Μια νύχτα του Νοεμβρίου του 1957, δύο σερίφηδες έσπευσαν σε ένα απομονωμένο αγροτόσπιτο στην κεντρική Δύση των Ηνωμένων Πολιτειών για να προχωρήσουν σε σύλληψη για φόνο. Ο στόχος τους, ο μοναχικός και παράξενος Έντ Γκίν, ο οποίος έλειπε εκείνη τη στιγμή για δείπνο με μια γειτόνισσα. Ωστόσο, όσα ανακάλυψαν μέσα στο παραμελημένο σπίτι του σοκάρουν μέχρι σήμερα. Στο υπόστεγο του ξύλινου σπιτιού, βρέθηκε απαγχονισμένη η 58χρονη ιδιοκτήτρια καταστήματος εργαλείων, Μπέρνις Γουόρντεν, με το κεφάλι κομμένο και τον κορμό διαμελισμένο. Μέσα στο σπίτι του τρόμου, οι αστυνομικοί ανακάλυψαν μια ανθρώπινη καρδιά σε ένα τηγάνι στην κουζίνα, κρανία τοποθετημένα σε κρεβάτια και μάσκες φτιαγμένες από πρόσωπα γυναικών. Ακόμη χειρότερα, υπήρχε ένας κορσές και ένα κολάν κατασκευασμένα από ανθρώπινο δέρμα και η κεφαλή της Μπέρνις μέσα σε σάκο.

Οι φρικιαστικές ανακαλύψεις δεν σταμάτησαν εκεί. Σε όλο το βρόμικο και δύσοσμο σπίτι, ο Γκίν είχε καλύψει καρέκλες με δέρμα, ενώ είχε φτιάξει και καλάθι αχρήστων και μια λάμπα από ανθρώπινο δέρμα. Ζευγάρι χειλιών κρεμόταν από κορδόνι κουρτίνας και άκρα βρέθηκαν σε βαλίτσα. Πιστεύεται ότι ο Γκίν προσπαθούσε να αναβιώσει μια εκδοχή της αυστηρής μητέρας του, Όγκουστα, μιας θρησκευόμενης γυναίκας που προειδοποιούσε τα παιδιά της για τους κινδύνους του έξω κόσμου, του αλκοόλ και του «αμαρτωλού» σεξ. Όπως αναφέρει η Sun όταν αυτή πέθανε, ο Γκίν σφράγισε την αίθουσα υποδοχής και την κρεβατοκάμαρά της, την οποία διατήρησε ως είδος ιερού.

Ο άνδρας που χαρακτηρίστηκε «νονός όλων των serial killer» θα εμφανιστεί αυτήν την εβδομάδα σε νέα δραματική σειρά του Netflix και θα τον υποδυθεί ο Βρετανός ηθοποιός Τσάρλι Χάνναμ, γνωστός από τη σειρά Sons Of Anarchy. Η σειρά «The Ed Gein Story» αποτελεί το τρίτο κεφάλαιο της επιτυχημένης σειράς Monster, που είχε προηγουμένως ασχοληθεί με την ιστορία των αδελφών Μενέντεζ και του serial killer Τζέφρι Ντάμερ. Ο Χάνναμ αναφέρει: «Αυτή θα είναι μια πραγματικά ανθρώπινη, τρυφερή, αμείλικτη εξερεύνηση του ποιος ήταν ο Έντ και τι έκανε. Αλλά κυρίως ποιος ήταν στο βάθος και όχι μόνο τι έκανε».

Κατά την πρώτη του συνάντηση με την αστυνομία, ο Γκίν ομολόγησε τη δολοφονία της Μπέρνις, ενώ παραδέχθηκε ότι είχε ξεθάψει πτώματα στο κοιμητήριο του Πλέινφιλντ στο Ουισκόνσιν για να δημιουργήσει τα μακάβρια έργα του. Σε ανατριχιαστικές ηχογραφήσεις, ο Γκέιν περιγράφει στην αστυνομία πώς βρισκόταν «σε μια ομίχλη» ενώ δούλευε και πώς έβαφε τα μέρη του σώματος για να τα «συντηρήσει». Στην ερώτηση αν απολάμβανε αυτά που έκανε, απαντά με ήρεμο αλλά συγκεχυμένο τρόπο: «Αυτό είναι το θέμα. Δεν το σκέφτηκα πραγματικά. Αλλά, ξέρεις, ήμουν ανήσυχος».

Ο ειδικός Χάρολντ Σέχτερ, που έχει μελετήσει διεξοδικά την υπόθεση, εκτιμά ότι η μητέρα του Γκίν υπήρξε το βασικό του κίνητρο: «Πιστεύω ότι ήταν κυρίως η επιθυμία να αναστήσει τη μητέρα του. Ο Γκίν είχε βαθιά αμφιθυμία απέναντι σε αυτήν, την οποία λάτρευε αλλά και σε κάποιο επίπεδο μισούσε». Η Όγκουστα Γκίν, που πέθανε το 1945 σε ηλικία 66 ετών, ήταν φανατικά θρησκευόμενη και δίδασκε στους γιους της για την αθανασία, χαρακτηρίζοντας τις γυναίκες όργανα του διαβόλου. Ο Σέχτερ προσθέτει ότι ο Γκίν αναζητούσε σε τοπικές αγγελίες γυναίκες που θα μπορούσαν να μοιάζουν με τη μητέρα του και πιθανώς εμπνεύστηκε από περιοδικά με ναζιστικά εγκλήματα και ιστορίες νεκρομανίας.

Η κόρη του σερίφη Άρτ Σκλέι, Τζούντι Ουάιλαντ, θυμάται: «Είχε λίγο στρογγυλό πρόσωπο και φορούσε πάντα καπέλο. Ήταν ευγενικός, πάντα ευχαριστούσε ή χαιρετούσε». Η γιατρός Χέλεν Μόρισον, ψυχίατρος στο Mendota Health Institute, όπου ο Γκίν πέθανε από καρκίνο του πνεύμονα το 1984 σε ηλικία 77 ετών, εξηγεί: «Ήταν ήσυχος, ευγενικός και φαινομενικά αβλαβής, αλλά ήταν κρυμμένα όλα αυτά τα τρελά πράγματα που έκανε. Ήταν τέρας, αλλά πολλοί δεν το έβλεπαν».

Ο Γκίν, γνωστός και ως «Χασάπης του Πλέινφιλντ» και «Φάντασμα του Πλέινφιλντ», γεννήθηκε στη Λα Κρος του Ουισκόνσιν. Ο πατέρας του ήταν βίαιος αλκοολικός, ενώ η μητέρα του διαβάζε βιβλικά χωρία από την Παλαιά Διαθήκη και την Αποκάλυψη. Πρώτη φορά τον υποπτεύθηκε όταν ο γιος της, Φρανκ Γουόρντεν, βρήκε το κατάστημά της άδειο με λεκέδες αίματος και κάλυκες στο πάτωμα. Ο Γκίν παραδέχθηκε επίσης ότι είχε σκοτώσει μια δεύτερη γυναίκα τρία χρόνια νωρίτερα, τη 54χρονη Μαίρη Χόγκαν, ιδιοκτήτρια ταβέρνας στο κοντινό Μπάνκροφτ. Αναφέρθηκε ότι επισκέφθηκε το τοπικό νεκροταφείο έως και 40 φορές για να σκάψει φρεσκοθαμμένα πτώματα, αν και δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ ο ακριβής αριθμός.