Αύξηση παρουσιάζει και πάλι στην Ευρώπη ο αριθμός των νέων κρουσμάτων του κορονοϊού, όπως προειδοποίησε σήμερα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), ο οποίος έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για τα συστήματα υγείας των χωρών, τα οποία ήδη δέχονται πιέσεις, σε περίπτωση που δεν τεθεί υπό έλεγχο η κατάσταση.

«Την προηγούμενη εβδομάδα παρατηρήθηκε στην Ευρώπη αύξηση του εβδομαδιαίου αριθμού των νέων κρουσμάτων για πρώτη φορά εδώ και μήνες (…) 30 χώρες είδαν να αυξάνεται ο αριθμός των νέων κρουσμάτων στη διάρκεια των δύο τελευταίων εβδομάδων» επεσήμανε ο διευθυντής του ΠΟΥ αρμόδιος για την Ευρώπη Χανς Κλούγκε στη διάρκεια διαδικτυακής συνέντευξης Τύπου από την Κοπεγχάγη.

«Σε ένδεκα από τις χώρες αυτές, η επιτάχυνση της μετάδοσης επέφερε μια πολύ σημαντική αύξηση που, αν δεν τεθεί υπό έλεγχο, θα ωθήσει τα συστήματα υγείας στο χείλος του γκρεμού και πάλι στην Ευρώπη», συνέχισε χωρίς να κατονομάσει χώρες ούτε να αναφέρει αριθμούς.

Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, στην Ευρώπη καταγράφονται καθημερινά σχεδόν 20.000 νέα κρούσματα και περισσότεροι από 700 θάνατοι.

Ο Κλούγκε χαιρέτισε εξάλλου την «ταχεία» αντίδραση χωρών όπως η Πολωνία, η Γερμανία, η Ισπανία και το Ισραήλ μπροστά στην αύξηση των νέων κρουσμάτων που σημειώθηκε «στα σχολεία, τα ανθρακωρυχεία και τις μονάδες παραγωγής τροφίμων» αυτές τις τελευταίες εβδομάδες.

«Όταν εμφανίσθηκαν νέες ομάδες κρουσμάτων, ελέγχθηκαν με ταχείες και στοχευμένες επεμβάσεις», δήλωσε εκφράζοντας την ικανοποίησή του.

Ο ευρωπαϊκός κλάδος του ΠΟΥ, που εκτείνεται από τον Ατλαντικό μέχρι τον Ειρηνικό και περιλαμβάνει 53 χώρες τόσο ετερόκλιτες όσο η Ρωσία και η Ανδόρα, αριθμεί επισήμως περισσότερα από 2,5 εκατομμύρια κρούσματα, σύμφωνα με τον οργανισμό.

Αύξηση χρηματοδότησης από Γαλλία και Γερμανία

Στο μεταξύ, Παρίσι και Βερολίνο εξέφρασαν σήμερα τη στήριξή τους προς τον ΠΟΥ στη μάχη του κατά της επιδημίας covid-19, με τη Γερμανία να ανακοινώσει ότι θα συνεισφέρει περίπου μισό δισεκατομμύριο ευρώ στον οργανισμό φέτος.

Ο επικεφαλής του ΠΟΥ Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεεσούς, που συμμετείχε σε συνέντευξη Τύπου από τη Γενεύη, δήλωσε ότι ο οργανισμός, που δέχεται σφοδρές επικρίσεις από τις ΗΠΑ για τον τρόπο που διαχειρίζεται την πανδημία, λαμβάνει όση πολιτική και οικονομική στήριξη χρειάζεται.

Ο Γερμανός υπουργός Υγείας Γενς Σπαν δήλωσε πως τα 500 εκατομμύρια ευρώ είναι «το υψηλότερο ποσό που έχουμε δωρίσει ποτέ» στον ΠΟΥ.

«Χρειαζόμαστε σήμερα περισσότερο παρά ποτέ άλλοτε έναν ΠΟΥ που να είναι ισχυρός, διαφανής και να λογοδοτεί», δήλωσε ο Σπαν. «Έναν ΠΟΥ ικανό να ηγηθεί και να συντονίσει την παγκόσμια απάντηση.

Η Γαλλία δήλωσε πως θα δώσει 90 εκατομμύρια ευρώ σ’ ένα κέντρο έρευνας του ΠΟΥ στη Λιόν, καθώς και μια πρόσθετη συνεισφορά 50 εκατ. ευρώ.

«Πιστεύω αληθινά πως ο κόσμος χρειάζεται περισσότερο παρά ποτέ έναν πολυμερή οργανισμό», δήλωσε ο Γάλλος υπουργός Υγείας Ολιβιέ Βεράν. «Πιστεύω πως ο κόσμος δεν μπορεί να απαλλαγεί από εταίρους. Χρειαζόμαστε μια παγκόσμια απάντηση (στην Covid-19) και μόνο ο ΠΟΥ μπορεί να παράσχει αυτή την απάντηση».

Περισσότεροι από 9,44 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο έχουν μολυνθεί από τον κορονοϊό και 481.672 έχουν πεθάνει, σύμφωνα με απολογισμό του Reuters.

ΟΗΕ: Η πανδημία Covid-19 θα μεγεθύνει τους κινδύνους που συνδέονται με το λαθρεμπόριο ναρκωτικών

Η πανδημία του νέου κορονοϊού θα μεγεθύνει τους κινδύνους που συνδέονται με το λαθρεμπόριο ναρκωτικών, λόγω μιας προβλεπόμενης αύξησης του λαθρεμπορίου ψυχοτρόπων ουσιών, της χρήσης πιο επιβλαβών ουσιών και της μείωσης των κρατικών προϋπολογισμών για την υγειονομική περίθαλψη, επισημαίνει η υπηρεσία του ΟΗΕ κατά των ναρκωτικών και του εγκλήματος UNODC.

Στην ετήσια έκθεσή της για τα ναρκωτικά, η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, όπως μεταδίδει το ΑΜΠΕ, η υπηρεσία αυτή του ΟΗΕ συγκρίνει τον αντίκτυπο της πανδημίας Covid-19 στην αγορά ψυχοτρόπων ουσιών με αυτόν της οικονομικής κρίσης του 2008.

Η αύξηση της ανεργίας και η έλλειψη οικονομικών ευκαιριών ενδέχεται να ωθήσουν «τους φτωχούς και τους μη προνομιούχους να στραφούν σε παράνομες δραστηριότητες που συνδέονται με τα ναρκωτικά –είτε πρόκειται για την παραγωγή τους είτε για την διακίνησή τους» αναφέρει η υπηρεσία αυτή του ΟΗΕ στην ετήσια έκθεσή της.

«Η κρίση της Covid-19 και η οικονομική επιβράδυνση απειλούν να επιδεινώσουν κι άλλο τους κινδύνους από τα ναρκωτικά, την ώρα που τα συστήματά μας υγείας και κοινωνικής πρόνοιας βρίσκονται στο χείλος της καταστροφής και οι κοινωνίες μας δυσκολεύονται να τους αντιμετωπίσουν» σημειώνει η διευθύντρια της υπηρεσίας αυτής των Ηνωμένων Εθνών Γάντα Ουάλι.

Η UNODC εκφράζει τον φόβο ότι οι κυβερνήσεις θα αναθεωρήσουν προς τα κάτω τους προϋπολογισμούς τους που προορίζονται για την πρόληψη και την θεραπεία των χρηστών, αλλά και για την χρηματοδότηση του διεθνούς αγώνα κατά του λαθρεμπορίου ναρκωτικών.

Η υπηρεσία αυτή καλεί τα κράτη «να δείξουν μεγαλύτερη αλληλεγγύη και να υποστηρίξουν ιδιαίτερα τις αναπτυσσόμενες χώρες για να αγωνιστούν κατά του λαθρεμπορίου» και να μεριμνήσουν για τις παθήσεις που συνδέονται με τα ναρκωτικά.

Το κλείσιμο συνόρων και οι άλλοι περιορισμοί που οφείλονται στις προσπάθειες για τη διαχείριση της πανδημίας του νέου κορονοϊού έχουν ήδη προκαλέσει αύξηση των τιμών και μείωση της καθαρότητας των ναρκωτικών ουσιών, επισημαίνεται επίσης στην έκθεση.

Το λαθρεμπόριο δείχνει παράλληλα να εξαρτάται περισσότερο από τις θαλάσσιες οδούς, κυρίως για την αποστολή κοκαΐνης από την Λατινική Αμερική προς την Ευρώπη. Το λαθρεμπόριο στο διαδίκτυο που γίνεται μέσω του Darknet, του «σκοτεινού δικτύου», το οποίο προσφέρει στους χρήστες απόλυτη ανωνυμία, όπως και οι αποστολές μέσω ταχυδρομείου, ενδέχεται επίσης να αυξηθούν, επισημαίνεται επίσης στην έκθεση.

Οι εξελίξεις αυτές εντάσσονται σε ένα πλαίσιο παγκόσμιας αύξησης της χρήσης ναρκωτικών, ιδιαίτερα στις αναπτυσσόμενες χώρες, σύμφωνα και πάλι με την έκθεση της UNODC, στην οποία αναλύονται τα στοιχεία που υπάρχουν ως τις αρχές του 2019.

Περίπου 269 εκατομμύρια άνθρωποι έκαναν χρήση ναρκωτικών στον κόσμο το 2018, ήτοι 30% περισσότεροι από το 2009, ενώ περισσότεροι από 35 εκατομμύρια χρήστες υποφέρουν από ιατρικά προβλήματα.

Η ναρκωτική ουσία της οποίας έγινε η μεγαλύτερη χρήση το 2018 ήταν η κάνναβη, με περίπου 192 εκατομμύρια χρήστες. Τα οπιοειδή παρέμειναν ωστόσο οι πιο επιβλαβείς ναρκωτικές ουσίες. Οι θάνατοι που συνδέονται με την κατάχρησή τους αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας κατά 71%, επισημαίνεται τέλος στην έκθεση αυτή.