Η Ισπανία έχει βυθιστεί για ακόμη μια φορά σε μια πολιτική κρίση με απρόβλεπτες εξελίξεις. Αν και οι δρόμοι είναι μόνο δύο, η επιλογή, όποια και εάν είναι αυτή, θα έχει πολλές και μεγάλες επιπτώσεις.

Ο Πέδρο Σάντσεθ, ο πρόεδρος του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος (PSOE), για να γίνει πρωθυπουργός θα πρέπει να αποδεχθεί τους όρους των καταλανών αυτονομιστών του κόμματος Junts και του αυτοεξόριστου ηγέτη τους Κάρλες Πουτζντεμόν. Σε διαφορετική περίπτωση, η χώρα θα πρέπει να οδηγηθεί ξανά σε μια νέα πρόωρη εκλογική αναμέτρηση μετά τις κάλπες του Ιούλιου.

Υπενθυμίζεται πως στην εκλογική αναμέτρηση του καλοκαιριού νικητής αναδείχθηκε το δεξιό Λαϊκό Κόμμα του Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό, χωρίς ωστόσο να εξασφαλίσει την αυτοδυναμία (137 έδρες). Το ακροδεξιό VOX, που εμφανιζόταν ως ο πιθανότερος κυβερνητικός εταίρος, δεν συγκέντρωσε τις απαιτούμενες έδρες και έτσι το σενάριο συνεργασίας ναυάγησε.

Η εντολή για σχηματισμό κυβέρνησης πέρασε στον Πέδρο Σάντσεθ. Οι Σοσιαλιστές (121 έδρες) είχαν περισσότερους πρόθυμους συνεργάτες, ωστόσο το καταλανικό κόμμα Junts per Catalunya, οι έδρες του οποίου είναι απαραίτητες, έθεσε όρους που έχουν προκαλέσει πολιτική θύελλα στην Ισπανία.

Συγκεκριμένα ζήτησε μια πολιτική αμνηστία, με όλες τις δικαστικές υποθέσεις σε βάρος των Καταλανών ηγετών αυτονομιστών να μπαίνουν στο αρχείο. Ο Κάρλες Πουτζντεμόν, κεντρικό πρόσωπο της απόπειρας απόσχισης της Καταλονίας το 2017 μέσω δημοψηφίσματος το οποίο κρίθηκε παράνομο και αντισυνταγματικό από τις κεντριικές κρατικές αρχές, απαίτησε «την πλήρη και αποτελεσματική εγκατάλειψη της δικαστικής οδού εναντίον του κινήματος της ανεξαρτησίας» μέσω «ενός νόμου περί αμνηστίας».

Είναι η πρώτη φορά εδώ και σχεδόν μισό αιώνα που μια ισπανική κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο μιας σαρωτικής αμνηστίας με πολιτικά κίνητρα. Η τελευταία αντίστοιχη αμνηστία στην Ισπανία είχε δοθεί το 1977, καθώς η χώρα πραγματοποιούσε τη μετάβαση από τη δικτατορία του Φράνκο στη Δημοκρατία. Τότε η αμνηστία προστάτευε τόσο τους αντιπάλους όσο και τα μέλη του καθεστώτος από τη δίωξη.

Εάν ο όρος γίνει αποδεκτός ο Σάντσεθ θα μπορούσε να σχηματίσει μια νέα κυβέρνηση. Πολλοί ωστόσο προειδοποιούν πως η απόφαση για αμνηστία θα ανοίξει τον «ασκό του αιόλου» για μια πολιτική και εδαφική αστάθεια που θα μπορούσε να υπονομεύσει τα δημοκρατικά θεμέλια της χώρας. Αν οι όροι των Καταλανών απορριφθούν, τότε η χώρα θα οδηγηθεί ξανά στις κάλπες και το σενάριο της επιστροφής της ακροδεξιάς στην εξουσία, για πρώτη φορά μετά το θάνατο του Φράνκο, θα αναζωπυρωθεί.

Το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PSOE) και ο αριστερός σύμμαχός του Sumar εξετάζουν όλα τα σενάρια προσπαθώντας επί του παρόντος να κερδίσουν κάποιο χρόνο. «Αντιμετωπίζουμε το επερχόμενο νομοθετικό σώμα εντός των ορίων του διαλόγου, του συντάγματος και του στόχου της κοινωνικής ειρήνης», δήλωσε η Ιζαμπέλ Ροντρίγκες για τις διαπραγματεύσεις με το Junts.

Όμως το πρόβλημα είναι πως τα «συνταγματικά όρια» στα οποία αναφέρθηκε είναι αρκετά θολά, καθώς το σύνταγμα του 1978 δεν έχει σαφή αναφορά στο ζήτημα. Η Μερσέντες Γκαρσία Αράν, ειδικός στο ποινικό δίκαιο, από το Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, μιλώντας στο Politico σημείωσε πως «είναι αλήθεια ότι το σύνταγμα δεν απαγορεύει μια αμνηστία, αλλά αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι την επιτρέπει». «Όλα εξαρτώνται από την ερμηνεία του», τόνισε. Τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο περίπλοκα καθώς σε έκθεση νομικών του κοινοβουλίου το 2021, μια ενδεχόμενη αμνηστία στους Καταλανούς είχε χαρακτηριστεί ως αντισυνταγματική.  

Ο Κάρλες Πουτζντεμόν από την πλευρά του έχει στείλει ένα σαφές μήνυμα για τους όρους του: «Η Ισπανία έχει ένα περίπλοκο δίλημμα να λύσει. Είτε επανάληψη των εκλογών, είτε συμφωνία με ένα κόμμα, το οποίο δεν απέρριψε και δεν θα απορρίψει τη μονομερή οδό προς την ανεξαρτησία ως νόμιμο τρόπο εφαρμογής των δικαιωμάτων του». Όπως αναφέρει το Politico, οι λεπτομέρειες μιας πιθανής αμνηστίας είναι ακόμα ασαφείς, αν και η καταλανική οργάνωση Òmnium Cultural αναφέρει ότι θα πρέπει να καλύψει περισσότερους από 1.400 ανθρώπους που έχουν καταδικαστεί ή τους έχουν επιβληθεί κυρώσεις ή βρίσκονται αντιμέτωποι με τη δικαιοσύνη.

Εκτός από τον «συνταγματικό γρίφο», ο Πέδρο Σάντσεθ καλείται να διαχειριστεί και τις σφοδρές πολιτικές αντιδράσεις από τους αντιπάλους, ενώ προβληματισμοί και επιφυλάξεις εκφράζονται και στο εσωτερικό του κόμματός του, αλλά και στον ευρύτερο κεντροαριστερό χώρο. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι τον κατηγορούν – εκτός των άλλων – για μια ακόμη «κωλοτούμπα» υπενθυμίζοντας πως στο παρελθόν είχε αποκλείσει κατηγορηματικά την αμνήστευση στους ηγέτες των αυτονομιστών.

Ο επικεφαλής του Λαϊκού Κόμματος Αλμπέρτο Νούνιεθ Φεϊχό έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία για συστράτευση των τοπικών κυβερνήσεων στην Ισπανία ενάντια στην αμνηστία, υποστηρίζοντας πως «παραβιάζονται οι συνταγματικές αξίες». Στο ίδιο πλαίσιο διοργανώνεται και μια μεγάλη διαδήλωση στη Μαδρίτη αυτόν τον μήνα.

Υπενθυμίζεται πως η προεκλογική επικοινωνιακή πολιτική του Λαϊκού Κόμματος είχε βασιστεί στις παλινωδίες του Σάντσεθ, αναδεικνύοντάς τον ως «ψεύτη κατά συρροή». Ο ηγέτης των σοσιαλιστών είχε προκαλέσει οργισμένη κριτική από τη δεξιά και την ακροδεξιά και το 2021, όταν προσέφερε τελικά χάρη σε εννέα φυλακισμένους καταλανούς ηγέτες παρότι στο παρελθόν είχε απορρίψει ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Όμως πολιτικοί επιστήμονες υπογραμμίζουν πως η χορήγηση αμνηστίας είναι ένα πολύ μεγαλύτερο εγχείρημα σε σχέση με τις προηγούμενες παραχωρήσεις προς τους Καταλανούς. Η αμνηστία σημαίνει παραδοχή πως έγιναν λάθη εκατέρωθεν και από πολιτική άποψη αυτό είναι πολύ δύσκολο να γίνει αποδεκτό στη Μαδρίτη.

Και εάν οι αντιδράσεις από την πλευρά της δεξιάς και της ακροδεξιάς ήταν αναμενόμενες, δεν ισχύει το ίδιο για τις επικριτικές φωνές που ακούγονται και μέσα στο σοσιαλιστικό κόμμα. Στελέχη του κόμματος έχουν ταχθεί κατά των όρων του Κάρλες Πουτζντεμόν, σημειώνοντας εκτός των άλλων πως πρόκειται για έναν άνθρωπο που τα τελευταία έξι χρόνια κατηγορεί συνέχεια την Ισπανία πως είναι ένα αντιδημοκρατικό κράτος που θυμίζει ολοκληρωτικά καθεστώτα του περασμένου αιώνα.

Μερίδα αναλυτών ισχυρίζεται ότι η αποδοχή των όρων των Καταλανών αυτονομιστών θα μπορούσε να σηματοδοτήσει ακόμη και «την αρχή του τέλους της δημοκρατίας». Ο Σάντσεθ προσπαθεί να κερδίσει χρόνο σταθμίζοντας όλα τα δεδομένα, καθώς γνωρίζει πως το πολιτικό κόστος της απόφασής του, όποια και εάν είναι αυτη θα είναι μεγάλο. Στο τραπέζι βρίσκονται και οι δημοσκοπήσεις: Εάν τα στοιχεία δείχνουν πως το Λαϊκό Κόμμα μπορεί να κερδίσει την πλειοψηφία, μόνο του ή σε συνεργασία με την ακροδεξιά, στην επόμενη εκλογική μάχη τότε η σύμπλευση με το καταλανικό Junts πιθανόν να κερδίσει έδαφος.