«Είμαστε για να πάρουμε την υποδόση και την υποδόση τη σπάνε στα δύο, επειδή δεν κάναμε αυτά που πρέπει να κάνουμε. Έτσι δεν πρόκειται να προχωρήσει το πράγμα μέχρι το 2019, είναι η άποψή μου, όσο και αν αγαπάει ο κ. Τσίπρας και οι βουλευτές του και οι υπουργοί του τις καρέκλες τους. Η πραγματική οικονομία παίρνει τελευταίες ανάσες, αυτή είναι η πραγματικότητα».

Τα παραπάνω ανέφερε η υπεύθυνη του Τομέα Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Β΄ Αθηνών, Άννα-Μισέλ Ασημακοπούλου, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό «Πρακτορείο 104,9 FM».

Με αφορμή την επίσκεψη του προέδρου της ΝΔ Κυριάκου Μητσοτάκη στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η κ. Ασημακοπούλου επισήμανε ότι το μήνυμα που κομίζει ο ίδιος είναι ότι «ότι υπάρχουν σοβαροί άνθρωποι στην Ελλάδα οι οποίοι αν ασχοληθούν και λύσουν τα θέματα, η Ελλάδα θα είναι μια πολύ ελκυστική χώρα για επενδυτές». Από την άλλη πλευρά σχολίασε ότι με τον τρόπο που η κυβέρνηση σε καθημερινή βάση αντιμετωπίζει τις υφιστάμενες επενδύσεις, τελικά το αποτέλεσμα είναι αυτές να είναι ουσιαστικά εγκλωβισμένες στην Ελλάδα.

«Αναφέρομαι για παράδειγμα στη Χαλκιδική και στο Ελληνικό και τις δυσκολίες που έχει αντιμετωπίσει με την αρχαιολογία τελευταία μετά την κύρωση της σύμβασης. Αυτό δίνει ένα στίγμα στο εξωτερικό ότι οι επενδυτές στη χώρα μας ταλαιπωρούνται. Έχουμε μια τάση να ομφαλοσκοπούμε στο θέμα των επενδύσεων και νομίζουμε ότι οι επενδυτές ή μπορούν να βάλουν τα λεφτά τους στην Ελλάδα ή αλλιώς δεν έχουν τι να τα κάνουν. Δυστυχώς όμως αυτό δεν είναι πραγματικότητα, η πραγματικότητα είναι ότι οι επενδυτές μπορούν να βάλουν τα λεφτά τους όπου θέλουν, οπότε και εμείς πρέπει να δημιουργούμε τις προϋποθέσεις για να είναι ελκυστική η χώρα μας για να προσελκύσουμε ξένες επενδύσεις. Αυτό πάει να κάνει ο κ. Μητσοτάκης».

Και πρόσθεσε: «Με το επίπεδο φορολόγησης που υπάρχει αυτή τη στιγμή και με αυτό το μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής, δηλαδή ψηλές δαπάνες κρατικές και υψηλούς φόρους δεν είναι δυνατόν να υπάρχει ανάπτυξη από τον ιδιωτικό και επιχειρηματικό τομέα ούτε επενδύσεις στον βαθμό που τις χρειαζόμαστε για να υπάρξει επανεκκίνηση της οικονομίας και για να βρει δουλειά ο κόσμος. Στο Δημόσιο δεν μπορεί να πάει να δουλέψει πια ο κόσμος. Πόσους ανθρώπους θα πάρει το Δημόσιο; Είναι ήδη κορεσμένη η κατάσταση εκεί. Άρα άμα θέλουμε τα παιδιά μας να βρουν δουλειά, θα πρέπει να βρουν στον ιδιωτικό τομέα. Πώς θα βρουν στον ιδιωτικό τομέα; Κάποιος πρέπει να επενδύσει τα λεφτά του. Κατ΄αρχάς η υφιστάμενη επιχειρηματικότητα εξοντώνεται από αυτό το επίπεδο φορολογίας. Άρα αν κλείνουν οι επιχειρήσεις που έχουν μείνει ζωντανές μέσα στην κρίση και δεν έρχονται άλλες, είναι λίγο αυτονόητο ότι δεν θα βρούμε δουλειά στα παιδιά μας».

Για τη στάση της ΝΔ επισήμανε ότι το κόμμα έδειξε μεγάλη υπευθυνότητα σε θέματα συναίνεσης, σε αντίθεση με τη σημερινή κυβέρνηση όταν ήταν αξιωματική αντιπολίτευση.

«Εμείς σε ό,τι θεωρούμε ότι είναι θετικό, έχουμε πει ναι. Επειδή συζητούσαμε για επενδύσεις, στο Ελληνικό είπαμε ναι, στα αεροδρόμια είπαμε ναι, στις αποκρατικοποιήσεις που ξεκίνησαν επί κυβερνήσεως Σαμαρά και ολοκληρώνονται λέμε ναι, σε οτιδήποτε θετικό φέρνει αυτή η κυβέρνηση λέμε ναι και η κριτική μας είναι πάντοτε με μια διάθεση βελτιωτική, αλλά δεν θα συναινέσουμε σε πράγματα που θεωρούμε ότι είναι εσφαλμένα ή σε λάθος κατεύθυνση. Αυτό δεν είναι συναίνεση. Συναίνεση είναι να θεωρείς ότι γίνεται το σωστό πράγμα. Δεν έχουμε κάποια ιδεοληψία κατά του να γίνεται το σωστό. Απλά δυστυχώς αυτή η κυβέρνηση δεν το κάνει και όταν το κάνει είναι επειδή ζορίζεται από τους δανειστές, υπό τη Δαμόκλεια σπάθη τους και εν αναμονή της επόμενης δόσης» είπε.

Επιπλέον επισήμανε ότι η Νέα Δημοκρατία δεν απέφυγε τους δανειστές, αλλά η διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι η ΝΔ με τον τρόπο που εφάρμοσε το πρόγραμμα κατάφερε ώστε η οικονομία να γυρίσει από το μείον στο συν. «Ήρθαν οι λαϊκιστές για να μας πουν ότι θα τα σκίσουν, ότι θα διώξουν τους δανειστές και τελικά καταλήξαμε να έχουμε ένα τρίτο μνημόνιο, να είμαστε σε ύφεση, η πραγματική οικονομία να χαροπαλεύει να παίρνει τελευταίες ανάσες και να μην ξέρουμε τι θα γίνει. Και η αξιοπιστία μας όχι μόνο στους δανειστές αλλά και το εξωτερικό είναι στο μηδέν» πρόσθεσε.