Το Ταμείο που αποτελεί τον τελευταίο οργανισμό ασφάλισης του δικαιούχου είναι αρμόδιο για τη διαδοχική ασφάλιση, σύμφωνα με το προς ψήφιση νομοσχέδιο για το ασφαλιστικό. Προϋπόθεση αποτελεί ο ασφαλισμένος να έχει ασφαλιστεί σ’ αυτό για πέντε ολόκληρα χρόνια.

Εάν δεν ικανοποιείται η προϋπόθεση αυτή, γράφουν «ΤΑ ΝΕΑ», ακολουθεί το ταμείο στο οποίο ο ασφαλισμένος έχει τα περισσότερα χρόνια.

Το νομοσχέδιο για το ασφαλιστικό, το οποίο αναμένεται σήμερα να γίνει νόμος του κράτους, προβλέπει πέντε βελτιώσεις για όσους συνταξιοδοτηθούν από το 2011 και έχουν συντάξιμη υπηρεσία σε δύο Ταμεία και πάνω.

Όσον αφορά το χρόνο ασφάλισης στον τελευταίο ασφαλιστικό φορέα, απαιτούνται 5 χρόνια ή 1.500 ημέρες ασφάλισης εκ των οποίων 20 μήνες ή 500 ημέρες την τελευταία 5ετία πριν την υποβολή αίτησης για σύνταξη γήρατος.

Εναλλακτικά ο ασφαλισμένος πρέπει να έχει συμπληρώσει στον τελευταίο ασφαλιστικό φορέα 40 μήνες ή 1000 ημέρες, εκ των οποίων όμως οι 12 μήνες ή 300 ημέρες την τελευταία 5ετία πριν την υποβολή της αίτησης για σύνταξη αναπηρίας ή θανάτου. 

Εάν ένας ασφαλισμένος καλύπτει το παραπάνω διάστημα στο τελευταίο του ταμείο αλλά δεν έχει πραγματοποιήσει τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης σύμφωνα με τη νομοθεσία του τελευταίου οργανισμού, δικαιούται σύνταξη στον οργανισμό όπου έχει το μεγαλύτερο διάστημα ασφάλισης υπό δυο προϋποθέσεις: πρώτον εφόσον έχει συμπληρώσει το όριο ηλικίας ή καλύπτει το ποσοστό αναπηρίας, εάν δικαιούται σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας, και δεύτερον εφόσον πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση που προβλέπει η νομοθεσία του οργανισμού με τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης.

Εάν ο ασφαλισμένος δεν πληροί τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης από τον οργανισμό ασφάλισης όπου έχει τις περισσότερες ημέρες εργασίας, τότε το δικαίωμά του για συνταξιοδότηση κρίνεται από τους υπόλοιπους. Αν δεν πληροί τις προϋποθέσεις κανενός, την αρμοδιότητα αναλαμβάνει ο τελευταίος.

Όταν ο ΟΑΕΕ είναι συμμετέχων φορέας και οι ασφαλιστικές του διατάξεις επιλέγονται για τη συνταξιοδότηση, το ποσοστό επί των συντάξιμων αποδοχών για τον υπολογισμό του ποσού της σύνταξης ορίζεται στο 2% για κάθε έτος και μέχρι 35 χρόνια ασφάλισης.