Θετικό αντίκτυπο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μπορεί να έχει, υπό προϋποθέσεις, το αποτέλεσμα των χθεσινών εκλογών στην Τουρκία και η επανεκλογή από τον πρώτο γύρο του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην προεδρία της χώρας, σύμφωνα με την εκτίμηση του καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Ηλία Κουσκουβέλη. «Εάν ο Ερντογάν έχει την άνεση και δεν αισθάνεται ότι απειλείται, ενδεχομένως να αλλάξει στάση», εκτίμησε ο καθηγητής μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων, για να διευκρινίσει: «Νομίζω ότι έχει αυτό το παράθυρο ευκαιρίας, αν και εξαρτάται από τη στάση της αντιπολίτευσης. Ας μην ξεχνάμε ότι έχει καλλιεργηθεί με εξαίρεση το κουρδικό HDP ο εθνικισμός σε όλο το φάσμα, είτε πρόκειται για τη λαϊκή συμμαχία, είτε για την εθνική συμμαχία». Σημείωσε, δε, ότι είναι τα ειδικά χαρακτηριστικά στο σύνολο του πολιτικού φάσματος της Τουρκίας που θα καθορίσουν τις συνθήκες για κάτι τέτοιο. «Ολόκληρο το πολιτικό φάσμα της Τουρκίας είναι ιδιαίτερα δεξιά, πολύ στα άκρα. Θα εξαρτηθεί κυρίως από τον ηγέτη τον οποίο θεωρούν Μεσσία, Σωτήρα, Σουλτάνο κ.ο.κ το πως θα χειριστεί τα ζητήματα», επισήμανε. Για το αμέσως επόμενο διάστημα, ο καθηγητής προέβλεψε πως σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις θα παίξει η κατάσταση της οικονομίας στη γειτονική χώρα. «Θα υπάρξει οπωσδήποτε μια περίοδος εσωστρέφειας, η οποία πυροδοτείται από την αμφισβήτηση των αποτελεσμάτων και η οποία θα ενισχυθεί ιδιαιτέρως λόγω της οικονομικής κατάστασης, η οποία βαίνει διαρκώς επιδεινούμενη», ανέφερε. Και πρόσθεσε: «Αυτό πιθανώς να συνεπάγεται μειωμένες δυνατότητες για την πραγματοποίηση των μεγάλων έργων και ενδεχομένως μια μείωση των εξοπλιστικών δαπανών του γειτονικού κράτους, πράγμα που θα μειώσει την πίεση έναντι των γειτόνων συμπεριλαμβανομένων και ημών». Σχολιάζοντας τον συσχετισμό δυνάμεων που διαμορφώθηκε μέσα από τις χθεσινές εκλογές στην τουρκική Εθνοσυνέλευση, στάθηκε ιδιαίτερα στο γεγονός της παρουσίας ως τρίτης δύναμης στην τουρκική Ενθοσυνέλλευση του κόμματος του Τούρκου πολιτικού κουρδικής καταγωγής Σελαχατίν Ντεμιρτάς, που πέρασε το κατώφλι του 10%, όπως και σε αυτή του κόμματος της Μεράλ Άκσενερ. «Αυτό σημαίνει πως μόνο του το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν δεν έχει την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή της Τουρκίας, την έχει όμως σε συνδυασμό με το ακραίο κόμμα του Μπαχτσελί, το MHP και (έτσι μόνο) φτάνουν στους 340 περίπου βουλευτές», εξήγησε. Σύμφωνα με τον κ. Κουσκουβέλη, αυτό το γεγονός είναι και η αιτία στο «ότι υπήρχε μια διαφορά ανάμεσα στη μια κάλπη των βουλευτικών εκλογών και στην κάλπη για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας», ενώ με τα ποσοστά των δύο κομμάτων αθροιζόμενα να φτάνουν το 50% περίπου, «μάλλον το δεύτερο κόμμα, το μικρότερο MHP (είναι που) επωφελήθηκε από τη συμμαχία που έκανε με το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν». Καταληκτικά, ο καθηγητής διεθνών σχέσεων επισήμανε: «Η έμφαση δόθηκε στο να βγει ο Ερντογάν πρόεδρος προφανώς δικαιολογημένα διότι με τις εξουσίες που του προσφέρει η αναθεώρηση του Συντάγματος, αναθεώρηση που προώθησε και ολοκλήρωσε το ίδιος, σημασία έχει ποιος γίνεται Σουλτάνος και όχι ποιος ελέγχει τη Βουλή. Τη Βουλή μπορεί, αν δεν πάνε καλά τα πράγματα, να τη διαλύσει και να πάει εκ νέου σε εκλογές ή να ορίσει συμμαχική κυβέρνηση που ενδεχομένως να συμβεί».