Η Κίνα κατηγόρησε σήμερα τις χώρες της G7 ότι «ενσπείρουν τη διχόνοια» μετά την καταγγελία από τις μεγάλες βιομηχανικές δυνάμεις της έλλειψης διαφάνειας στις εμπορικές πρακτικές του Πεκίνου.

Οι ηγέτες της G7, που συνήλθαν σε σύνοδο κορυφής στη Βαυαρία, χρησιμοποίησαν επιθετική γλώσσα κατά της Κίνας στο τελικό τους ανακοινωθέν της τριήμερης συνόδου.

Έπειτα από παλινωδίες ετών σχετικά με τη στάση της απέναντι στο Πεκίνο, η G7 εξέφρασε συγκεκριμένα τις ανησυχίες της σε ό,τι αφορά την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα. Η G7 κατήγγειλε επίσης εμπορικές πρακτικές «αδιαφανείς, που προκαλούν στρεβλώσεις στην αγορά».

Η Κίνα επέκρινε τη στάση που υιοθέτησε απέναντί της η G7. «Τη στιγμή που η διεθνής κοινότητα αγωνίζεται κατά της πανδημίας και προσπαθεί να ανατάξει την οικονομία, η G7 όχι μόνο δεν αναλαμβάνει δέσμευση για την ενότητα και τη συνεργασία, αλλά αντίθετα επιδιώκει να ενσπείρει τη διχόνοια και να δημιουργήσει ανταγωνισμούς, χωρίς καμία αίσθηση ευθύνης ή ηθικές αξίες» δήλωσε στους δημοσιογράφους ο εκπρόσωπος της κινεζικής διπλωματίας, Ζάο Λιτζιάν.

Η Ουάσινγκτον, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, επικρίνει διαχρονικά τις εμπορικές πρακτικές του Πεκίνου, που κατηγορείται ότι ευνοεί τις κινεζικές επιχειρήσεις εις βάρος των ξένων εταιρειών.

Αλλά για την Γερμανία, πρώτη οικονομία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, για την οποία η Κίνα είναι ο πρώτος εμπορικός εταίρος, η ύψωση των τόνων και η έκθεση σε οικονομικά αντίποινα αποτελεί κάτι καινούργιο.

Στο τελικό ανακοινωθέν τους, οι ηγέτες των χωρών της G7 δηλώνουν ότι θέλουν «να ευνοήσουν την διαφοροποίηση και την αντίσταση στον οικονομικό καταναγκασμό και να περιορίσουν τις στρατηγικές εξαρτήσεις».

Οι επικρίσεις κατά του Πεκίνου διατυπώθηκαν λίγες ώρες πριν από την έναρξη της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ, κατά την οποία αναμένεται ότι η Κίνα θα χαρακτηρισθεί «πρόκληση ασφαλείας» για την Ατλαντική Συμμαχία.