Μετά από 17 μέρες, ο Κώστας Μητσάκης έφτασε οδικώς από την Ελλάδα στην Ινδία.

Ένα ταξίδι παράτολμο όσο και κουραστικό πλησιάζει στο τέλος του. Και το πλησίασμα αυτό αποδείχθηκε το πιο δύσκολο και πάνω απ’ όλα πιο ριψοκίνδυνο από όσα προηγήθηκαν.

Η ένταση και έντονα φορτισμένη ατμόσφαιρα στο Πακιστάν έφεραν αντικρουόμενα συναισθήματα και περιγραφές ικανές να συγκινήσουν και τον πιο ψύχραιμο ακροατή.

Απολαύστε τον Κώστα Μητσάκη να εξιστορεί σε πρώτο πρόσωπο…

12η ημέρα: Νταλιμπαντίν – Κουέτα, 330 χλμ.

Αυτή η μέρα ήταν για γέλια και για κλάματα. Πιο πολύ ώρα «έφαγα» καθοδόν για να αλλάζω συνοδεία, παρά για να κάνω τα χιλιόμετρα της διαδρομής μέχρι την πόλη Κουέτα.

Δέκα ώρες στον δρόμο ήταν όντως πολλές για τα 330 χλμ. σ’ ένα σχετικά καλό οδικό άξονα. Συνολικά άλλαξα 12 συνοδευτικά οχήματα. Σε δυο περιπτώσεις με συνόδευσαν με μοτοσυκλέτα, λόγω έλλειψης αυτοκινήτου.

Στην Κουέτα, μου γνωστοποιήθηκε ότι για λόγους ασφαλείας δεν μου επιτρεπόταν να βγω έξω από το ξενοδοχείο, ούτε στα 50 μ. Ολόκληρη η πόλη ήταν χαρακτηρισμένη ως «dangerous zone».

Πριν από περίπου 20 μέρες, ένα μοτοποδήλατο παγιδευμένο με εκρηκτικά είχε ανατιναχτεί στην αγορά της πόλης, σκοτώνοντας 34 άτομα.

Για την προστασία μου, όλο το 24ωρο υπήρχε ένας στρατιώτης στο ξενοδοχείο για να με προσέχει, ούτε VIP να ήμουν. Ανάλογη φύλαξη είχα άλλωστε και στη Νταλμπαντίν.

Παρόλο αυτά, ως απόγονος του πολυμήχανου Οδυσσέα, κατάφερα δυο φορές να ξεγλιστρήσω κάτω από την μύτη του στρατιώτη και να περιπλανηθώ για λίγο στο κέντρο της πόλης.

Πώς; Απλά, τον έβαζα να παίζει ένα παιχνίδι στο laptop μου. Την δεύτερη όμως φορά η απουσία μου έγινε αντιληπτή. Τελείωσε η καταραμένη μπαταρία, με αποτέλεσμα να κινητοποιηθεί ένα ολόκληρο στρατιωτικό όχημα, που αμέσως με εντόπισε και με «τσουβάλιασε» άρον άρον.

Από το αυτί και πίσω στο ξενοδοχείο. «Βρε παιδιά, πως κάνετε έτσι, μέχρι το περίπτερο είχα πάει “να πάρω τσιγάρα” (που δεν καπνίζω…) και χάθηκα…»

13η – 14η ημέρα: Κουέτα

Αυτό ήταν το ένα μικρο-πρόβλημα που είχα -το άλλο, όμως, ήταν σχετικά πιο πολύπλοκο. Για να εγκαταλείψω την πόλη και να συνεχίσω την πορεία μου προς την πόλη Σοκκούρ, έπρεπε να απευθυνθώ στην τοπική Στρατιωτική Αρχή της Κούετα για να μου δοθεί η σχετική άδεια.

Ένα ολόκληρο πρωινό έτρεχα από γραφείο σε γραφείο για ένα απλό χαρτί, που ήθελε συνολικά 2 υπογραφές. Αθάνατο ελληνικό δημόσιο, πόσες φορές σε σκέφτηκα!

Και όταν τελικά ξεμπέρδεψα και κρατούσα περιχαρής το πολυπόθητο έγγραφο στα χέρια, μια δυσάρεστη έκπληξη με περίμενε: την επομένη, ο πρωθυπουργός της χώρας θα επισκεπτόταν την Σοκκούρ και την ευρύτερη περιοχή.

Τι σήμαινε αυτό; Απαγορευόταν η προσέγγιση της πόλης, πιθανά θα ήταν αποκλεισμένη. Και η αναχώρησή μου για την Σοκκούρ μετατέθηκε τελικά για την μεθεπόμενη μέρα! Άλλη μια μέρα στην Κουέτα, άλλες 24 ώρες φυλακισμένος στο δωμάτιό μου. Έλεος…

15η ημέρα: Κουέτα – Σοκούρ, 402 χλμ.

«…Κάποτε εσείς οι Γιουνάνοι (Έλληνες) με τον Ισκαντέρ (Μέγα Αλέξανδρο) φτάσατε μέχρι εδώ, τον Ινδό ποταμό. Δεν φοβηθήκατε τίποτα, δεν μπόρεσε να σας αντισταθεί κανείς. Μας δώσατε τότε πολλά: πολιτισμό, παιδεία, έναν άλλο τρόπο ζωής».

«Σίγουρα σας χρωστάμε αρκετά, όπως άλλωστε και οι υπόλοιποι λαοί της περιοχής. Τώρα, πώς καταφέρατε σήμερα να χρωστάτε εσείς σε όλους και να είστε σε τόσο άσχημη οικονομική κατάσταση, αυτό δεν το καταλαβαίνω…».

Δεν ήξερα τι να απαντήσω στον αντιδήμαρχο της πόλης Σοκκούρ, που ήρθε να με συναντήσει στο ξενοδοχείο που κατέλυσα. Έμαθε από τον στρατιωτικό διοικητή για την άφιξή μου στην πόλη και ήρθε με λαχτάρα να γνωρίσει από κοντά έναν Έλληνα.

Άριστος γνώστης της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, το όνειρό του ήταν κάποια μέρα να επισκεφθεί την πατρίδα του Αριστοτέλη, του Πλάτωνα και του Σωκράτη. Ήταν όντως συγκινητικό να γνωρίζεις ανθρώπους στα βάθη της Ασίας που εκτιμούν και σέβονται την αρχαιοελληνική κληρονομιά μας.

Κι όταν μετά από μια ώρα εγκάρδιας συνομιλίας σφίξαμε τα χέρια, με αποχαιρέτησε απαγγέλλοντας δυο στίχους από την Ιλιάδα του Ομήρου… Είναι μετά να μην βουρκώνεις;

Όσον αφορά το οδικό πρόγραμμα της ημέρας, τα 402 χλμ. βγήκαν με πολύ κόπο μετά από 11 ώρες στη σέλα του μαύρου Yamaha Crypton με τα σήματα του newsbeast.gr. Αναβάτης και παπί τα «είδαμε όλα».

Σφικτή στρατιωτική συνοδεία, δεκάδες χωμάτινες παρακαμπτήριες (λόγω έργων), αμέτρητα φορτηγά, πολλή σκόνη και ιδρώτας, επικίνδυνοι οδηγοί και μια αφόρητη ζέστη που έλιωνε και σίδερα (43 βαθμοί Κελσίου). Kι όλα αυτά οδηγώντας ανάποδα (βρετανικά).

Η Σοκκούρ, στις όχθες του Ινδού ποταμού, βρίσκεται στις δυτικές παρυφές της ερήμου Ταρ, η οποία απλώνεται και στην γειτονική Ινδία. Από εκεί και πέρα, μέχρι και το Νέο Δελχί, ο υδράργυρος δεν θα έπεφτε κάτω από τους 38 βαθμούς Κελσίου.

Πόσο απέχουν τα ινδικά σύνορα από την Σοκκούρ; Μόλις 800 χλμ.! Είναι πολλά;;;

16η ημέρα: Σοκκούρ – Καρνιβάλ, 510 χλμ.

Μετά την Σοκκούρ μπορούσα πλέον να ταξιδέψω ελεύθερα, δίχως συνοδεία… Καιρός ήταν να οδηγήσω και λίγο μόνος στους σκονισμένους δρόμους του Πακιστάν.

Ξεκίνησα αρκετά ορεξάτος με βορειοανατολική ρότα. Προορισμός μου ήταν η ινδο-πακιστανική μεθόριος Aττάρι (30 χλμ. ανατολικά της Λαχώρης), το μοναδικό συνοριακό πέρασμα μεταξύ των δυο κρατών.

Όλη την ημέρα οδηγούσα, προσπερνούσα, κορνάριζα, φρενάριζα, έστριβα. Κι όσο έγραφα χιλιόμετρα στο κοντέρ του ακούραστου Crypton, τόσο πλησίαζα στο όνειρο, στην Ινδία.

Εκείνη την ημέρα δεν σκεφτόμουν τίποτα άλλο, ήθελα μόνο να φτάσω όσο το δυνατόν πλησιέστερα στα σύνορα. Σε αυτό με βοήθησε αρκετά η καλή κατάσταση του εθνικού οδικού άξονα Ν5.

Κι μόνο όταν ο ήλιος πήγε να κοιμηθεί, τότε τελικά πάτησα φρένο μπροστά σ’ ένα μικρό πανδοχείο στην άκρη του δρόμου. Ξεκούρασα το κορμί μου με μόλις 5 ευρώ το δωμάτιο…



17η ημέρα: Καρνιβάλ – Λαχώρη – Αττάρι (Ινδία), 320 χλμ.

Από νωρίς το πρωί τραγουδούσα συνέχεια ένα δικό μου τραγούδι, ενδεικτικό της ψυχολογίας που με διακατείχε: «Τίποτα, τίποτα δεν με σταματά, στην Ινδία φτάνω πια με τσαμπουκά».

Όντως, ήθελε τρελό τσαμπουκά και πάθος για να φτάσεις μ’ ένα παπί στην Ινδία, μετά από 17 μέρες συναρπαστικού ταξιδιού. Κι όσο πλησίαζα στα σύνορα, τα συναισθήματά μου άρχισαν να χορεύουν μέσα μου.

Και τελικά έφτασα. Σταματώντας μπροστά στη σιδερένια συνοριακή πύλη με την λέξη INDIA, έμεινα για λίγο μετέωρος-συγκινησιακά. Ήταν από τις λίγες στιγμές στην ζωή μου που πραγματικά δεν ήξερα αν θα έπρεπε να κλάψω ή να γελάσω από χαρά.

«Φίλε Κώστα, τα έχεις καταφέρει, κέρδισες ένα μεγάλο στοίχημα που είχες βάλει με την ίδια την ζωή…». Η επιβράβευση ήρθε από τον μόνιμο και μοναδικό σύντροφο σε αυτό το ταξίδι – τις σκέψεις μου…

Το ταξίδι όμως δεν τελείωνε στα ινδικά σύνορα. Υπολείπονταν ακόμα 460 χλμ. για να βάλω ρόδα στην πρωτεύουσα Δελχί, όπου θα γραφόταν ο επίλογος αυτού του δίτροχου επικού οδοιπορικού.