Μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος της εσωτερικής τρομοκρατίας, από τις ισλαμιστικές ομάδες σύμφωνα με το Εθνικό Κέντρο Αντιτρομοκρατίας των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο Μάικλ Λέιτερ είναι επικεφαλής μιας υπηρεσίας που δημιουργήθηκε μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και εξηγεί η «πρώτη προτεραιότητα» του εθνικού κέντρου Αντιτρομοκρατίας των ΗΠΑ, είναι ο εντοπισμός αμερικανών πολιτών που έχουν στόχο να βλάψουν την ίδια τους την πατρίδα.

Η «εσωτερική τρομοκρατία» προκαλεί, εδώ και καιρό, ανησυχία και νευρικότητα στις αμερικανικές δυνάμεις ασφαλείας.

Ο αριθμός των πιθανών δραστών είναι ουσιαστικά μικρός, σύμφωνα με το διευθυντή της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών Τζέιμς Κλάπερ. Όμως είναι ευκολότερο για αυτούς, σε σχέση με τους ξένους, να αποκτήσουν πρόσβαση σε στρατηγικά σημαντικές αμερικανικές εγκαταστάσεις και παραμένουν σχεδόν…αόρατοι.

Για τον Κλάπερ αυτός είναι ένας πολύ καλός λόγος για να «επιμένει η αλ Κάιντα στην στρατολόγηση Αμερικανών».

Για τον Γκάρι ΛαΦρι, επικεφαλής του Εθνικού Κέντρου Μελέτης και Αντιμετώπισης της Τρομοκρατίας το οποίο υπάγεται στο Υπουργείο Εσωτερικής Ασφάλειας, η μεγαλύτερη απειλή για ευρείας κλίμακας επιθέσεις προέρχεται όχι μόνο από τους φονταμενταλιστές μουσουλμάνους αλλά και από ακροδεξιούς εξτρεμιστές.

Σύμφωνα με μελέτη της οργάνωσης Southern Poverty Law Centre που καταγράφει ρατσιστικά εγκλήματα, αυτές οι ομάδες αναπτύσσονται πολύ γρήγορα, κατά 60% μόνο το 2010.

Και όμως οι ισλαμικές φονταμενταλιστικές ομάδες συνεχίζουν να αποτελούν το επίκεντρο ερευνών.

Ο μουσουλμάνος Νιντάλ Μάλικ Χάσαν, ψυχίατρος του αμερικανικού στρατού έγινε πρώτο θέμα στις ειδήσεις όταν τον Νοέμβριο του 2009 σκότωσε 13 ανθρώπους στη στρατιωτική βάση του Φορτ Χουντ του Τέξας. Ο Χάσαν είχε επαφές με τον Ανουάρ αλ-Αουλάκι, αμερικανό πολίτη που διαφεύγει στην Υεμένη.

Σήμερα, ο αλ-Αουλάκι καταζητείται «νεκρός ή ζωντανός» από την αμερικανική κυβέρνηση και συνδέεται με μια σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων, ανάμεσά τους και αυτή τα Χριστούγεννα του 2009 σε αεροσκάφος στο Ντιτρόιτ.

Υποθέσεις για πιθανές επιθέσεις εσωτερικής τρομοκρατίας, στις οποίες εμπλέκονται ξένες οργανώσεις εμφανίζονται κάθε δύο ή τρεις εμβδομάδες. Για παράδειγμα στα μέσα Ιουλίου, 22χρονος από την Πενσιλβάνια κατηγορήθηκε για υποκίνηση «σε ιερό πόλεμο» μέσω του Ίντερνετ, ενθαρρύνοντας επιθέσεις μέσα στις ΗΠΑ.

«Έχουμε ασχοληθεί για αρκετό διάστημα με υποθέσεις συνωμοσίας», έχει δηλώσει η Τζάνετ Ναπολιτάνο υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας.

Το Ίντερνετ λειτουργεί ως βασικό εργαλείο επικοινωνίας και στρατολόγησης.

«Οι νόμιμοι κάτοικοι και πολίτες των ΗΠΑ αποτελούν ένα πολύτιμο κεφάλαιο για τις οργανώσεις διεθνούς τρομοκρατίας», τονίζουν οι ειδικοί σε θέματα τρομοκρατίας Ρικ Νέλσον και Μπεν Μποντούριαν από το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών στην Ουάσινγκτον.

Στο Facebook και σε χιλιάδες ριζοσπαστικά ισλαμικά φόρα υπάρχουν πολλοί έτοιμοι να στρατολογήσουν. Αλλά, όπως υποστηρίζουν οι δύο ειδικοί οι προσπάθειες των ΗΠΑ να περιορίσουν την διάδοση εξτρεμιστικού υλικού δεν επαρκούν. «Αν οι ΗΠΑ θέλουν να είναι επιτυχημένες στον αγώνα αυτό χρειάζονται «προσωπικό με μοναδικά προσόντα, ειδική εκπαίδευση και τεχνολογία», υπογραμμίζουν οι ίδιοι.

Οι αμερικανοί αξιωματούχοι γνωρίζουν πολύ καλά τις πιθανές καταστροφικές συνέπειες της τρομοκρατίας στον κυβερνοχώρο. Ο επικεφαλής του FBI Ρόμπερτ Μίλερ σημειώνει πως τέτοιες επιθέσεις μπορούν να καταστρέψουν ολόκληρα «τμήματα υποδομών που δεν είναι καλά προστατευμένα».