Τέλος στη ζωή του έβαλε ένας «ρευστοποιητής» του Τσέρνομπιλ, έχοντας δει την ομώνυμη σειρά του ΗΒΟ, η οποία του ξύπνησε δύσκολες αναμνήσεις και θυμό για την εγκατάλειψή του από το κράτος.

Οι «ρευστοποιητές» ήταν οι άνθρωποι που απομάκρυναν τα τοξικά απόβλητα, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην αποτροπή του πλήρους πυρηνικού ολέθρου. Τρεις εξ αυτών πρόσφεραν τη ζωή τους με αυτοθυσία.

Ο 61χρονος Nagashibay Zhusupov υποχρεώθηκε να μετακομίσει με τη γυναίκα και τα πέντε παιδιά τους σε ένα απαίσιο μικτό χόστελ, όταν η κυβέρνηση αρνήθηκε να του παραχωρήσει ένα από τα διαμερίσματα που διατέθηκαν σε άλλους βετεράνους του πυρηνικού δυστυχήματος του 1986.

Όπως αναφέρει η Daily Mail, ο 61χρονος έπεσε τον Ιούνιο από την ταράτσα πενταώροφου κτιρίου στο Καζακστάν και σκοτώθηκε επί τόπου.

Η 25χρονη κόρη του Gaukhar είπε πως υποπτεύεται αυτοκτονία του πατέρα της και τη συνέδεσε με το ότι ο άνδρας είχε παρακολουθήσει τη σειρά «Τσέρνομπιλ» του ΗΒΟ με δάκρυα στα μάτια, επειδή του ξύπνησε επώδυνες αναμνήσεις της θυσίας του.

Οι φίλοι του, σύμφωνα με το δημοσίευμα, πιστεύουν πως αυτοκτόνησε επειδή ένιωθε παραμελημένος από τις αρχές παρότι είχε υπηρετήσει ως «καθαριστής» στον πυρηνικό αντιδραστήρα 4 του Τσέρνομπιλ μετά την έκρηξη του 1986 και αργότερα στη σοβιετική μονάδα πυρηνικών δοκιμών στο Semipalatinsk.

Πολλοί βετεράνοι του Τσέρνομπιλ δέχθηκαν στέγη και υψηλές συντάξεις από τις κυβερνήσεις χωρών της πρώην ΕΣΣΔ, όπως η Ουκρανία, η Ρωσία, η Λευκορωσία και το Καζακστάν, αλλά ο Zhusupov ένιωθε εξαπατημένος, όπως σημειώνει η Corriere della Sera. «Ζούσε φτωχός, χωρίς κανονικό σπίτι» περιέγραψε ένας φίλος του.

Ο Bakitzhan Satov, επικεφαλής οργάνωσης που εκπροσωπεί τους καθαριστές του Τσέρνομπιλ, οι οποίοι έδωσαν μάχη στον πυρηνικό σταθμό μετά την έκρηξη, ανέφερε πως ο Zhusupov ήταν από τους πρώτους που είχαν φτάσει στο σημείο. Κι όμως, «επιβραβεύτηκε» με ένα άθλιο δωμάτιο σε χόστελ, πολύ μικρό για τον ίδιο και την οικογένειά του.

Επί χρόνια ζητούσε να του δοθεί διαμέρισμα όπως αυτά που είχαν προσφερθεί σε άλλους βετεράνους του Τσέρνομπιλ, σε ανταπόδοση για τη θυσία του.

Όμως έπειτα από δέκα χρόνια αναμονής, διαπίστωσε πως το όνομά του είχε διαγραφεί από τη σχετική λίστα.

«Την τελευταία φορά που τον είδα, τον έτρωγε το ότι δεν του είχαν δώσει διαμέρισμα» εξηγεί ο Satov. «Πιστεύω πως πήδηξε στο κενό επειδή βρισκόταν σε πλήρη απελπισία, για πολλά χρόνια δεν είχε ένα κανονικό σπίτι» πρόσθεσε.

Από τη δουλειά του στο Τσέρνομπιλ είχε πληγεί σημαντικά και η υγεία του.

Τον βασάνιζαν ανυπόφοροι πονοκέφαλοι, κατέρρεε συχνά και είχε μεγάλα διαστήματα παραμονής στο νοσοκομείο. Η σύνταξή του μαζί με τα επιδόματα αναπηρίας ήταν 39 ευρώ την εβδομάδα.

Σε συνέντευξή του λίγο πριν τον θάνατό του, ο Zhusupov είχε πει: «Κανείς δεν μας είπε γιατί μας είχαν καλέσει να εργαστούμε στο Τσέρνομπιλ. Εγώ ήμουν τότε οδηγός φορτηγού». Ωστόσο ήταν ένας από τους πρώτους «καθαριστές» που έφτασαν στον αντιδραστήρα όπου είχε σημειωθεί η έκρηξη.

«Μετά το Τσέρνομπιλ επιδεινώθηκε η υγεία μου. Εργάστηκα και στη μονάδα δοκιμών στο Semipalatinsk» είχε προσθέσει.

«Όλοι παρακολουθούσαμε τη σειρά Τσέρνομπιλ. Ο μπαμπάς την είδε και θυμήθηκε με πολύ πόνο όλα εκείνα που πέρασε. Παρακολουθούσε με δάκρυα στα μάτια» εξήγησε η κόρη του. «Ο μπαμπάς μου είχε κάποια στήριξη από την κυβέρνηση αλλά όχι με τον τρόπο που ήθελε. Ονειρευόταν να έχει ένα διαμέρισμα από το κράτος όπως κι άλλοι συνάδελφοί του που θυσίασαν την υγεία του. Αλλά παρέμεινε μόνο όνειρο ως το τέλος».

Παρά τα προβλήματά του, ο 61χρονος πάντα προσπαθούσε να βοηθήσει τους άλλους και ήταν γεμάτος ενέργεια όταν έπαιζε με τα εγγόνια του. «Δεν μπορούμε να πιστέψουμε αυτό που συνέβη και πως δεν θα ξαναέρθει σπίτι ποτέ» κατέληξε η κόρη του.