ανάπτυξης (1,2%) το 2020 έναντι ρυθμού 6% που προέβλεπε το Ταμείο τον Ιανουάριο.

ΔΝΤ: Οι τράπεζες πιθανόν θα υποστούν ζημιές σε παγκόσμιο επίπεδο

Η έξαρση του νέου κορονοϊού αποκάλυψε «ρωγμές» στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και οι τράπεζες πιθανόν θα υποστούν ζημιές – τόσο από τα δάνεια που έχουν χορηγήσει όσο και από την μείωση των τιμών των στοιχείων ενεργητικού στην αγορά – που θα δοκιμάσουν τα αποθεματικά τους, προειδοποίησε σήμερα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ). Αν και οι τράπεζες έχουν σχηματίσει ισχυρά «μαξιλάρια» όσον αφορά τα κεφάλαια και τη ρευστότητά τους μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-2009, το ενδεχόμενο μίας μακράς και μεγάλης ύφεσης θα θέσει σε δοκιμασία τα αποθεματικά αυτά.

«Αυτή η κρίση αποτελεί μία πολύ σοβαρή απειλή για τη σταθερότητα του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος», ανέφερε το Ταμείο στην έκθεσή του για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα εν όψει της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, η οποία θα πραγματοποιηθεί μέσω βιντεοδιάσκεψης.

Τα μέτρα για την ανάσχεση της εξάπλωσης του ιού έχουν θέσει 16 εκατομμύρια Αμερικανούς εκτός της αγοράς εργασίας, προκάλεσαν πτώση των τιμών των μετοχών ύψους τρισεκατομμυρίων δολαρίων και θα μπορούσαν να οδηγήσουν στη μεγαλύτερη οικονομική συρρίκνωση από τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930, σύμφωνα με το ΔΝΤ. «Οι μειώσεις στις τιμές των στοιχείων ενεργητικού αναμένεται να οδηγήσουν σε ζημιές στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια πιο ριψοκίνδυνων αξιογράφων, αν και αυτές θα μπορούσαν να αντισταθμιστούν εν μέρει από κέρδη στο χαρτοφυλάκιο τους ασφαλών στοιχείων ενεργητικού», σημείωσε το ΔΝΤ.

Το Ταμείο τόνισε ότι η πίεση που εμφανίζεται στον τομέα εμπορικών ακινήτων των ΗΠΑ, καθώς οι ενοικιαστές πασχίζουν να πληρώσουν τους ιδιοκτήτες, αποτελεί ένα σημείο πιθανής δυσκολίας για τις τράπεζες, στις οποίες αντιστοιχεί το 70% του δανεισμού στον τομέα αυτό. Εταιρείες έχουν σπεύσει να ενεργοποιήσουν αχρησιμοποίητες πιστωτικές γραμμές τους στα τέλη του 2019, ύψους 10 τρισ. δολαρίων όπως εκτιμά το ΔΝΤ, θέτοντας υπό πίεση τις τράπεζες να μειώσουν τα «μαξιλάρια» ρευστότητάς τους.

Η πτώση των τιμών του πετρελαίου είναι, επίσης, πιθανόν να οδηγήσει σε πιστωτικές ζημιές τις τράπεζες που χορηγούν δάνεια στον ενεργειακό κλάδο, ενώ οι τράπεζες μπορεί να πάρουν ζημιές και από δάνεια σε νοικοκυριά που δυσκολεύονται, ανέφερε το Ταμείο. «Όσο περισσότερο συνεχισθεί η ξαφνική πτώση της οικονομικής δραστηριότητας, τόσο πιο πιθανό είναι να δουν οι τράπεζες πιστωτικές ζημιές», πρόσθεσε.

Οι υπεύθυνοι για την άσκηση πολιτικής έχουν λάβει ήδη αποφασιστικά δημοσιονομικά και νομισματικά μέτρα για να μειώσουν τον αντίκτυπο της πανδημίας, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Στις ΗΠΑ, η κεντρική τράπεζα (Fed) έχει λάβει μία σειρά πρωτοφανών μέτρων για να στηρίξει την οικονομία.

Ωστόσο, ορισμένες αναδυόμενες και πιο προχωρημένες αναπτυσσόμενες οικονομίες δεν έχουν τη «δύναμη πυρός» των οικονομιών της Δύσης και αντιμετωπίζουν μία «τέλεια καταιγίδα», καθώς η εγχώρια οικονομική πίεση μεγεθύνεται από εκροές – ρεκόρ κεφαλαίων και μειωμένη πρόσβαση σε εξωτερική χρηματοδότηση του χρέους τους. «Αυτή η απώλεια εξωτερικής χρηματοδότησης του χρέους είναι πιθανόν να ασκήσει πίεση στους πιο μοχλευμένους και λιγότερο αξιόχρεους δανειολήπτες», προειδοποίησε το Ταμείο.