Ένας από τους πιο προβληματικούς κλάδους της ελληνικής βιομηχανίας που δεν κατάφερε να ξεπεράσει τον ανταγωνισμό του φθηνότατου κόστους εργασίας που διαθέτουν χώρες της Άπω Ανατολής, της Ανατολικής Ευρώπης, των Βαλκανικών χωρών, της Τουρκίας, είναι η βιομηχανία ενδύματος.

Ένας κλάδος που άνθισε εντυπωσιακά από το 1960 έως το 1975 μπήκε από τότε σε μια κατάσταση διαρκούς κρίσης.

Η δε κρίση στο χώρο του βιομηχανικού ελληνικού ενδύματος πήρε διαστάσεις κατολίσθησης το 1994, που η παραγωγή σημείωσε μία πτώση του 12% και ακολούθησαν δύσκολες εποχές.

Παρά το γεγονός της κρίσης του κλάδου ενδυμάτων, πάντως, ακόμη και σήμερα υπάρχουν εργοστάσια και επιχειρήσεις φτιάχνουν ελληνικό και επώνυμο ρούχο, μια κατάσταση που κερδίζει από το γεγονός πως η σημερινή κρίση περιόρισε την ξενομανία των Ελλήνων ειδικά στον χώρο της ένδυσης. Έρευνες αποδεικνύουν ότι ο καταναλωτής ενδιαφέρεται όλο και ενεργότερα να στηρίξει επιχειρήσεις και προϊόντα ελληνικών συμφερόντων.

Στο παρελθόν ελληνικά εργοστάσια έχουν ράψει διάσημα μπλου τζιν που κυκλοφόρησαν τόσο στην εγχώρια αγορά, όσο και στο εξωτερικό.

Οι παλαιότεροι σίγουρα έχουν φορέσει τζιν της Levi’s ή Lee Cooper που ήταν ραμμένα στην Ελλάδα, αν και τότε όλοι έψαχναν τις ετικέτες να βρούνε αυτά που ήταν απευθείας εισαγωγής…

Τα «ελληνικά» Levi’s

shutterstock571035754

Τα «ελληνικά» Levi’s ράβονταν στη μεγαλύτερη βιομηχανία ενδυμάτων της χώρας και είχαν τη σφραγίδα της μητρικής εταιρείας.

Το εργοστάσιο ενδυμάτων έβγαλε για ένα διάστημα και το 501 με τα κουμπιά το οποίο δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από το «original» αυτό που ήταν made in USA. Το πρώτο κουμπί εσωτερικά μάλιστα είχε χτυπημένο το «GR».

Πρόκειται για τη Διεθνή Βιομηχανία Ενδυμάτων ΑΕ. Η εταιρεία είχε φτάσει να απασχολεί μέχρι και 480 εργαζόμενους  στους νομούς Μεσσηνίας και Αττικής.

Η εταιρία Διεθνής Βιομηχανία Ενδυμάτων Α.Ε., από το 1970 ως το 1997 που βρισκόταν σε λειτουργία, στην περιοχή της Θούριας είχε δυνατότητα παραγωγής 1,5 εκατ. παντελονιών τζιν ετησίως.

Την ίδρυσε ο Χρήστος Μανιατάκης ο οποίο ήταν γεννημένος στην Κορώνη Μεσσηνίας το 1936. Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες και είχε έντονη επιχειρηματική δραστηριότητα.

Αρχικά απασχολούσε περίπου 390 εργαζόμενους, ενώ έφτασε μέχρι τους 480 εργαζόμενους. Εξήγε μεγάλες ποσότητες ενδυμάτων σε άλλες ευρωπαϊκές αγορές αλλά επλήγη από τη διακοπή της συνεργασίας της με την αμερικάνικη Levi’s, για την οποία παρήγε φασόν τα ομώνυμα τζιν και για την ελληνική αγορά και για αγορές του εξωτερικού.

Τα προβλήματα γιγαντώθηκαν για την εταιρεία που ήταν εισηγμένη στο Χρηματιστήριο και το 1996 οι τράπεζες διέκοψαν τη χρηματοδότηση, ενώ τελικά το 1997 η εταιρεία μπήκε σε καθεστώς εκκαθάρισης.

shutterstock302159504

Όπως αναφέρουν δημοσιεύματα της εποχής (Βήμα, Ριζοσπάστης) η εταιρεία θέλησε να κάνει ομαδικές απολύσεις για να επιβιώσει, φαίνεται πως τότε έστελνε μαζικά εξώδικα απολύσεων σε πάνω από 250 εργαζόμενους, ενώ είχε ζητήσει άδεια από το υπουργείο Εργασίας να ρίξει τον αριθμό των εργαζομένων σε 135. Τα αιτήματα δεν προχώρησαν, οι τράπεζες έμειναν στη θέση τους και τελικά η εταιρεία τέθηκε σε εκκαθάριση.

Για την ιστορία να σημειωθεί πως στα μέσα της δεκαετίας του 1970 ξεκίνησαν στην περιοχή του Ασπροχώματος τη λειτουργία τους και τα Κλωστήρια Μεσσηνίας. Στο εργοστάσιο εργάζονταν πάνω από 320 άτομα και το 1995 αποφασίστηκε να μπει λουκέτο.

Το κλείσιμο συνέπεσε χρονικά με τη διακοπή λειτουργίας της Διεθνούς Βιομηχανίας Ενδυμάτων και ήταν ακόμη ένα χτύπημα για την ευρύτερη περιοχή της Καλαμάτας.

Το εργοστάσιο της Lee Cooper

Την ίδια περίοδο που τα τζιν της Levi’s ράβονταν στη Θουρία Μεσσηνίας και από εκεί κατακτούσαν τις αγορές της Ευρώπης, μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα πιο μακριά, και πάλι στον Ελλαδικό χώρο, ένα άλλο εργοστάσιο έκανε την εμφάνισή του.

Το εργοστάσιο της Lee Cooper στο Θεσπρωτικό Πρεβέζης. Το συγκεκριμένο εργοστάσιο άνοιξε το 1978  και τότε απασχολούσε 130 εργαζόμενους. Όπως είναι φυσικό το εργοστάσιο κατασκεύαζε τζιν κυρίως παντελόνια και φούστες, έχοντας ένα αρκετά καλό όνομα στην τότε μόδα.

Ο σχεδιασμός ήταν να ανοίξει και νέο εργοστάσιο μέσα στη 10ετία του 1980, ενώ για να βρίσκεται πάντα ένα βήμα μπροστά και μέσα στις εξελίξεις το προσωπικό στέλνονταν στη Μάλτα για εκπαίδευση.

Ωστόσο το εργοστάσιο δεν μακροημέρευσε. Μέσα σε λίγα χρόνια, στις αρχές της δεκαετίας του 1980 αποφασίστηκε να βάλει λουκέτο.