Η Διεθνής Αμνηστία υποστήριξε σήμερα πως ο στρατός της Νιγηρίας είχε προειδοποιηθεί για την επίθεση, που επρόκειτο να πραγματοποιήσει η εξτρεμιστική οργάνωση Μπόκο Χαράμ στο Τσίμποκ, η οποία κατέληξε στην απαγωγή περισσότερων από 200 νεαρών μαθητριών, όμως δεν έλαβε κανένα άμεσο μέτρο για να εμποδίσει τους ισλαμιστές.

«Οι συγκλονιστικές μαρτυρίες που συγκέντρωσε η Διεθνής Αμνηστία αποκαλύπτουν ότι οι δυνάμεις της τάξης δεν αντέδρασαν τις προειδοποιήσεις που τους είχαν γίνει για μια ενδεχόμενη ένοπλη επίθεση της Μπόκο Χαράμ στο οικοτροφείο του δημόσιου λυκείου του Τσίμποκ», απ’ όπου απήχθησαν οι μαθήτριες, αναφέρεται στην ανακοίνωση που εξέδωσε η μη κυβερνητική οργάνωση.

Η οργάνωση υποστηρίζει ότι οι πληροφορίες της προέρχονται από «αξιόπιστες πηγές».

«Η Διεθνής Αμνηστία επιβεβαίωσε ότι το γενικό επιτελείο στρατού στο Μαϊντουγκούρι προειδοποιήθηκε για την επικείμενη επίθεση λίγα λεπτά μετά τις 19:00 (τοπική ώρα) της 14ης Απριλίου, δηλαδή περίπου τέσσερις ώρες πριν εξαπολύσει την επίθεση η Μπόκο Χαράμ» στην πόλη Τσίμποκ της Πολιτείας Μπόρνο, συνεχίζει η ανακοίνωση.

Όμως ο στρατός δεν συγκέντρωσε ικανό αριθμό στρατιωτών για να σταματήσει την επίθεση “λόγω των περιορισμένων πόρων που διαθέτει, αλλά και εξαιτίας του φόβου να συγκρουστεί με τους ένοπλους (ισλαμιστές) που συχνά είναι καλύτερα εξοπλισμένοι”, εξηγεί η οργάνωση.

Οι 17 στρατιώτες που έχουν τη βάση τους στο Τσίμποκ αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν όταν επιτέθηκαν οι αντάρτες.

«Το γεγονός ότι οι δυνάμεις ασφαλείας της Νιγηρίας ήταν ενήμερες για την επικείμενη επίθεση της Μπόκο Χαράμ αλλά δεν ήταν σε θέση να αντιδράσουν άμεσα για να την εμποδίσουν εντείνει την εθνική και διεθνή αγανάκτηση για αυτό το αποτρόπαιο έγκλημα», δήλωσε ο Νετσανέτ Μπελάι, ο υπεύθυνος της Διεθνούς Αμνηστίας για θέματα που αφορούν την Αφρική.