Η Σαμίμα Μπέγκουμ, η Βρετανίδα «νύφη του ISIS», καταγράφηκε σε κάμερα για πρώτη φορά εδώ και χρόνια από το νέο της σπίτι στην εξορία. Σύμφωνα με βρετανικά ΜΜΕ, εμφανίστηκε «χλωμή και αδύνατη».

Η Μπέγκουμ, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μπεθναλ Γκριν, στο Λονδίνο, μπήκε στη Συρία το 2015, σε ηλικία 15 ετών, για να ενταχθεί στην τρομοκρατική οργάνωση ISIS. Δέκα ημέρες αργότερα παντρεύτηκε ως παιδί-νύφη έναν Ολλανδό ισλαμιστή. Το 2019 αποκηρύχθηκε από τη συντηρητική κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου και έμεινε άπατρις, αφού της αφαιρέθηκε η υπηκοότητα, και προσπαθεί έκτοτε απεγνωσμένα να επιστρέψει στην οικογένειά της στη Βρετανία.

Σήμερα, στα 26 της, εμφανίστηκε για πρώτη φορά μετά από χρόνια σε μια σύντομη συνέντευξη, όταν εντοπίστηκε από την Daily Express στον καταυλισμό αλ-Ροτζ στη Συρία. Οι δημοσιογράφοι σημείωσαν ότι έδειχνε χλωμή και πολύ αδύνατη, παρότι το πρόσωπό της ήταν καλυμμένο με μάσκα.

Σύμφωνα με τους συντάκτες της Express, μπήκε στο δωμάτιο όπου θα γινόταν η συνέντευξη φορώντας χειρουργική μάσκα. Αν και σκέπαζε το μεγαλύτερο μέρος του προσώπου της, παρατήρησαν ότι «τα μάτια της ήταν ελαφρώς βυθισμένα, και φαινόταν χλωμή, καθώς και πολύ αδύνατη».

Ήταν η πρώτη της δημόσια εμφάνιση εδώ και χρόνια, μετά το ντοκιμαντέρ του BBC το 2023. Δεν μπήκε όμως μόνη στο δωμάτιο, καθώς μαζί της εμφανίστηκε και η Αμερικανίδα Χόντα Μουτάνα, που είχε φύγει για τη Συρία το 2014 για να ενταχθεί στον ISIS. Οι δύο γυναίκες αποχώρησαν σχεδόν αμέσως, αρνούμενες να απαντήσουν σε ερωτήσεις, με την Μπέγκουμ να δηλώνει: «Δεν έχουμε τίποτα να πούμε».

Η Μπέγκουμ εξακολουθεί να προσπαθεί να επιστρέψει στο Ηνωμένο Βασίλειο, με τους δικηγόρους της να επιχειρούν να προσφύγουν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθώς όλες οι νομικές οδοί στη Βρετανία εξαντλήθηκαν μετά την απόρριψη της τελικής έφεσης από το Ανώτατο Δικαστήριο τον Αύγουστο του 2024.

Οι δικαστές είχαν αποφανθεί ότι εναπόκειται στο δικαστήριο να αποφασίσει εάν η διαδικασία αφαίρεσης της ιθαγένειάς της έπρεπε να λάβει υπόψη ότι ενδέχεται να ήταν θύμα εμπορίας ανθρώπων. Οι συνήγοροί της υποστήριξαν ότι το Ηνωμένο Βασίλειο απέτυχε να μεσολαβήσει για την επιστροφή «των πολιτών του και των παιδιών τους» που έχουν «κρατηθεί αυθαίρετα».

Σε δήλωσή τους σημείωσαν: «Πρόκειται για ζήτημα ύψιστης ανησυχίας ότι Βρετανίδες γυναίκες και παιδιά κρατούνται αυθαίρετα σε συριακό καταυλισμό εδώ και πέντε χρόνια, όλοι σε καθεστώς αόριστης κράτησης, χωρίς καμία προοπτική δίκης. Όλες οι άλλες χώρες που βρέθηκαν στη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου έχουν παρέμβει και έχουν εξασφαλίσει την επιστροφή των πολιτών τους και των παιδιών τους».