Παρά τις διαδηλώσεις και τα επεισόδια επί τέσσερις ημέρες από κινήματα που εναντιώνονται στην κατασκευή μιας σιδηροδρομικής σύνδεσης υψηλής ταχύτητας Ιταλίας-Γαλλίας, ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Μόντι δεσμεύτηκε χθες ότι το έργο θα προχωρήσει, υποστηρίζοντας ότι αποτελεί μέρος της προσπάθειας της κυβέρνησής του για την αναζωογόνηση της οικονομίας.

Κάτοικοι του χωριού Βαλ ντι Σούζα στις Άλπεις, δυτικά του Τορίνου, έχουν διαδηλώσει επανειλημμένα εναντίον του έργου, προϋπολογισμού 15 δισ. Δολαρίων, το οποίο είχε συμφωνηθεί από τις κυβερνήσεις της Ιταλίας και της Γαλλίας το 2001 και αναμένεται να συγχρηματοδοτηθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι συγκρούσεις ανάμεσα στους διαδηλωτές και την αστυνομία κλιμακώθηκαν την Πέμπτη, όταν 29 αστυνομικοί και περίπου 100 διαδηλωτές τραυματίστηκαν. Την ίδια ημέρα έγιναν κινητοποιήσεις στη Ρώμη, στο Μιλάνο και σε άλλες ιταλικές πόλεις εναντίον του έργου. Η υπουργός Εσωτερικών Ανναμαρία Καντσελιέρι προειδοποίησε ότι θα εφαρμοστεί σκληρή γραμμή έναντι των βίαιων διαδηλωτών.

Σε δηλώσεις του για το θέμα, ο πρωθυπουργός Μόντι καταδίκασε τη βία και διέψευσε ότι το έργο θα βλάψει το περιβάλλον. Κάλεσε όσους εναντιώνονται σε αυτό να το δουν ως ένα μέσο για την βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας και την περαιτέρω προσέγγιση της Ιταλίας με την ΕΕ.

«Η χώρα προοδευτικά χάνει την επαφή της με την Ευρώπη καθώς η ανταγωνιστικότητα μειώνεται, οι δυσκολίες να βρει μια θέση στην παγκόσμια οικονομία αυξάνονται, όπως και αυτές να δημιουργηθούν καλές θέσεις εργασίας για τους νέους της. Θέλουμε η χώρα μας να είναι αποκομμένη, η χερσόνησος να είναι αποκομμένη από την Ευρώπη;», είπε ο Μόντι.

Ο Μόντι ανέλαβε πρωθυπουργός μιας, μη εκλεγμένης, κυβέρνησης τεχνοκρατών το Νοέμβριο, ενώ η Ιταλία αντιμετώπιζε το φάσμα μιας καταστροφικής χρεοκοπίας. Αποκατέστησε εν μέρει την εμπιστοσύνη των αγορών και μείωσε τα επιτόκια δανεισμού της Ιταλίας με μέτρα λιτότητας και αύξησης της ανταγωνιστικότητας, η οποία έφθινε για πάνω από μια δεκαετία.

Υποστήριξε ότι η νέα σιδηροδρομική σύνδεση θα μειώσει το χρόνο μετακίνησης από το Μιλάνο στο Παρίσι στις τέσσερις ώρες, θα διπλασιάσει τον όγκο των φορτίων προς τη Γαλλία και θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας.

Το κίνημα εναντίον του έργου αντιτείνει ότι με την κατασκευή της γραμμής θα «αλλοιωθεί και θα ζημιωθεί η οικολογική και υδρογεωλογική ισορροπία της περιοχής», ενώ «υπάρχει κίνδυνος μόλυνσης από αμίαντο».