Στην ουσία των προβλημάτων του αγροτικού κόσμου έχουμε μπει «σιγά σιγά», σύμφωνα με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης, Σταύρο Αραχωβίτη, ο οποίος μέσω της ΕΡΤ επισήμανε πως «το βασικό είναι ότι -αν θυμηθούμε τις κινητοποιήσεις των παλαιότερων χρόνων- έχουμε φύγει από τα αιτήματα διαχείρισης».

«Αυτό είναι θετικό. Μιλάμε για το πώς θα βελτιώσουμε την παραγωγή, μιλάμε για το κόστος, μιλάμε για την ποιότητα της παραγωγής, για την κατεύθυνσή της, την ασφάλιση, μιλάμε για την παραγωγή την ίδια. Τα προβλήματα του αγροτικού κόσμου είναι πολλά. Δεν λύνονται με ανέξοδους λαϊκισμούς, ούτε με συνθήματα. Χρειάζεται σοβαρή δουλειά εντοπισμού του προβλήματος, της ουσίας του, κι όχι του αποτελέσματος» τόνισε χαρακτηριστικά.

«Η κυβέρνηση αυτή έφερε αφορολόγητες τις επιδοτήσεις του δεύτερου πυλώνα, 12.000 αφορολόγητους στην πράσινη και στις συνδεδεμένες και το αφορολόγητο των μισθωτών μέχρι 9.550 στο εισόδημα και στη βασική ενίσχυση. Πώς ήταν η κατάσταση με τις οφειλόμενες επιδοτήσεις που υπήρχαν ακόμα εκκρεμώντας από το 2008; Αυτά πληρώθηκαν και οι αγρότες ξέρουν ότι αυτό που είναι να πάρουν, θα το πάρουν στην ώρα τους και θα το πάρουν ακριβώς, χωρίς πρόστιμα» επισήμανε στη συνέχεια ο κ. Αραχωβίτης.

Όσον αφορά τα ζητήματα που τέθηκαν κατά τη διάρκεια της συνάντησης του υπουργού με τους αγρότες, την περασμένη εβδομάδα, σημείωσε όσον αφορά την επίλυσή τους: «Ήδη έχουμε λύσει το πρόβλημα με τους εργάτες γης, τους παράτυπα διαμένοντες με το άρθρο 13 Α. Δηλαδή, ένας εργάτης από τρίτη χώρα που βρίσκεται παράτυπα στην Ελλάδα με το άρθρο 13 Α που μιλάει για έκτακτες ανάγκες στη συλλογή ή στις αγροτικές εργασίες, μπορεί ο εργοδότης να κάνει χρήση του άρθρου τού συγκεκριμένου και να πάρει ο μετανάστης δικαίωμα εργασίας με εξάμηνη αναστολή απομάκρυνσης, δηλαδή για ένα εξάμηνο ο εργάτης γης μπορεί να πάρει ΑΦΜ, ΑΜΚΑ και να δουλέψει κανονικά στις αγροτικές εργασίες».

Και συμπλήρωσε: «Επιλύσαμε το ίδιο πρόβλημα που είχαμε με τους εργάτες γης τρίτων χωρών που συνορεύουν με τη χώρα μας, που περνάνε τα σύνορα για να δουλέψουν. Όταν περνούσαν τα σύνορα με τουριστική βίζα, δεν μπορούσαν να δουλέψουν νόμιμα στα χωράφια, με αποτέλεσμα ο εργοδότης, ο αγρότης αναγκαζόταν να πληρώσει τα μεροκάματα χωρίς να τα εμφανίσει στα έξοδά του, άρα τα φορολογούνταν. Αυτό το λύσαμε. Ήταν ένα πάγιο αίτημα των αγροτών. Το πρώτο αίτημα το λύσαμε το 2017 και τώρα λύνουμε το δεύτερο. Επεμβαίνουμε στο κόστος παραγωγής στο κομμάτι της εργασίας».

Σχετικά με τα λιπάσματα και όπως αναμεταδίδει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο κ. Αραχωβίτης ανέφερε ότι έγιναν παρεμβάσεις και σε αυτό το ζήτημα. «Για το λίπασμα είχαμε ένα σημαντικό πρόβλημα που είχε να κάνει με τους ελέγχους και τον εκτελωνισμό τους, κατά την εισαγωγή τους στη χώρα μας. Αυτό ήταν ένα διοικητικό πρόβλημα που όμως είχε αποτέλεσμα στο κόστος παραγωγής. Κaι αυτό το επιλύσαμε» υποστήριξε.

Όσον αφορά τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στο πετρέλαιο ο υπουργός εκτίμησε ότι «σε όλο το κόστος παραγωγής, το πετρέλαιο είναι ένα κομμάτι. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στο πετρέλαιο είναι ένα πολύ μικρό κομμάτι, δεν είναι το μεγάλο πρόβλημα. Έχει επικρατήσει περισσότερο σαν μία ρητορική, αλλά δεν είναι η ουσία του προβλήματος εκεί».

Και πρόσθεσε σχετικά: «Μεγάλο κόστος είναι η άρδευση. Τεράστιο κόστος κι η ηλεκτρική ενέργεια στην άρδευση. Από το 2009 έως το 2014 είχαμε μία ραγδαία αύξηση της τιμής του αγροτικού ρεύματος. Από το 2015 και μετά παρέμεινε σταθερό με μικρή τάση μείωσης, αλλά ταυτόχρονα θεσμοθετήσαμε τις ενεργειακές κοινότητες όπου μπορεί να παράγεται από ομάδα αγροτών ηλεκτρική ενέργεια με ανανεώσιμη πηγή».

Επιπλέον, ο κ. Αραχωβίτης υπογράμμισε: «Όλα μας τα κίνητρα δίνονται και θα δίνονται στις συλλογικότητες, γιατί η αγροτική οικονομία, η δομή της στην Ελλάδα, είναι μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Για να μειώσεις το κόστος παραγωγής πρέπει να έχεις συνεργασίες, με τα κίνητρα που δίνουμε για τους συνεταιρισμούς, για τις ομάδες παραγωγών, για τις ενώσεις, κι έρχεται και ο νόμος τώρα για το συνδικαλισμό των αγροτών, το συνδικαλισμό των συνεταιρισμών. Δίνουμε ακριβώς την κατεύθυνση ότι θα πρέπει το μειονέκτημα που έχουμε, τον μικρό κλήρο και τις πολλές εκμεταλλεύσεις, να το κάνουμε πλεονέκτημα. Αυτή είναι η ουσία του προβλήματος».

Σχετικά με τις δηλώσεις των αγροτών ότι «έφυγαν με άδεια χέρια», ύστερα από τη συνάντηση, απάντησε: «Υπάρχει μία λογική στον συνδικαλισμό και είναι θεμιτή αν θέλετε: να ανανεώνεις το ραντεβού για τους επόμενους αγώνες. Αυτό που έγινε τον Δεκέμβριο, έγινε με μία απόλυτη συνέπεια από την κυβέρνηση. Τον Δεκέμβρη πέρασε η προστασία των επιδοτήσεων από τις κατασχέσεις. Ήταν ένα αίτημα των αγροτικών κινητοποιήσεων, εδώ και πολλές δεκαετίες.

Τον Δεκέμβριο μειώθηκαν κατά 1/3 οι ασφαλιστικές εισφορές στα μεσαία και στα μεγαλύτερα εισοδήματα, γιατί η μικρομεσαία αγροτιά ήταν προστατευμένη. Η κυβέρνηση έδειξε συνέπεια στο να περάσει τα θετικά μέτρα για τους αγρότες μέσα στον Δεκέμβρη, έτσι ώστε από Γενάρη να είναι όλα έτοιμα, όλα εφαρμόσιμα. Άρα, γι’ αυτό δεν είχαμε κινητοποιήσεις μέσα στον Δεκέμβριο».

Καταληκτικά ο υπουργός υποστήριξε: «Επίσης, ένα αίτημα των αγροτών ήταν η προστασία του εισοδήματος στις καλλιέργειες, στους παραγωγούς εκείνους που έπαθαν ζημιά. Με τις κρατικές ενισχύσεις που δώσαμε τον Δεκέμβρη -και δίνουμε και τώρα, γιατί μην ξεχνάτε ότι το 2018 ήταν μία δύσκολη καιρικά χρονιά-, στηρίξαμε μια σειρά από προϊόντα και συνεχίζουμε σε καλλιέργειες που έπαθαν ζημιές οι παραγωγοί, έχασαν εισόδημα και δεν καλύπτονται από τον κανονισμό του ΕΛΓΑ. Άρα, και σε αυτό το αίτημά τους ανταποκρίνεται η κυβέρνηση».