Τη δική της γραμμή της ζωής ζωγράφισε η Ραμόνα Ραμοροσάνου στο «Big Brother» το οποίο προβλήθηκε το βράδυ της Παρασκευής.

Η μελαχρινή παίκτρια του reality του ΣΚΑΪ αναφέρθηκε στα δύσκολα χρόνια τα οποία βίωσε στη Ρουμανία, στο χαμό της μητέρας της αλλά και στο τροχαίο το οποίο στιγμάτισε τη ζωή της.

«Υπήρχε δικτατορία, θυμάμαι ότι οι γονείς μου πηγαίναν πολύ νωρίς για να αγοράσουν προϊόντα. Αυτά τα χρόνια τα θυμάμαι με νοσταλγία. Υπήρχε μια ολοκληρωμένη οικογένεια τότε. Αυτό θα το θυμάμαι πάντα.

Το 2000 ήταν μια πάρα πολύ όμορφη χρονιά για μένα γιατί είχα ανακαλύψει την αγάπη μου για το τένις. Ήταν ένα πολύ ακριβό άθλημα και έπρεπε να το σταματήσω. Οι γονείς μου προσπάθησαν να μην το σταματήσω.

Το 2004 μια άλλη πολύ δύσκολη χρονιά, ήμουν ακόμα στο λύκειο και μαθαίνω ότι η μητέρα μου πρέπει να πάει στο Βουκουρέστι για μια εγχείρηση. Μου φαινόταν πολύ περίεργο ότι πρέπει να φύγει από την πόλη. Κάτι μου έλεγε ότι έπρεπε να πάω εκεί, να είμαι μαζί της. Ήταν η πρώτη φορά που μπήκα σε λεωφορείο. Τη βρήκα στο νοσοκομείο. Άρχισα να ανησυχώ για τη μητέρα μου γιατί κατάλαβα ότι είχε κάτι πολύ πιο σοβαρό από αυτό.

Γυρίζοντας στο σπίτι κατάλαβα ότι ο πατέρας μου έχει πάρει την κατηφόρα. Είχε αρχίσει να συμπεριφέρεται πολύ άσχημα. Είχε αρχίσει να πίνει, να τζογάρει, να μιλάει με άλλες γυναίκες, να μιλάει άσχημα με άλλες γυναίκες.

Μια φορά θυμάμαι ήμουν μόνη μου στο σπίτι, έλειπαν τα αδέρφια μου. Άρχισε καυγάς ανάμεσα στη μητέρα μου και τον πατέρα μου. Πήγε μπροστά της και είχα εξοργιστεί. Δεν ξέρω που βρήκα τη δύναμη. Πήγα μπροστά του και τον έβγαλα από το δωμάτιο. Έφυγε από το σπίτι.

Το 2005 έκανα ένα νέο ξεκίνημα στη ζωή μου. Αποφάσισα να πάω στην Ιταλία και εκεί σαν πρώτη δουλειά ήταν να προσέχω ένα ζευγάρι ηλικιωμένων. Δεν ήταν εύκολο για μένα. Δεν ήταν κάτι που ήθελα. Εκείνη τη χρονιά είχα ερωτευθεί για πρώτη φορά. Έκανα την πρώτη μου σχέση που τελείωσε δυστυχώς άσχημα γιατί οι γονείς του δεν ήθελαν αυτήν την σχέση, επειδή δεν σπούδαζα.

Επειδή ένιωσα ότι προκαλώ ένταση στην οικογένεια του, αποφάσισα να φύγω.

Το 2006 ήταν η χρονιά που ήρθα στην Ελλάδα, είχα φέρει και την αδερφή μου και τον αδερφό μου και βρήκαμε δουλειά. Η μαμά μου τότε χάρηκε γιατί είμασταν ενωμένοι και είχα καταφέρει να δουλεύουμε όλοι μαζί.

Το 2007 πολύ δύσκολη χρονιά, και η μαμά μου μας περίμενε σπίτι, μας ήθελε εκεί. Πήγαμε και τη βρήκαμε πολύ αδύνατη. Εκείνη την στιγμή, επειδή είχα μαζέψει κάποια χρήματα, πήγα να μιλήσω με το γιατρό της. Μου είπε να πάω σπίτι και πως δεν μπορούν να την εγχειρήσουν. Είχα αποφασίσει να γυρίσω στην Ελλάδα και να κάνω τις δουλειές μου. Δούλευα συνέχεια και μετά από λίγες μέρες με πήραν τηλέφωνο να με ενημερώσουν ότι η μαμά μου είχε φύγει.

Κατάλαβα ότι έχασα το μοναδικό άνθρωπο που με αγάπησε αληθινά. Τον αληθινό μου φίλο. Ένα άτομο που δεν μπορείς να συγκρίνεις με κανένα σε αυτή τη ζωή.

Το 2008 αποφάσισα να γυρίσω στην Ελλάδα και στην Αθήνα. Είναι και η χρονιά που έκανα την πρώτη μου σχέση εδώ στην Ελλάδα. Αυτή η σχέση κράτησε τέσσερα χρόνια. Είχε καταλήξει σε αρραβώνα. Μου έκανε πρόταση γάμου στην παραλία. Παρ’ όλα αυτά είχα αποφασίσει ότι είναι καλύτερα και για τους δυο να μην παντρευτούμε. Δεν ήμουν έτοιμη. Επέστρεψε το δαχτυλίδι και έφυγα.

Το 2012 μια δύσκολη χρονιά. Παίρνω το σκυλάκι μου, μπαίνω στο αμάξι. Δεν θυμάμαι πολλά. Ότι μου έχουν πει. Μπαίνω σε ένα φανάρι και δεξιά και θυμάμαι να έρχεται κάποιος να μου λέει ότι έχω τρακάρει.

Νοσηλεύτηκα για 4 εβδομάδες. Δεν με πόνεσαν τόσο πολύ αυτά που είχα περάσει στο σώμα μου όσο με πόνεσε ότι έχασα τον σκύλο μου. Αυτό με έχει ρίξει πολύ ψυχολογικά. Είχα κλείσει την πόρτα του σπιτιού. Ήμουν σε κατάθλιψη και αποφάσισα να κάνω αυτό το τατουάζ πάνω στα ράμματα για να καλύψω αυτήν την άσχημη ανάμνηση.

Το 2014 δούλευα σαν φωτομοντέλο και άρχισα να εκτιμάω ότι μου έχει δοθεί άλλη μια ευκαιρία στη ζωή και σήμερα, το 2020, νιώθω ότι έχω κάνει ένα τεράστιο βήμα στη ζωή μου διότι είχα κλειστεί στον εαυτό μου όλα αυτά τα χρόνια, με έκαναν να μην είμαι τόσο κοινωνική.

Για μένα το Big Brother είναι ένα τεράστιο βήμα. Έχω μάθει να είμαι λίγο πιο κοινωνική. Στην πρώτη φάση δεν ήθελα να ζωγραφίσω αυτόν τον πίνακα γιατί δεν ήθελα να φέρω στεναχώρια μπροστά σας αλλά είναι η ιστορία της ζωής μου για την οποία είμαι περήφανη» ανέφερε η Ραμόνα Ραμοροσάνου.