Το 2026 φέρνει ένα νέο τοπίο για το ασφαλιστικό και τις συντάξεις, με τέσσερις σημαντικές παρεμβάσεις που αναμένεται να επηρεάσουν εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους, αλλά και τους ελεύθερους επαγγελματίες.

Στο επίκεντρο βρίσκεται η αναμόρφωση της προσωπικής διαφοράς, ένα θέμα που αφορά περίπου 650.000 παλιούς συνταξιούχους. Η «προσωπική διαφορά» λειτούργησε ως μηχανισμός προστασίας κατά τη μετάβαση στο νέο σύστημα υπολογισμού των συντάξεων, ωστόσο πλέον αποτελεί εμπόδιο στη λήψη αυξήσεων. Έτσι, πολλοί συνταξιούχοι έχουν μείνει χωρίς καμία ενίσχυση τα τελευταία τρία χρόνια (2023–2025), με αποτέλεσμα σωρευτική απώλεια ονομαστικών αυξήσεων 13,15%. Εάν δεν υπάρξει αλλαγή και το 2026, η συνολική απώλεια θα φτάσει το 15%. Οι τελικές αποφάσεις αναμένονται στα τέλη Αυγούστου, με τις σχετικές εξαγγελίες να γίνονται στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.

Μια δεύτερη παρέμβαση αφορά τον νέο τρόπο υπολογισμού συντάξεων και εισφορών. Από την 1η Ιανουαρίου 2026, οι συντάξιμες αποδοχές θα αναπροσαρμόζονται με βάση έναν νέο δείκτη μισθών, αντί μόνο του πληθωρισμού. Το μέτρο θεωρείται ευνοϊκό, καθώς οι μισθοί τείνουν να αυξάνονται ταχύτερα από τον δείκτη τιμών καταναλωτή. Ενδεικτικά, αν ο δείκτης μισθών ανέλθει στο 4,5% το 2025, οι συντάξεις που θα υπολογιστούν το 2026 θα είναι υψηλότερες σε σχέση με τον υπολογισμό αποκλειστικά μέσω πληθωρισμού. Ο ίδιος δείκτης θα χρησιμοποιηθεί και για την ετήσια προσαρμογή των εισφορών ελευθέρων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών, με πρόβλεψη να μην συνδέεται με τις μισθολογικές αυξήσεις στον δημόσιο τομέα (που είναι υψηλότερες), ώστε να περιοριστεί η επιβάρυνση.

Η τρίτη αλλαγή αφορά τις ετήσιες αυξήσεις στις κύριες συντάξεις, οι οποίες στο τέλος Δεκεμβρίου 2025 (για τις πληρωμές Ιανουαρίου 2026) θα κυμανθούν από 2,5% έως 2,7%. Σε απόλυτα μεγέθη αυτό σημαίνει αυξήσεις από 14 έως 81 ευρώ, ανάλογα με το ύψος της καταβαλλόμενης σύνταξης.

Η τέταρτη παρέμβαση συνδέεται με την καθιέρωση ετήσιου επιδόματος 250 ευρώ για χαμηλοσυνταξιούχους, άτομα με αναπηρία και ανασφάλιστους υπερήλικες. Το βοήθημα θα καταβάλλεται κάθε Νοέμβριο σε πάνω από 1,4 εκατ. δικαιούχους, με βάση εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια. Για άγαμους το όριο τίθεται σε 14.000 ευρώ ετήσιου εισοδήματος και 200.000 ευρώ περιουσίας, ενώ για ζευγάρια ή μέρη συμφώνου συμβίωσης τα όρια είναι 26.000 ευρώ και 300.000 ευρώ αντίστοιχα. Ο δημοσιονομικός αντίκτυπος της παροχής εκτιμάται στα 360 εκατ. ευρώ ετησίως.

Δικαιούχοι είναι συνταξιούχοι άνω των 65 ετών, άτομα με αναπηρία που λαμβάνουν επιδόματα από τον ΟΠΕΚΑ ή τον e-ΕΦΚΑ και ανασφάλιστοι υπερήλικες άνω των 67 ετών. Ειδικά για τους τελευταίους, το επίδομα προστίθεται στο υφιστάμενο μηνιαίο βοήθημα κοινωνικής αλληλεγγύης των 409,13 ευρώ. Υπολογίζεται ότι θα καλύπτονται συνολικά 1.157.551 συνταξιούχοι, 248.823 άτομα με αναπηρία και 34.357 ανασφάλιστοι ηλικιωμένοι.

Το νέο πλαίσιο διαμορφώνει ένα μείγμα ενισχύσεων και επιβαρύνσεων: από τη μια πλευρά, μεγαλύτερες αυξήσεις συντάξεων και στοχευμένα επιδόματα· από την άλλη, υψηλότερες εισφορές για τους αυτοαπασχολούμενους. Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν το ισοζύγιο αυτών των αλλαγών θα ενισχύσει ουσιαστικά το εισόδημα των συνταξιούχων ή αν θα αναπαράγει νέες ανισότητες μεταξύ παλιών και νέων συνταξιοδοτικών κατηγοριών.