Η ελληνική βιομηχανία βρίσκεται πλέον σε μία από τις πιο κρίσιμες καμπές της τελευταίας δεκαετίας, καθώς ο φόβος απώλειας ανταγωνιστικότητας ενισχύεται μέρα με τη μέρα. Με τις ενεργειακές τιμές να πιέζουν αδιάκοπα και τις εξελίξεις στην ευρωπαϊκή αγορά να λειτουργούν σαν προειδοποιητικό σήμα κινδύνου, οι επιχειρήσεις παρακολουθούν με αγωνία τις κυβερνητικές διεργασίες που θα καθορίσουν το ενεργειακό τους μέλλον.
Το πρόσφατο κύμα ανακοινώσεων περί κλεισίματος μονάδων της Norsk Hydro σε τέσσερις ευρωπαϊκές χώρες έχει προκαλέσει αναστάτωση και ανησυχία. Η απόφαση ενός από τους μεγαλύτερους βιομηχανικούς ομίλους της Ευρώπης να αναστείλει την παραγωγή του σε έξι εργοστάσια έως το 2026 δεν θεωρήθηκε απλώς εταιρική επιλογή, αλλά ένδειξη ότι το ενεργειακό κόστος λειτουργεί πλέον ως παράγοντας αποβιομηχάνισης. Και αυτό, σε μια περίοδο όπου η ήπειρος προσπαθεί να καλύψει το χαμένο έδαφος απέναντι σε ΗΠΑ και Κίνα, οι οποίες διαθέτουν χαμηλότερες τιμές ενέργειας και ευνοϊκότερες συνθήκες παραγωγής.
Την ίδια στιγμή, αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν κινηθεί με ταχύτητα. Η Γερμανία ανακοίνωσε επιδοτούμενο πλαφόν τιμών για τη βαριά βιομηχανία μέχρι το 2028, ενώ η Γαλλία προχωρά σε μεγάλη μείωση των χρεώσεων ηλεκτρικού ρεύματος για τις επιχειρήσεις της, με κόστος δισεκατομμυρίων για τον κρατικό προϋπολογισμό. Τα μέτρα τους, όσο κοστοβόρα και αν είναι, αντανακλούν μία κοινή διαπίστωση: χωρίς άμεση παρέμβαση, η ευρωπαϊκή παραγωγή κινδυνεύει να μετακινηθεί αλλού.
Η Ελλάδα δεν μπορεί να αγνοήσει τις εξελίξεις αυτές. Παρά τις δημόσιες δεσμεύσεις της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού για ένα πακέτο παρέμβασης στο ενεργειακό κόστος, το βιομηχανικό περιβάλλον παραμένει επιφυλακτικό. Η απουσία επιπλέον πιστώσεων στο προσχέδιο του προϋπολογισμού έχει εντείνει την ανησυχία, ενώ το οικονομικό επιτελείο αναζητά λύσεις που δεν θα επιβαρύνουν υπέρμετρα τα δημόσια οικονομικά.
Στο τραπέζι βρίσκεται ακόμη η πρόταση για ένα μοντέλο αντίστοιχο του ιταλικού, το οποίο θα προσαρμοστεί στα δεδομένα της ελληνικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Ο ΣΕΒ, που υπολογίζει το κόστος στήριξης των ενεργοβόρων μονάδων περίπου στα 200 εκατ. ευρώ, επισημαίνει ότι χωρίς έγκαιρη παρέμβαση ο παραγωγικός ιστός της χώρας θα δυσκολευτεί να μείνει ανταγωνιστικός στις διεθνείς αγορές.
Κυβερνητικοί κύκλοι εκτιμούν ότι οι οριστικές αποφάσεις είναι θέμα ημερών, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη συντονισμένη διαβούλευση με τους εκπροσώπους της βιομηχανίας. Ωστόσο, ο χρόνος πιέζει: κάθε καθυστέρηση αφήνει την ελληνική παραγωγή περισσότερο εκτεθειμένη σε ένα ενεργειακό περιβάλλον που αλλάζει γοργά και όπου οι ανταγωνιστές τρέχουν ήδη με κρατική στήριξη.
Μέσα σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, το ζητούμενο για την Ελλάδα δεν είναι απλώς να παρακολουθήσει τις εξελίξεις, αλλά να προλάβει τις συνέπειές τους. Η έκβαση των αποφάσεων της κυβέρνησης θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό αν η ελληνική βιομηχανία θα μπορέσει να ανταπεξέλθει ή αν θα αναγκαστεί να προσαρμοστεί σε ένα δυσμενέστερο μέλλον.