Παρά την αύξηση των εκτελέσεων θανατοποινιτών σε πολλές χώρες, όπως οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, η Διεθνής Αμνηστία κατέγραψε 690 εκτελέσεις σε διεθνές επίπεδο το 2018, αριθμός που είναι ο χαμηλότερος εδώ και δέκα χρόνια.

Ωστόσο, όπως σημειώνει η οργάνωση σε έκθεσή της, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, ο αριθμός αυτός δεν συμπεριλαμβάνει τις εκτελέσεις στην Κίνα, όπου τα στοιχεία αυτού του είδους αποτελούν κρατικό μυστικό. «Πιστεύεται ότι οι εκτελέσεις αυτές είναι χιλιάδες» σημειώνει η Διεθνής Αμνηστία.

«Η μείωση του αριθμού των εκτελέσεων σε παγκόσμια κλίμακα» κατά 31% σε σύγκριση με την αμέσως προηγούμενη χρονιά, «αποδεικνύει ότι ακόμα και οι χώρες όπου πιστευόταν πως αυτό ήταν τελείως απίθανο προχωρούν σε μια αλλαγή καθώς συνειδητοποιούν ότι η θανατική ποινή δεν είναι λύση» δήλωσε ο Κούμι Νάιντου, Γενικός Γραμματέας της Διεθνούς Αμνηστίας.

Αυτή η τάση «γεννά την ελπίδα ότι δεν είναι παρά ζήτημα χρόνου πριν αυτή η απάνθρωπη και απαρχαιωμένη τιμωρία θα ανήκει στο παρελθόν».

Η Οργάνωση εξηγεί ότι η μείωση οφείλεται κυρίως στην τροποποίηση της νομοθεσίας για την καταπολέμηση της διακίνησης και της χρήσης ναρκωτικών στο Ιράν -ο αριθμός των εκτελέσεων στην Ισλαμική Δημοκρατία μειώθηκε κατά 50% -και στη μείωση «των αριθμών σε κάποιες από τις χώρες που ευθύνονταν για τις περισσότερες εκτελέσεις», κυρίως στο Ιράκ, στο Πακιστάν και στη Σομαλία.

Πέραν της Κίνας, για την οποία δεν υπάρχουν παρά μόνο εκτιμήσεις, οι χώρες που επιβάλλουν τη θανατική ποινή σε πιο μαζική κλίμακα ήταν πέρυσι το Ιράν (253), η Σαουδική Αραβία (149), το Βιετνάμ (85) και το Ιράκ (52). Σε αυτές τις τέσσερις χώρες μαζί καταγράφονται τα τέσσερα πέμπτα (78%) των εκτελέσεων παγκοσμίως, όπως τονίζει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Παρά τη σημαντική υποχώρησή τους σε παγκόσμιο επίπεδο, ο αριθμός των εκτελέσεων αυξήθηκε σε πολλές χώρες, ειδικά στις ΗΠΑ (25), στην Ιαπωνία (15), στη Σιγκαπούρη (7) και στη Λευκορωσία (4). Η Ταϊλάνδη ξανάρχισε να προχωρά σε εκτελέσεις, για πρώτη φορά εδώ και μία δεκαετία.

Συνολικά, είκοσι χώρες προχώρησαν σε εκτελέσεις το 2018, και η θανάτωση έγινε με αποκεφαλισμό με ξίφος (Σαουδική Αραβία), με ηλεκτροπληξία (ΗΠΑ), δι’ απαγχονισμού (Αφγανιστάν, Ιαπωνία, Σιγκαπούρη), με την ενδοφλέβια χορήγηση θανατηφόρων χημικών (Κίνα, ΗΠΑ, Ταϊλάνδη) ή με τη χρήση πυροβόλων όπλων (Βόρεια Κορέα, Υεμένη).

Η Διεθνής Αμνηστία κατέγραψε την περασμένη χρονιά 2.531 καταδίκες σε θάνατο (αριθμός που δεν περιλαμβάνει την Κίνα), από 2.591 το 2017, εξέλιξη που αύξησε στους 19.336 τον αριθμό των ανθρώπων που περιμένουν την εκτέλεσή τους στις φυλακές σε διεθνές επίπεδο. Η Αμνηστία εκφράζει την έντονη ανησυχία της για «τη μεγάλη αύξηση του αριθμού» των καταδικών στην εσχάτη των ποινών σε ορισμένες χώρες.

Οι καταδίκες αυτές τετραπλασιάστηκαν στο Ιράκ (271 το 2018) και αυξήθηκαν κατά 75% στην Αίγυπτο (717).

Παρά τα στοιχεία αυτά, η Αμνηστία κρίνει πως η θανατική ποινή βρίσκεται «σε αποφασιστική μείωση» και αναφέρεται σε πολλά παραδείγματα λήψης μέτρων για να τερματιστεί αυτή η μορφή τιμωρίας.

Η Μπουρκίνα Φάσο υιοθέτησε νέο ποινικό κώδικα, που δεν προβλέπει την επιβολή της θανατικής ποινής, ενώ η Γκάμπια και η Μαλαισία κήρυξαν μορατόριουμ στις εκτελέσεις. Στις ΗΠΑ, ο νόμος για την εσχάτη των ποινών στην Πολιτεία της Ουάσινγκτον κηρύχθηκε αντισυνταγματικός.