Λίγα ονόματα έχουν ταυτιστεί τόσο με τη νέα ανθρώπινη τρέλα του σινεμά όσο του παραγωγού Σάμιουελ Γκόλντγουιν. Ο ίδιος ήταν εξάλλου παρών σε όλα τα εναρκτήρια γεγονότα της αμερικανικής κινηματογραφίας, από τις ίδιες τις απαρχές του σινεμά μέχρι και τη λεγόμενη χρυσή εποχή της! Η δε ιστορία του Γκόλντγουιν είναι ταυτοχρόνως μια περιπέτεια οράματος και καινοτομίας, ένας λαϊκός θρύλος και ένα επαγγελματικό όνειρο που βγήκε φυσικά αληθινό: μια ιστορία δημιουργικότητας, φιλοδοξίας, πλούτου και εξουσίας δηλαδή σε μια εποχή που ο Νέος Κόσμος ήταν ένα σωστό χρυσωρυχείο για όποιον ήξερε πού να ψάξει. Κι έτσι ο ρακένδυτος πολωνοεβραίος εμιγκρές που έφτασε με τα πόδια μέχρι την Αμερική (εξαιρουμένου φυσικά του ωκεανού!) θα μετατρεπόταν σε έναν από τους πρώτους παραγωγούς της πρώιμης χολιγουντιανής εποχής, όταν κανείς δεν ήξερε πού θα έβγαζε η εμπλοκή με τις κινούμενες εικόνες. Όσο για το πώς έφτασε από τα φτωχογκέτο της Βαρσοβίας να μετατραπεί σε έναν από τους ισχυρούς άντρες του Χόλιγουντ και να σφραγίσει την πρώτη αυτή εποχή του αμερικανικού σινεμά είναι ένα χρονικό που θα ξετυλιχθεί σύντομα μπροστά μας. Αρκεί πάντως για την ώρα να ειπωθεί ότι το όραμα του Γκόλντγουιν τον έφερε στο σημείο να φτιάξει την πρώτη ποτέ ταινία μεγάλου μήκους στο σινεμά(!), αλλάζοντας έτσι την ίδια την πορεία του κινηματογράφου. Και βέβαια ήταν ο κινητήριος μοχλός πίσω από την ίδρυση δύο εκ των πέντε μεγάλων χολιγουντιανών στούντιο: της Paramount και της Metro-Goldwyn-Mayer, στην οποία δάνεισε -αν και απρόθυμα- το όνομά του. Ταυτοχρόνως, είχε ήδη ιδρύσει τη δική του ανεξάρτητη εταιρία παραγωγής, από το τιμόνι της οποίας μεταμορφώθηκε σε ανεξάρτητο κολοσσό, το ταλέντο και η δυναμικότητα του οποίου σφυρηλάτησε το Χόλιγουντ σε αυτό που είναι σήμερα. Διαβόητος λοιπόν για την υπέρμετρη φιλοδοξία του, το ευέξαπτο του χαρακτήρα του και την ιδιοφυία με την οποία έπαιζε στα δάχτυλα διαφήμιση, μάρκετινγκ και δημοσιότητα, ο Σάμιουελ Γκόλντγουιν έγινε ένας από τους μεγιστάνες ανεξάρτητους παραγωγούς, με τις κακές γλώσσες να θέλουν αυτό το «ανεξάρτητος» να αφορά στο ότι όλοι οι συνεργάτες του τον παρατούσαν, καθώς κανείς τους δεν τον άντεχε για πολύ… Πρώτα χρόνια Ο Σάμιουελ Γκόλντγουιν γεννιέται ως Schmuel Gelbfisz στις 17 Αυγούστου 1879 (πιθανότατα) στη Βαρσοβία ως το μεγαλύτερο από τα έξι παιδιά ενός πάμφτωχου γυρολόγου εβραϊκής καταγωγής. Η οικογένεια μαστιζόταν από την ανέχεια και σαν να μην έφτανε αυτό, σε ηλικία 15 ετών χάνει τον πατέρα της, τη μόνη πηγή (πενιχρού) εισοδήματος. Χωρίς ελπίδα και προοπτικές μπροστά του, το 15χρονο αγόρι κάνει το αδιανόητο για μια καλύτερη τύχη: εγκαταλείπει τη γενέτειρα και διανύει με τα πόδια τα εκατοντάδες χιλιόμετρα που χώριζαν τη Βαρσοβία από το Αμβούργο, όπου η φαμίλια είχε συγγενείς! Εκεί θα περάσει ένα σύντομο διάστημα, στο οποίο μοναδικός στόχος ήταν να μαζέψει λεφτά για το ακτοπλοϊκό εισιτήριο για το Λονδίνο. Φτάνοντας στη Βρετανία, έκανε άλλη μια επικών προδιαγραφών πορεία με τα πόδια, αυτή τη φορά μέχρι το Μπέρμιγχαμ, όπου ζούσε η θεία του. Εκεί θα περάσει τρία ακόμα χρόνια δουλεύοντας ως βοηθός σιδηρουργού και αργότερα ως πωλητής σπόγγων για να αποταμιεύσει τα απαραίτητα για το μεγάλο ταξίδι στον Νέο Κόσμο. Στα χρόνια αυτά μαθαίνει καλά αγγλικά και «εκδυτικοποιεί» το όνομά του σε Σάμιουελ Γκόλντφις. Το 1898 είναι πανέτοιμος για το αμερικανικό όνειρο: καταφτάνει στις ακτές του Καναδά και κάνει άλλη μια εξωφρενική διαδρομή με τα πόδια, περνώντας τελικά τα σύνορα των ΗΠΑ και καταφτάνοντας στη Νέα Υόρκη. Η απίστευτη πεζοπορία πήρε αρκετούς μήνες για να ολοκληρωθεί και το 19χρονο αγόρι περπάτησε μέσα στις κακουχίες του καταχείμωνου, φτάνοντας τελικά στο Μανχάταν τον Ιανουάριο του 1899. Παρά την κακή του υγεία και την εξαθλίωση, τα είχε καταφέρει, ήταν πια στον Νέο Κόσμο! Πρώτο μέλημα, να βρει δουλειά, κι έτσι μεταβαίνει σε κομητεία της Νέας Υόρκης που ήταν το αμερικανικό κέντρο επεξεργασίας δερμάτων, βρίσκοντας τελικά θέση ως καθαριστής σε βιοτεχνία παρασκευής δερμάτινων γαντιών. Δαιμόνιος καθώς ήταν και αποφασισμένος να τα καταφέρει, μιας και περιθώριο αποτυχίας δεν υπήρχε, παρατήρησε ότι οι καλύτερα αμειβόμενοι υπάλληλοι ήταν οι πλασιέ γαντιών, κι έτσι έπεισε τελικά το αφεντικό του στην Elite Glove Company να του δώσει μια ευκαιρία, αναλαμβάνοντας τις πιο δύσβατες και απρόσιτες περιοχές της πολιτείας. Είχε εξάλλου διασχίσει με τα πόδια ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο και την κούραση δεν τη λογάριαζε! Κι έτσι μέσα σε πέντε χρόνια είχε μετατραπεί σε έναν από τους καλύτερους πωλητές γαντιών της αγοράς, κερδίζοντας πια 15.000 δολάρια τον χρόνο, εκεί που μέχρι πρότινος έβγαζε μόλις 3 δολάρια την εβδομάδα. Πλέον μπορούσε να στέλνει χρήματα στο σπίτι του για να συντηρεί τη φαμίλια και σύντομα κανόνισε τα δυο του μικρά αδέλφια να έρθουν να τον βρουν στην Αμερική, καθώς η επιβίωσή τους στην Πολωνία ήταν αμφίβολη. Πλέον λειτουργούσε ως εργολάβος πλασιέ, βάζοντας και τα αδέρφια του στη δουλειά, και το 1902 έλαβε την πολυπόθητη αμερικανική υπηκοότητα. Τώρα ήταν διευθυντής του τμήματος πωλήσεων της Elite και μπορούσε έτσι να διαμένει μέσα στη Νέα Υόρκη. Εκεί ήταν που θα έβλεπε για πρώτη φορά στη ζωή του κινούμενες εικόνες, με την αμερικανική κινηματογραφία στα σπάργανα ακόμα, και εκεί θα γνώριζε την πρώτη του σύζυγο, την Blanche Lasky, την οποία παντρεύτηκε το 1910… Ενασχόληση με τη νέα μανία Οι βωβές κινούμενες εικόνες μάγεψαν τον Σάμιουελ, ο οποίος άρχισε να ψάχνει τι γίνεται με τη νεοσυσταθείσα βιομηχανία του κινηματογράφου. Είχε πλέον αρκετά χρήματα στην άκρη και ήθελε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του. Και για καλή του τύχη ο αδερφός της γυναίκας του ήταν ο Jesse Lasky, παραγωγός του θεάτρου και του βοντβίλ, που ήξερε τα κατατόπια καλύτερα από τον ίδιο. Ο Σάμιουελ γνώριζε ωστόσο τι θα έφτιαχνε, συμφωνούσε δεν συμφωνούσε ο συνεργάτης του: ένα μεγαλύτερο σε διάρκεια φιλμ από τα σύντομα υπάρχοντα («flickers» τα έλεγαν), ενώνοντας αρκετές μπομπίνες φιλμ. Ο ίδιος διαμαρτυρόταν μάλιστα πώς κανείς δεν το είχε σκεφτεί μέχρι τότε (τα πρώτα αυτά φιλμάκια είχαν μικρή διάρκεια, όσο μια μπομπίνα φιλμ δηλαδή)! Και βέβαια ο Γκόλντγουιν κυνήγησε τη νέα αυτή ιδέα με την ίδια αποφασιστικότητα που τον είχε φέρει στην Αμερική. Αυτός και ο συνεργάτης του ίδρυσαν την Jesse L. Lasky Feature Play Company και προσέλαβαν έναν νεαρό και άσημο τότε θεατρικό συγγραφέα που το έπαιζε τώρα σεναριογράφος, κάποιον… Σεσίλ Μπ. ΝτεΜίλ! Ο ΝτεΜιλ προσλήφθηκε ως σεναριογράφος και σκηνοθέτης, παρά το γεγονός ότι η βάση του ήταν σε ένα άγνωστο προάστιο του Λος Άντζελες που το έλεγαν Χόλιγουντ! Το 1914 η παρέα είχε έτοιμη την ταινία «The Squaw Man», την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του αμερικανικού σινεμά! Ο οραματιστής Γκόλντφις τα είχε καταφέρει: η ταινία αποδείχθηκε ανεπανάληπτη επιτυχία (δεν είχε εξάλλου κανέναν ανταγωνισμό) και η εταιρία παραγωγής του πήρε τον ανήφορο. Ο ίδιος κινητοποίησε την παροιμιώδη ικανότητά του στην πώληση για να βρίσκει διανομείς και αιθουσάρχες για τις ταινίες του, πείθοντάς τους μάλιστα να τις αγοράζουν πριν καν αυτές ολοκληρωθούν. Χωρίς να το ξέρει, έγραφε Ιστορία! Βεβαίως, μόνο εύκολος συνεργάτης δεν ήταν: εριστικός και εξουσιομανής, είχε την επίσης παροιμιώδη ικανότητα να αποξενώνει τους ανθρώπους γύρω του, καθώς ήθελε να έχει τον αποκλειστικό έλεγχο σε όλα. Το 1915 η σύζυγός του δεν τον άντεξε άλλο και τον εγκατέλειψε. Την επόμενη χρονιά αποχώρησε από την εταιρία του όταν αυτή συγχωνεύθηκε με τον άλλο πιονέρο της κινηματογραφίας, τη Famous Players Company του Άντολφ Ζούκορ, σε ένα νέο σχήμα που θα έμενε τελικά γνωστό ως… Paramount Pictures! Ο Γκόλντφις δεν θα τα παρατούσε φυσικά και τον Νοέμβριο του 1916 θα συνεργαζόταν με τους αξιοσέβαστους θεατρικούς παραγωγούς του Μπρόντγουεϊ, τα αδέλφια Edgar και Archibald Selwyn. Τα δύο μέρη δεν συγχώνευσαν μόνο τις δραστηριότητές τους (τα στούντιο γυρισμάτων του Γκόλντφις και τα δικαιώματα των θεατρικών έργων που είχαν στην κατοχή τους οι Selwyn), αλλά και τα ίδια τα επίθετά τους στο νέο σχήμα της Goldwyn Pictures Corporation (από το Goldfish και το Selwyn). Στον Σάμιουελ άρεσε το νέο εταιρικό όνομα τόσο πολύ που τον Δεκέμβριο του 1918 το υιοθέτησε επισήμως ως δικό του! Η νέα εταιρία παραγωγής παρήγε και διένειμε εκατοντάδες κυριολεκτικά ταινίες του βωβού σινεμά, γεννώντας μάλιστα και μερικά από τα πρώτα αστέρια του αμερικανικού σινεμά (όπως τους Lon Chaney και Mabel Normand). Όσο όμως το στούντιο γιγαντωνόταν, τόσο αποξενωνόταν ο Σάμιουελ από τους νέους του συνεργάτες. Κι έτσι το 1922, έπειτα από 6 υπερεπιτυχημένα χρόνια ανάπτυξης και επέκτασης, ο Γκόλντγουιν πούλησε το μερίδιό του στην Goldwyn Pictures. Και σε μια περίεργη τροπή της μοίρας οι μετοχές του αγοράστηκαν από τον Louis B. Mayer, ο οποίος μέσω μιας σειράς διαδοχών και εξαγοράσεων κατέληξε τελικά να έχει στα χέρια του τη Metro-Goldwyn-Mayer. Εντελώς αναπάντεχα λοιπόν, ο Σαμ Γκόλντγουιν δεν ήταν ποτέ συντελεστής του πανίσχυρου στούντιο που έφερε το όνομά του! Ανεξάρτητος δημιουργός Ο Γκόλντγουιν πήρε τότε τη λογική απόφαση να μην ξανασυνεργαστεί ποτέ στη ζωή του, καθώς ήταν σαφές ότι δεν ήταν για τέτοια. Το 1923 ίδρυσε λοιπόν την πρώτη αποκλειστικά δική του εταιρία παραγωγής, τη Samuel Goldwyn Productions, όντας πια ανταγωνιστής με τον κολοσσό που είχε φτιάξει και έφερε το όνομά του, την MGM! Ο παραγωγός κράτησε με σιδηρά πειθαρχία τα ηνία του στούντιό του για άλλα 36 χρόνια, μέχρι το 1959 δηλαδή όταν και αποσύρθηκε. Παρά το γεγονός ότι ήταν ανεξάρτητος παραγωγός και είχε απέναντί του ήδη πολλά από τα μεγαθήρια της βιομηχανίας, με δύο εξάλλου από αυτά να είναι δικής του έμπνευσης, ο Γκόλντγουιν κατάφερε να γίνει μέλος της μικρής επίλεκτης ομάδας των κινηματογραφικών κροίσων που κυριάρχησαν στα πρώτα αυτά χρόνια της κινηματογραφίας και έδωσαν στο αμερικανικό σινεμά το χαρακτηριστικό στίγμα του. Από τη δεκαετία του 1930 μέχρι και τη δεκαετία του 1950, ο Γκόλντγουιν ήταν το μεγαλύτερο ανεξάρτητο όνομα της λεγόμενης Χρυσής Εποχής του Χόλιγουντ. Παρά τον κακό του χαρακτήρα, ήταν τέτοια η τελειομανία του που αντιστάθμιζε τα ελαττώματα του χαρακτήρα του: προσηλωμένος πάντα στο καλύτερο δυνατό αισθητικά αποτέλεσμα, δεν λογάριαζε έξοδα για να φέρει στις παραγωγές του τους καλύτερους συνεργάτες, ρίχνοντας πραγματικά το ίδιο βάρος σε όλη την παραγωγική διαδικασία: από τους σκηνοθέτες, τους σεναριογράφους, τους οπερατέρ και τους συνθέτες μέχρι τους ηθοποιούς και τους σχεδιαστές κοστουμιών! Ακόμα και τους καλύτερους μακιγιέρ ήθελε για τις δουλειές του, δημιουργώντας έτσι μια σχολή χνάρια της οποίας συναντάμε μέχρι και σήμερα. Ο τελειομανής και συγκεντρωτικός τρόπος της δουλειάς του έμεινε τελικά γνωστός ως «άγγιγμα Γκόλντγουιν». Όσο για τις ταινίες του βωβού κινηματογράφου που παρήγε στην καριέρα του, λογίζονται από τις καλύτερες του είδους, όπως το σπουδαίο «The Winning of Barbara Worth» του 1926 με τον Γκάρι Κούπερ… Με την έλευση του ήχου στο σινεμά, εμπιστεύτηκε και πάλι τους κορυφαίους δημιουργούς για τις ταινίες του, από τις οποίες ξεχωρίζουν αυτή την περίοδο τα φιλμ «Cynara» (1932), «Dodsworth» (1936) και «Stella Dallas» (1937), ένα μοτίβο που επανέλαβε και στη δεκαετία του 1940, όταν ξεκίνησε τη μακροχρόνια συνεργασία του με τον σπουδαίο σκηνοθέτη Γουίλιαμ Γουάιλερ… Με τον Γουάιλερ επικεφαλής του κινηματογραφικού του συνεργείου, ο Γκόλντγουιν έγραφε για άλλη μια φορά κινηματογραφική ιστορία, με τα κλασικότατα σήμερα αριστουργήματα «Ανεμοδαρμένα Ύψη» (1939) και «Τα Καλύτερά μας Χρόνια» (1946), η τελευταία εκ των οποίων απέσπασε όχι λιγότερα από εφτά Όσκαρ! Στη δεκαετία του 1950 ο Σαμ έριξε τον αριθμό των ταινιών που έφεραν την υπογραφή του, αν και όχι την προσήλωσή του στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Ενδεικτικός είναι εξάλλου ο τρόπος που ολοκλήρωσε τη μακρά του καριέρα στο σινεμά την εποχή αυτή, παράγοντας τρία από τα διαχρονικότερα μιούζικαλ όλων των εποχών: «Hans Christian Andersen» (1952), «Guys and Dolls» (1955), με Μάρλον Μπράντο και Φρανκ Σινάτρα, και «Porgy and Bess» (1959) με τον Σίντνεϊ Πουατιέ… Προσωπική ζωή Ο Σαμ Γκόλντγουιν ήταν ένας τραχύς άνθρωπος με φλογερό ταμπεραμέντο χωρίς καμία εκπαίδευση στο σινεμά, αν και φαινόταν να ξέρει πάντοτε πώς ακριβώς ήθελε τις ταινίες του. Έψαχνε και απαιτούσε την ποιότητα σε όλους και όλα, από τα σενάρια και τους τεχνικούς μέχρι και τους ηθοποιούς και τους σκηνοθέτες. Δεν άφηνε τίποτα στην τύχη του, κάτι που φαινόταν εξάλλου στο μεγάλο πανί. Ενδεικτικό είναι εδώ ότι μπορεί να τον αποκαλούσαν «τύραννο», όλοι μα όλοι όμως λαχταρούσαν να δουλέψουν μαζί του! Από την πρώτη βέβαια στιγμή που ασχολήθηκε με το σινεμά τον ακολουθούσε η φήμη του γυναικά, καθώς έβαλε στο στόχαστρο τις νεαρές και επίδοξες σταρλετίτσες. Κι έτσι μετά την Blanche Lasky, παντρεύτηκε το 1925 τη νεαρή ηθοποιό Frances Howard, με την οποία απέκτησαν έναν γιο, τον Σαμ Γκόλντγουιν Τζούνιορ, ο οποίος κληρονόμησε το πατρικό στούντιο. Μετά το «Porgy and Bess» του 1959, ο Σάμιουελ αποσύρθηκε τελικά από την ενεργό δράση, όντας πια σε ηλικία 82 ετών. Όπως και πολλοί σύγχρονοί του, ήταν πια βαθύτατα απογοητευμένος από τη διάβρωση της αμερικανικής κινηματογραφίας εξαιτίας της απίστευτης λογοκρισίας που επιβλήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο. Αυτός ήταν ο λόγος που τον οδήγησε να σταματήσει την περιπέτειά του με το σινεμά, όχι η προχωρημένη ηλικία του! Κι έτσι, έπειτα από 10 δυσβάσταχτα για τον ίδιο χρόνια απραγίας, υπέστη σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο και πλέον ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι. Ο πιονέρος του αμερικανικού σινεμά που τόσα του οφείλει το Χόλιγουντ έφυγε από τον κόσμο στις 31 Ιανουαρίου 1974, σε ηλικία 95 ετών. Ο όρος «Γκολντγουινισμός» (Goldwynism) είχε ήδη περιληφθεί στην αμερικανική καθημερινότητα για να στηλιτεύσει τα γλωσσικά λάθη, όντας κι αυτός κληρονομιά του μεγάλου παραγωγού από τα τόσα γλωσσικά ατοπήματά του: «Κύριε, περιλάβετέ με έξω», συνήθιζε να λέει, αλλά και «Με δυο λέξεις, αδύνατο»! Ξέρουμε βέβαια πια καλά ότι πολλά από δαύτα ήταν απότοκα της άλλης ξακουστής κληρονομιάς του, του τρόπου δηλαδή με τον οποίο έπαιζε στα δάχτυλα τα Μέσα Ενημέρωσης και το μάρκετινγκ. Ο «μοναχικός λύκος» ή ο «μεγάλος ανεξάρτητος», όπως έμεινε τελικά γνωστός ο μεγαλοπαραγωγός, έχτισε και εγκατέλειψε εξίσου εύκολα κινηματογραφικούς κολοσσούς όπως η Paramount, η Metro-Goldwyn-Mayer αλλά και η United Artists, ερωτεύτηκε παράφορα (όπως την κορυφαία κωμική ηθοποιό του βωβού Mabel Normand), έγινε φίλος και τελικά αποξενώθηκε με τα μεγαλύτερα ονόματα του καιρού του (όπως τον Τσάρλι Τσάπλιν, τη Μέρι Πίκφορντ και τον Ντάγκλας Φέρμπανκς), ανακάλυψε και υποστήριξε με κάθε τρόπο τους μεγαλύτερους δημιουργούς του καιρού του (Τζον Φορντ, Κινγκ Βίντορ, Χάουαρντ Χοκς, Ρούμπεν Μαμούλιαν και Γουίλιαμ Γουάιλερ) και έζησε μια ζωή βγαλμένη από σινεμά. Έτσι μπόρεσε να φτιάξει αυτό που πιστεύουμε σήμερα ότι είναι ο κινηματογράφος… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr