Έντονη κριτική στο νομοσχέδιο του αυστριακού υπουργείου Εσωτερικών για την απαγόρευση τρομοκρατικών οργανώσεων όπως το Ισλαμικό Κράτος και η Αλ Κάιντα, ασκεί με ανακοίνωσή της η «Αυστριακή Επιτροπή Μαουτχάουζεν», η οποία ζητά να μην υποβαθμίζεται η σημασία της δράσης των νεοναζιστών

Η Επιτροπή Μαουτχάουζεν επικρίνει σφοδρά το γεγονός ότι η διάδοση ναζιστικών συμβόλων επισείει πολύ μικρότερες ποινές από ό, τι η ισλαμιστική προπαγάνδα ενώ, όπως επισήμανε ο πρόεδρος της Επιτροπής Βίλι Μέρνι, κανένας δημοκράτης δεν αντιτίθεται βέβαια στην καταπολέμηση της προπαγάνδας επικίνδυνων ομάδων που απαξιώνουν τον άνθρωπο, ωστόσο είναι ακατανόητο το γιατί ο νόμος για τη διάδοση ναζιστικών συμβόλων προβλέπει ανώτερη χρηματική ποινή 4.000 ευρώ, ενώ στη βάση του τωρινού νομοσχεδίου για σύμβολα του Ισλαμικού Κράτους η ποινή ανέρχεται σε 10.000 ευρώ.

Σύμφωνα με τον κ. Μέρνι, αυτή η διαφοροποίηση οδηγεί σε μια υποβάθμιση των ακροδεξιών εξτρεμιστικών δραστηριοτήτων, τη στιγμή μάλιστα που οι νεοναζιστικές ομάδες τόσο στην Αυστρία, όσο και στη Γερμανία, έχουν αποδείξει ότι ενστερνίζονται μια “εξίσου εξαιρετικά επικίνδυνη και απαξιωτική για τον άνθρωπο ιδεολογία”.

Επιπλέον -πρόσθεσε ο ίδιος- ο αριθμός ακροδεξιών και ρατσιστικών ποινικών αδικημάτων στην Αυστρία παρουσίασε μέσα στα προηγούμενα οκτώ χρόνια αύξηση κατά 175% και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει, λόγω επικέντρωσης της προσοχής στον «τζιχαντισμό», να παραβλέπονται «οι πολύ δραστήριες και πολύ βίαιες ακρότητες των ακροδεξιών» στη χώρα.

Ως εκ τούτου, όπως είπε, η Επιτροπή Μαουτχάουζεν απαιτεί αφενός να επιβάλονται για τη διάδοση ναζιστικών συμβόλων τουλάχιστον ίσες ποινές με εκείνες για τη διάδοση συμβόλων του Ισλαμικού Κράτους, κι αφετέρου να υπάρξει επιτέλους μια αποτελεσματικότερη παράγραφος στο νόμο κατά της υποδαύλισης μίσους, όπως επίσης η ποινικοποίηση ναζιστικών ενεργειών Αυστριακών πολιτών στο εξωτερικό.

Αφορμή για την σημερινή κριτική της Επιτροπής Μαουτχάουζεν έδωσε η πρόσφατη παρουσίαση από την αυστριακή κυβέρνηση συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών και συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος ενός πακέτου μέτρων με στόχο μια σκληρότερη στάση απέναντι σε τρομοκρατικές οργανώσεις όπως το Ισλαμικό Κράτος.

Στο σχετικό νομοσχέδιο προβλέπεται μεταξύ άλλων η επέκταση του αδικήματος της υποδαύλισης μίσους -που θα υφίσταται ήδη με την ύπαρξη δέκα προσώπων στο ακροατήριο- η αφαίρεση του αυστριακού διαβατηρίου από πρόσωπα που διαθέτουν διπλή υπηκοότητα και συμμετέχουν σε εχθροπραξίες και η απαγόρευση χρησιμοποίησης σε δημόσιο χώρο συμβόλων οργανώσεων όπως «Ισλαμικό Κράτος» και «Αλ Κάιντα».

Για να δοθεί οριστικό τέλος στη διακίνηση ναζιστικών αναμνηστικών -αυθεντικών ή αντιγράφων τους- αλλά και ναζιστικών εντύπων, στις διάφορες υπαίθριες αγορές σε ολόκληρη την Αυστρία, η Αυστριακή Επιτροπή Μαουτχάουζεν είχε εκδώσει πριν από μερικούς μήνες ένα ειδικό ενημερωτικό φυλλάδιο, έχοντας συγχρόνως στόχο να πάψει πλέον να προτάσσεται η δικαιολογία της άγνοιας της νομοθεσίας από εκείνους που διαθέτουν αντικείμενα με ναζιστικά σύμβολα, κάτι που αποτελεί ποινικό αδίκημα στην Αυστρία βάσει του νόμου.

Το φυλλάδιο εστάλη σε επαγγελματίες πωλητές υπαίθριων αγορών, σε τοπικές αυτοδιοικήσεις, αλλά και στις αστυνομικές διευθύνσεις, καθώς υπάρχουν επανειλημμένα διαμαρτυρίες πολιτών, ότι δεν λαμβάνονται σοβαρά από αστυνομικά όργανα οι καταγγελίες για διακίνηση ναζιστικού υλικού σε υπαίθριες αγορές, ενώ επανειλημμένες ήταν οι παραστάσεις διαμαρτυρίας που έχει κάνει και η ίδια η Επιτροπή Μαουτχάουζεν στο υπουργείο Εσωτερικών και σε αστυνομικές αρχές.

Το στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Μαουτχάουζεν, έξω από το ομώνυμο χωριό, 170 χιλιόμετρα δυτικά της Βιέννης, δημιουργήθηκε από τους Γερμανούς ναζιστές τον Αύγουστο του 1938. Εκεί, μέχρι την απελευθέρωσή του από συμμαχικά στρατεύματα την 5η Μαΐου 1945, πάνω από 206.000 κρατούμενοι από συνολικά 40 χώρες γνώρισαν ό,τι πιο απάνθρωπο μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους, ενώ για τους 122.797 από αυτούς, ανάμεσά τους και 3.700 Έλληνες, η απελευθέρωση ήλθε πολύ αργά: είχαν ήδη αφήσει στα κρεματόρια του την τελευταία τους πνοή.

Μετά τον πόλεμο οι εγκαταστάσεις του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης μετατράπηκαν σε μουσείο και τόπο προσκυνήματος με μνημεία των χωρών —ανάμεσά τους και της Ελλάδας— που θρήνησαν θύματα και κάθε χρόνο, στην επέτειο της απελευθέρωσης, συρρέουν στο Μαουτχάουζεν πολλές χιλιάδες προσκυνητές από όλη την Ευρώπης, αλλά και οι ελάχιστοι επιζώντες του.

Στα θύματα του Μαουτχάουζεν είναι αφιερωμένο το μνημειώδες έργο του Μίκη Θεοδωράκη «Μαουτχάουζεν», που ο κορυφαίος μουσικοσυνθέτης μελοποίησε το 1966 σε ποίηση του μεγάλου Έλληνα Ακαδημαϊκού, συγγραφέα και ποιητή Ιάκωβου Καμπανέλλη, ο οποίος υπήρξε για δυόμισι χρόνια κρατούμενος στο στρατόπεδο συγκέντρωσης και ένας από τους ελάχιστους επιζώντες του.