Η Καγκελάριος της Γερμανίας Άγκελα Μέρκελ προχώρησε σε συστάσεις προς την Ελλάδα να προχωρήσει σε δομικές μεταρρυθμίσεις και να αξιοποιήσει τα κονδύλια από τα διαρθρωτικά ταμεία της ΕΕ, προκειμένου να τροφοδοτήσει την ανάπτυξη της οικονομίας της.

Ταυτόχρονα άνοιξε και το κεφάλαιο της μεταρρύθμισης της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οποία, όπως είπε, δεν πρέπει πλέον να θεωρείται «ταμπού».

«»Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι με τις τελευταίες ειδήσεις από την Ελλάδα», είπε η κ. Μέρκελ, από το βήμα της γερμανικής βουλής, κατά τη συζήτηση του σχεδίου προϋπολογισμού για το επόμενο έτος.

Η Καγκελάριος πρόσθεσε ότι «η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει σε δομικές μεταρρυθμίσεις, πρέπει να περάσει μεταρρυθμίσεις διαφάνειας» και ταυτόχρονα τόνισε την ανάγκη η Ελλάδα να κάνει επενδύσεις.

«Χρήματα υπάρχουν στην Ευρώπη. Η Ελλάδα δεν έχει απορροφήσει το 70% των κονδυλίων από τα διαρθρωτικά ταμεία και το ταμείο συνοχής. Χρήματα υπάρχουν και για την Πορτογαλία. Ζητούμενο είναι δομές με τις οποίες τροφοδοτείται η ανάπτυξη και οι οποίες δεν υπάρχουν επαρκώς», είπε η κ. Μέρκελ.

Η Γερμανίδα Καγκελάριος σημείωσε ότι η σημερινή κρίση, είναι κρίση χρέους ορισμένων χωρών της Ευρωζώνης.

Ωστόσο, «καθίσταται απόλυτα σαφές ότι τα προβλήματα μιας χώρας, ακόμη και αν είναι μιας χώρας, όπως η Ελλάδα, με το 2% του συνολικού ΑΕΠ της Ευρωζώνης, μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο ολόκληρο το κοινό νόμισμα», τόνισε η κ. Μέρκελ.

Επεσήμανε ότι «στην ισχύουσα σήμερα Συνθήκη της Λισαβόνας, δεν υπάρχει κανένας μηχανισμός που να υποχρεώνει να τηρούν το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και εκείνοι οι οποίοι δεν μπορούν, είτε δεν θέλουν να το τηρήσουν».

Η κ. Μέρκελ επεσήμανε την ανάγκη να εξελιχτεί περαιτέρω η Ευρώπη: «Χρειαζόμαστε περισσότερη Ευρώπη, σωστότερη Ευρώπη, μια Ευρώπη με μέλλον, μια ισχυρή Ευρώπη», είπε η κ. Μέρκελ και για την επίτευξή της «δεν πρέπει να είναι ταμπού αλλαγές των συνθηκών, προκειμένου να πετύχουμε μεγαλύτερο βαθμό δέσμευσης από τα κράτη-μέλη».

Σε άλλο σημείο της ομιλίας της η κ. Μέρκελ κατηγόρησε τις προηγούμενες κυβερνήσεις Σοσιαλδημοκρατών και Πρασίνων, υπό τον καγκελάριο Σρέντερ, τόσο γιατί δέχτηκαν την ένταξη της Ελλάδας στο ευρώ, «μολονότι είχαν γνώση της πραγματικότητας», όπως είπε, όσο και γιατί οδήγησαν σε χαλάρωση των κριτηρίων του Συμφώνου Σταθερότητας.

Η ομιλία της κ. Μέρκελ στη Μπούντεσταγκ είχε έντονο ευρωπαϊκό ύφος με συχνές αναφορές στη σημασία του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος για το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, τονίζοντας ότι «αν αποτύχει το ευρώ θα αποτύχει η Ευρώπη».

Εμφανίστηκε δε ικανοποιημένη με την απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας, το οποίο ενέκρινε τη συμμετοχή της χώρας στο πρώτο πακέτο στήριξης της Ελλάδας και τον προσωρινό μηχανισμό στήριξης του ευρώ, λέγοντας ότι με την αναβάθμιση του ρόλου της Βουλής σε μελλοντικές αποφάσεις, ενισχύεται η διαφάνεια στη λήψη αποφάσεων.

Για μία ακόμη φορά, η κ. Μέρκελ απέρριψε τη θέσπιση του ευρωομολόγου, το οποίο, όπως είπε, «θα έριχνε όλα τα χρέη σε ένα καζάνι και θα κοινοτικοποιούσε τα επιτόκια». Αυτό, όπως είπε, είναι «η λάθος απάντηση», ενώ η ίδια ακολουθεί το στόχο της «Ένωσης Σταθερότητας», με την ενίσχυση των δεσμεύσεων των κρατών – μελών.