Έκπληξη προκαλεί η τοποθέτηση του βουλευτή και τομεάρχη Οικονομιών του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννη Δραγασάκη, ο οποίος επιχείρησε να αιτιολογήσει την περίφημη φράση «λεφτά υπάρχουν» του πρώην πρωθυπουργού, Γιώργου Παπανδρέου. «Αδικούμε λίγο τον Γιώργο Παπανδρέου. Είχε πει το “υπάρχουν λεφτά” με την έννοια πού πάνε τα λεφτά» είπε ο κ. Δραγασάκης σε συνέντευξή του στο left.gr.

«Το 2008 η κυβέρνηση είχε να διαχειριστεί περίπου 60 δισ. ευρώ. 15 δισ. ευρώ από την αύξηση του ΑΕΠ, 3-4 δισ. ευρώ από κοινοτικούς πόρους και άλλα 39 από δανεισμό. Άρα το ερώτημα ήταν πού πάνε τα λεφτά» εξήγησε ο κ. Δραγασάκης, χαρακτηρίζοντας «λάθος» το ερώτημα «πού θα βρούμε τα λεφτά», το οποίο καλείται να απαντήσει τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ.

Όπως είπε, μεταξύ άλλων, «σε μακροοικονομικό επίπεδο, μέσω της παραγωγής του πλούτου θα βρούμε τον πλούτο που θα αναδιανείμουμε, ενώ σε μικροοικονομικό επίπεδο, υπάρχουν κατανομές πόρων, ή σπατάλες, ή απάτες που πρέπει να αντιμετωπίσουμε».

Σύμφωνα με τον κ. Δραγασάκη, ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό θα επιδιώξει από τους δανειστές τρία πράγματα: «Πρώτον, θέλουμε ένα μορατόριουμ στις υποχρεώσεις για το χρέος για μια περίοδο, όσο θα χρειαστεί για να βγει η οικονομία από το τούνελ που έχει μπει. Δεύτερο, θέλουμε να διαγραφεί ή γίνει απομείωση του συσσωρευμένου χρέους με οποιονδήποτε τρόπο και, το πιο σημαντικό, θέλουμε ρήτρα ανάπτυξης. Δηλαδή, όποιο και αν συμφωνηθεί ότι θα είναι το υπόλοιπο του χρέους θα πρέπει να εξυπηρετείται με έναν αλγόριθμο που θα συνδέει τη δόση με την αύξηση του ΑΕΠ».

Παραδέχεται δε, ότι η διαπραγμάτευση δεν θα είναι εύκολη υπόθεση «υπό την μορφή ανταλλαγής δώρων ή φιλοφρονήσεων» και υπογραμμίζει:

«Εμείς πάμε με ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα, το πρόγραμμα αυτό θα έχει εγκριθεί από τον ελληνικό λαό, άρα η κυβέρνηση η δική μας θα έχει να υλοποιήσει αυτό το πρόγραμμα. Άρα η αντίθεση είναι προφανής απέναντι στις δικές μας ανάγκες και τις δικές τους απαιτήσεις. Η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Η έκβαση της σύγκρουσης θα προκύψει από τη στάση όλων των δυνάμεων. Εμείς θέλουμε η λύση να δοθεί μέσα στην Ευρώπη, αλλά εμείς έχουμε μια κόκκινη γραμμή που είναι οι ανάγκες αναπαραγωγής της κοινωνίας».