Ήταν μια γυναίκα που απατούσε συνέχεια τον άντρα της.
Κάποια στιγμή λοιπόν, εκεί που «έπαιζαν» με τον εραστή της στο κρεβάτι, ακούει τον ήχο από το κλειδί στην πόρτα!
-Θεέ μου! σκέφτηκε. Κάνε το θαύμα σου να εξαφανιστεί ο γκόμενος από το κρεβάτι πριν προλάβει να μπει ο άντρας μου στο δωμάτιο!
Κι από μένα, ό,τι ζητήσεις, θεέ μου, θα το κάνω.

Δεν πρόλαβε να τελειώσει τη σκέψη της κι ακούει μέσα της τη φωνή του Θεού να της λέει:
-Τέκνο μου, θα κάνω αυτό που ζητάς. Να ξέρεις μόνο ότι το αντίτιμο είναι βαρύ…
Αν εξαφανίσω αυτόν τον άνθρωπο, σε πέντε χρόνια από τώρα θα πρέπει να πεθάνεις !

Σκέφτεται στα γρήγορα η γυναίκα «κι αν δεν μου τον εξαφανίσεις, θα πεθάνω σε πέντε λεπτά» και «σε πέντε χρόνια ποιος ζει ποιος πεθαίνει» και του λέει ΕΝΤΑΞΕΙ!
Τσουπ! Εξαφανίζεται μεμιάς ο άντρας από το κρεβάτι, πριν μπει ο σύζυγος μέσα!

Πέρασαν σχεδόν πέντε χρόνια κι ο καλός σύζυγος της έκανε δώρο-έκπληξη, μια κρουαζιέρα, να πάει μαζί με τις φίλες της στις Μπαχάμες!

– Πάρε το εισιτήριό σου και πήγαινε να διασκεδάσεις! Μόνο γυναίκες θα είναι στο καράβι και όλες σου οι φίλες. Θα διασκεδάσετε μια χαρά!

Την ημέρα που επιβιβαζόταν η κυρία στο κρουαζιερόπλοιο, έκλειναν τα τρία χρόνια της συμφωνίας της με τον Θεό.
Ξεκίνησαν λοιπόν, και μεσοπέλαγα, ενώ ο καιρός ήταν γαλήνιος, πιάνει μια θάλασσα τρομερή!
Τα κύματα χτυπούσαν λυσσασμένα ως τη γέφυρα του καραβιού και τότε εκείνη κατάλαβε ότι έφτασε το τέλος της…

-Θεέ μου, είπε. Καλά εγώ να πεθάνω, το είπαμε αυτό… Οι άλλες όμως οι κακομοίρες, τι φταίνε;

Και τότε ακούστηκε βροντερή η ουράνια φωνή:

– Μοιχαλίδες! Πέντε χρόνια μου πήρε να σας μαζέψω όλες σε ένα καράβι…