Η πρεμιέρα της σειράς του ΑΝΤ1, «Ο Δικαστής», ήταν μια καλή αφορμή για να συναντήσω τον Νίκο Ψαρρά, υποδύεται έναν άνθρωπο του υποκόσμου, και να συζητήσουμε πού στεκόμαστε σήμερα ως κοινωνία. Τι σημαίνει να προστατεύεις τους δικούς σου; Πώς μαθαίνεις στα παιδιά σου τι είναι σεβασμός; Πόσο εύθραυστη είναι η ισορροπία ανάμεσα στο νόμο και στην αγάπη για το παιδί σου;

Ο τηλεοπτικός κόσμος της σειράς δεν απέχει πολύ από τον πραγματικό – ίσως ο πραγματικός να είναι χειρότερος. Σήμερα οι θεσμοί δοκιμάζονται. Βλέπουμε ότι η ελληνική κοινωνία τους αμφισβητεί. «Ότι υπάρχει μια κρίση θεσμών, υπάρχει», υποστηρίζει ο κ. Ψαρράς, «Δεν είναι καινούριο αυτό βέβαια. Και στην αρχαία Ελλάδα συνέβαινε. Πάντοτε συνέβαινε αυτό».

Κρίση οικονομική; Κρίση ηθική; «Ζούμε σε μια πανάκριβη κοινωνία με χαμηλούς μισθούς. Με ανθρώπους να είναι στα όρια της πείνας, να κάνουν δύο και τρεις δουλειές για να επιβιώσουν και αυτό να είναι σαν να υπάρχει από πάνω τους ένα μαύρο σύννεφο. Αυτό έχει συμβεί σε εμάς», σημειώνει ο αγαπημένος ηθοποιός. «Τώρα βλέπουμε τα απόνερα του τι σήμαινε ΔΝΤ πάνω από το κεφάλι μας για δέκα χρόνια».

Παραμένει αισιόδοξος – όχι μόνο για τον ίδιο και τους ανθρώπους του, αλλά για τον Έλληνα. «Έχουμε ένα διαολεμένο DNA το οποίο μας ακολουθεί και μας προστατεύει», λέει και το πρόσωπό του φωτίζεται γιατί υπάρχει πίστη για ένα καλύτερο αύριο.

Το ραντεβού δόθηκε στη Mamush Gallery, στην Κηφισιά. Ο Νίκος Ψαρράς ήταν εκεί 15 λεπτά νωρίτερα. Συνεπώς, είχαμε περισσότερο χρόνο για να μιλήσουμε. Να τι είπαμε.

– Ο «Δικαστής» είναι μια σειρά του ANT1 που θίγει ζητήματα εξουσίας, ενοχής, δικαιοσύνης. Πώς προσεγγίζετε τα όρια ανάμεσα στο σωστό και το νόμιμο στην πραγματική ζωή;

Στην πραγματική μου ζωή προσπαθώ να είμαι ένας νομοταγής πολίτης. Δηλαδή, όταν κάποιοι έχουν πάρει μια απόφαση ακόμα και αν διαφωνώ -που διαφωνώ με πολλά πράγματα- υπακούω. Γιατί έτσι πρέπει να είναι σε μια οργανωμένη χώρα. Προσέχω πώς οδηγώ, προσέχω να μην πιώ αν πρέπει να οδηγήσω ή αν πιώ, προτιμώ να πάρω ένα ταξί και να γυρίσω. Προσπαθώ να είμαι ευγενής και κυρίως στη ζωή μου προσπαθώ να φέρομαι στους ανθρώπους έτσι όπως θέλω να μου φέρονται. Δεν συμβαίνει πολύ συχνά να σου απαντάνε με τον ίδιο τρόπο, δεν πειράζει όμως. Εγώ θέλω να είμαι ευγενής. Θέλω να είμαι νομοταγής. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι βγάζουν τους νόμους, που βάζουν όρια. Χωρίς νόμους θα ήμασταν ένα ξέφραγο αμπέλι.

– Στη σειρά βλέπουμε από το πρώτο επεισόδιο ότι ένας δικαστής παρανομεί για να σώσει το γιο του. Δικαιολογείται μια τέτοια κίνηση; Το δεχόμαστε; Το κατακρίνουμε;

Η αγάπη ενός πατέρα προς το γιο δεν έχει να κάνει με τον νόμο, έχει να κάνει με τη φύση. Δεν μπορώ να κατακρίνω. Δηλαδή, αν έπρεπε να προστατεύσω το γιο μου δεν ξέρω αν θα παρανομούσα, παρότι είμαι ένας άνθρωπος που υπακούω στους νόμους. Εύχομαι να μην βρεθώ ποτέ σε τέτοιο δίλημμα. Το παιδί μου όμως είναι πάνω από την ίδια μου ζωή και θα έκανα τα πάντα για να το προστατεύσω και να μην πληγωθεί. Βέβαια, αν έχει κάνει ένα φάουλ θα πρέπει να βρεθεί απέναντι στις ευθύνες του.

– Αυτό συμβαίνει και σε επίπεδο Δικαιοσύνης ή μένει στην εσωτερική αναζήτηση του καθενός ώστε να βρει τις ευθύνες του;

Νομίζω ότι το ενδιαφέρον σε αυτό το σίριαλ είναι ότι ο δικαστής είναι ένας άνθρωπος που υπηρετεί το νόμο και αναγκάζεται να παρανομήσει. Όσο προχωράμε θα παρανομεί ακόμα περισσότερο για να καλύψει το γιο του. Ο Μανώλης Ταβέρης -που υποδύομαι εγώ- είναι ένας άνθρωπος του υπόκοσμου, ένας άνθρωπος που κινείται νύχτα με ό,τι σημαίνει αυτό, ο οποίος έχει φυλακιστεί στο παρελθόν. Ο μεγάλος του γιος είναι στη φυλακή και για πρώτη φορά στη ζωή του θέλει το νόμο.

Κάναμε μία σκηνή στο δικαστήριο -είναι στο δέκατο επεισόδιο- που καταθέτω εγώ και ζητάω τη δικαιοσύνη για το παιδί μου και μου λέει ο δικηγόρος «ο νόμος είναι με το μέρος μας» και λέω «Παναγία μου, το ακούσαμε κι αυτό». Αυτό είναι το ενδιαφέρον, ότι δύο παγιωμένοι κόσμοι έρχονται τούμπα Ανατροπή.

– Στη σειρά βλέπουμε ότι έχετε τα πλοκάμια σας στην αστυνομία, έχετε τα πλοκάμια σας παντού, υπάρχει μία μεγάλη διάβρωση στην κοινωνία. Δεν νομίζω ότι πέφτει κανείς από τα σύννεφα όταν βλέπει ότι εμπλέκονται κάποιοι αστυνομικοί σε αυτά τα κυκλώματα. Πιστεύετε ότι στην πραγματικότητα η διάβρωση είναι μεγαλύτερη από ό,τι νομίζουμε;

Θέλω να πιστεύω ότι όχι. Πολύ λυπάμαι όταν βλέπω ανθρώπους που πρέπει να τηρούν τον νόμο και να επιβάλλουν την τάξη, να εμπλέκονται σε κυκλώματα. Αλλά ο άνθρωπος είναι άνθρωπος. Ποτέ δεν ξέρεις πώς σκέφτεται ένας άνθρωπος – όποια δουλειά και να κάνει. Δεν μπορούμε να βάλουμε ταμπέλες. Δεν μπορούμε να πούμε ότι «οι δικαστές είναι κακοί» ή οι «αστυνομικοί είναι «έτσι. Θα υπάρχουν και έτσι, θα υπάρχουν και αλλιώς. Το ίδιο ισχύει σε όλα. Ανθρώπους πρέπει να βλέπουμε, ανεξάρτητα από την ιδιότητά τους.

«Τώρα βλέπουμε τα απόνερα του τι σήμαινε ΔΝΤ πάνω από το κεφάλι μας για δέκα χρόνια», λέει στο Newsbeast και τον Βίκτωρα Μοντζέλλι, ο Νίκος Ψαρράς

– Θέλω να επιστρέψουμε λίγο στον ρόλο του μαφιόζου και να θυμίσουμε ότι πολλές φορές αυτοί οι χαρακτήρες ηρωποιούνται – στη λογική ενός ντόμπρου ανθρώπου, με τους δικούς του κώδικες ηθικής, παρά τη σκληράδα που έχει. Πόσο απέχει η εικόνα που δημιουργεί ο κινηματογράφος ή η τηλεόραση με αυτή της πραγματικής ζωής και της αληθινής νύχτας;

Φαντάζομαι πολύ. Άνθρωπος που κουβαλάει όπλα, τραβάει σκανδάλη, σκοτώνει, εκμεταλλεύεται άλλους ανθρώπους, που απειλεί άλλους ανθρώπους είναι πολύ μακριά από τη λογική τη δική μου. Δεν ξέρω τέτοιο κόσμο και ούτε θέλω να γνωρίσω. Αλλά υπάρχει αυτός ο κόσμος και υπάρχει πολύ παγκοσμίως. όχι μόνο εδώ. Ο Σταβέρης είναι ένας άνθρωπος ο οποίος δηλώνει επιχειρηματίας. Έχει μαγαζιά, έχει κλαμπ. Παραπλεύρως, όμως, ασχολείται με ό,τι έχει να κάνει με τη νύχτα, εκτός από τα ναρκωτικά. Εκεί είναι κάθετος. Και θα δούμε όσο προχωράει η πλοκή της σειράς ότι προσπαθούν να μπλέξουν τα παιδιά του με τα ναρκωτικά. Θεωρεί ότι αυτά τα «διαόλια» σού ζεματάνε το μυαλό και γίνεσαι ένα ζόμπι. Αυτή είναι η τακτική του.

– Έχει ένας άνθρωπος του υποκόσμου όρια; Κόκκινες γραμμές;

Όλοι αυτοί που διαπράττουν εγκλήματα, στη δουλειά μας εμφανίζονται ως αρνητικοί χαρακτήρες, ώστε κάποιος να τους υποδυθεί. Η δικιά μου δουλειά είναι αυτούς -σε εισαγωγικά- να τους δικαιολογήσω. Γιατί οι ίδιοι δικαιολογημένα τα έχουν τα πράγματα μέσα τους. Πάντως, μέσα τους τα έχουν λύσει τα θέματα, ξέρουν τι κάνουν. Στα δικά μας μάτια φαίνεται παράλογο όλο αυτό που συμβαίνει. Αλλά ένας άνθρωπος που θέλει, για παράδειγμα, να βιάσει και ερεθίζεται από αυτό, έχει μεγάλο πρόβλημα. Υπάρχει ένα παθολογικό πρόβλημα.

– Βλέπουμε ότι η ελληνική κοινωνία αμφισβητεί τους θεσμούς. Η αίσθηση που επικρατεί είναι πως δοκιμάζονται οι θεσμοί, δοκιμάζεται η Δικαιοσύνη.

Δεν είναι καινούριο αυτό βέβαια. Και στην αρχαία Ελλάδα συνέβαινε. Πάντοτε συνέβαινε αυτό.

– Η θέση σας ποια είναι στο δημόσιο λόγο; Είναι καθαρά πολιτικό το ζήτημα και μεγαλοποιείται κατά κάποιο τρόπο ή όντως έχουμε μια κρίση θεσμών;

Ότι υπάρχει μια κρίση θεσμών, υπάρχει. Το βλέπεις κάθε μέρα στο δρόμο. Βλέπεις ότι ο λαός μας παρότι είμαστε άνθρωποι οι οποίοι αγαπάμε το φιλότιμο, αγαπάμε το γλέντι, ήμασταν πάντα χαρμόσυνοι άνθρωποι και πάντα θετικοί, κάτι έχει αλλάξει. Από την άλλη, έχοντας δημοκρατία επιτρέπεται η κριτική. Και καλώς γίνεται. Σωστά υπάρχει η κριτική, σωστά υπάρχει αντίδραση. Ωστόσο, εγώ ήμουν πάντα υπέρ ότι από να κατηγορούμε μόνο τους άλλους θα πρέπει πρώτα να βλέπουμε τι κάνουμε εμείς οι ίδιοι. Πώς εμείς στεκόμαστε μέσα σε μια κοινωνία.

Εμείς πια ζούμε σε μια πανάκριβη κοινωνία με χαμηλούς μισθούς. Με ανθρώπους να είναι στα όρια της πείνας, να κάνουν δύο και τρεις δουλειές για να επιβιώσουν και αυτό να είναι σαν να υπάρχει από πάνω τους ένα μαύρο σύννεφο. Αυτό έχει συμβεί σε εμάς. Τώρα βλέπουμε τα απόνερα του τι σήμαινε το ΔΝΤ πάνω από το κεφάλι μας για δέκα χρόνια. Τι σήμαινε να έχεις μια αβεβαιότητα «θα έχω δουλειά αύριο;», «τα 2.000 ευρώ που έχω θα παραμείνουν ευρώ ή θα γίνουν χαρτοπετσέτες;».

Όλοι έχουμε περάσει από αυτή την ανασφάλεια η οποία ήταν πολύ πιο μεγάλη όταν μεγάλωνες σε ένα παιδί και με το που πήγαμε λίγο να πατήσουμε στα πόδια μας, ήρθε ο εγκλεισμός του covid και νομίζω μας αποτελείωσε. Εδώ βλέπεις ότι ο covid άφησε προβλήματα σε ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες δεν είχαν κανένα οικονομικό πρόβλημα. Πόσv μάλλον σε εμάς. Αλλά νομίζω ότι οι Έλληνες είμαστε άνθρωποι που βρίσκουμε τρόπο και διαφεύγουμε ακόμη και μέσα στις δυσκολίες- κάτι που δεν συμβαίνει στη βόρεια Ευρώπη. Πολύ πιο εύκολα θα δεις πέντε ανθρώπους να στρώνουν ένα τραπέζι και να βάζουν το ραδιόφωνο και να χορεύουν στην Ελλάδα, παρά στην Νορβηγία.

– Μεγαλύτερης ηλικίας ή και οι νέοι το κάνουν αυτό;

Και οι νέοι το κάνουν. Οι νέοι έχουν βρει άλλους κώδικες, βέβαια.

– Είναι μια παράδοση η οποία κρατιέται και θα υπάρχει όσοι υπάρχουν οι μεγαλύτερες ηλικίες και θα χάνεται σιγά-σιγά ή περνάει από γενιά σε γενιά;

Τι είναι νέος, τι είναι γέρος; Δεν ξέρω. Κι εγώ νέος ήμουν μέχρι πρότινος και ξαφνικά είμαι μεσήλικας και αύριο θα έχω μεγαλώσει και δεν θα έχω πάρει χαμπάρι ότι βγαίνω στη σύνταξη. Μας επηρεάζουν οι γονείς μας, μας επηρεάζουν οι προηγούμενες γενιές. Γίνεσαι γονιός και ξαφνικά αρχίζεις και κάνεις τα ίδια, λες τα ίδια πράγματα που άκουγες από το πατέρα σου και αντιδρούσες και λες «ώπα κάτι γίνεται. Εγώ σε αυτό πριν από 25 χρόνια αντιδρούσα και θύμωνα και τώρα λέω ακριβώς το ίδιο στο γιο μου, τι κάνω;».

– Την εισπράττετε την ένταση που υπάρχει στην κοινωνία; Μια καθημερινότητα μεγάλης πόλωσης.

Ναι υπάρχει, ισχύει. Αυτό το βλέπεις κυρίως στο δρόμο, στο πώς οδηγεί ο κόσμος. Στο πώς βρίζει ο κόσμος ο ένας τον άλλον – και έχεις έναν άγνωστο απέναντι.

– Βγαίνει ένα μίσος.

Ναι κάτι πρέπει να γίνει όμως. Δηλαδή όταν εσύ κι εγώ αυτό το αφουγκραζόμαστε, θα πρέπει να το αφουγκραστούν και όλοι όσοι κυβερνούν κατά καιρούς.

– Μήπως η βία υπήρχε πάντα, αλλά σήμερα γίνεται πιο ορατή λόγω της υπερπληροφόρησης και των βίντεο που εύκολα τραβούν οι άνθρωποι με τα κινητά τους; Ή πιστεύετε ότι τα πράγματα είναι όντως διαφορετικά από το παρελθόν;

Νομίζω ότι έχουμε επηρεαστεί. Δεν νομίζω ότι έχει να κάνει με το πως ήμασταν. Θεωρώ ότι θα αλλάξει προς το καλύτερο. Θα αλλάξει. Γιατί μπορεί να επηρεαζόμαστε, μπορεί να θυμώνουμε, αλλά έχουμε εμείς οι Έλληνες έχουμε ένα διαολεμένο DNA το οποίο μας ακολουθεί και μας προστατεύει.

– Μόνο ο Έλληνας έχει φιλότιμο;

Όχι, αλλά μόνο ο Έλληνας έχει ανακαλύψει αυτήν τη λέξη. Που κάτι σημαίνει. Είχε μια ανάγκη να καλύψει. Και άλλοι μπορεί να έχουν φιλότιμο. Έχω ταξιδέψει και έχω ζήσει πολύ στην Ευρώπη, στην Αμερική και στην Ασία, δεν το έχω εντοπίσει έτσι. Δεν υπάρχει ούτε φιλοξενία, ούτε ζεστασιά, ούτε ανθρωπιά. Ακόμα και μέσα στο θυμό του, ο Έλληνας έχει την ανθρωπιά μέσα του. Το βλέπεις. Βλέπεις ανθρώπους οι οποίοι μπορεί να είναι θυμωμένοι και όταν δουν έναν συνάνθρωπο να πέφτει κάτω και να σπαρταράει, σταματάνε και πηγαίνουν να τον βοηθήσουν. Αυτό δεν το βλέπεις στο εξωτερικό. Στην Αμερική μπορεί να δεις δίπλα σου κάποιον να πεθαίνει και δεν σταματάς γιατί φοβάσαι ότι θα πεθάνεις και εσύ αν σταματήσεις. Αυτό δεν ισχύει εδώ.

– Έχουμε κι εμείς στα μέρη μας ατυχήματα, δυστυχήματα, μαχαιρώματα που δεν δίνει κανείς σημασία. Ίσως σε μικρότερη συχνότητα, αλλά έχουμε.

Αυτό αφορά πολύ άγρια πράγματα που έχουν γίνει, καταδικαστέα, τα οποία μας σοκάρουν. Δεν είμαστε συνηθισμένοι παρότι ακούμε καθημερινά. Και είναι σημαντικό ότι ο κόσμος βγαίνει και μιλάει για την ενδοοικογενειακή βία. Πρόσφατα έκανα πολλές κουβέντες με αφορμή την παράσταση στο θέατρο και το σίριαλ γιατί από διαφορετικούς τρόπους και τα δύο οδηγούν σε μία φυλακή. Και οι δύο ρόλοι που παίζω παρότι είναι άλλοι πλανήτες, άλλοι γαλαξίες αλλά έχουν ένα κοινό παράγοντα που είναι η φυλακή. Οπότε έκανα μεγάλη έρευνα. Μίλησα με ανθρώπους που δουλεύουν στη φυλακή. Οι περισσότεροι που μπαίνουν στη φυλακή σήμερα, δεν είναι φονιάδες ή κλέφτες, αλλά είναι στη φυλακή λόγω ενδοοικογενειακής βίας. Οι περισσότεροι τρόφιμοι έχουν να κάνουν με τη βία στο σπίτι. Γιατί μπαίνουν μέσα λοιπόν αυτοί; Γιατί το θύμα μιλάει.

Ο Νίκος Ψαρράς συνομιλεί με τον Βίκτωρα Μοντζέλλι

– Υπάρχουν όρια στην αμφισβήτηση, κύριε Ψαρρά; Και αν ναι, νομίζετε ότι βγάζει κάπου η διαρκής αμφισβήτηση;

Όχι. Πάντα μπορείς να είσαι καχύποπτος και πάντα μπορείς να είσαι καλοπροαίρετος ταυτόχρονα. Να τσεκάρεις. Εξαρτάται τι αμφισβητείς. Ως άνθρωπος ο καθένας μας έχει κάποιες αρχές. Κάποια πιστεύω, κάποια ιδανικά. Όταν ακούς κάτι, πάντα το ψάχνεις. Πρέπει να ψάχνουμε τα πάντα.

– Η τέχνη οφείλει να δίνει απαντήσεις σε κοινωνικά ζητήματα ή ο ρόλος της σταματάει όταν βάζει τη φιτιλιά ώστε να βρει ο κόσμος από μόνος του την απάντηση;

Η τέχνη είναι ψυχική τροφή – με ό,τι αυτό σημαίνει. Υπάρχει τέχνη η οποία σε φλέγει, υπάρχει τέχνη η οποία σε καταπραΰνει. Το θέμα είναι ότι όλοι έχουν ανάγκη από την τέχνη, όλοι οι άνθρωποι. Ακόμα και την ανάγκη που έχεις να ακούσεις μουσική για να χαλαρώσεις ή να διαβάσεις κάτι ή να δεις κάτι ή να χορέψεις. Όλα αυτά είναι κομμάτια της τέχνης. Πολλοί είναι οι στόχοι της τέχνης. Μου ήρθε μόλις στο μυαλό «Το μεγάλο μας τσίρκο». Όταν γινόταν μέσα στη χούντα ήταν μια πολιτική πράξη.

– Άρα; Να δίνει απαντήσεις εκεί που πρέπει;

Εξαρτάται. Έχει πολλούς στόχους. Πολλά ερωτήματα τίθενται αλλά και πολλές απαντήσεις δίνονται πλαγίως.

– Η ευγένεια είναι προτέρημα για κάθε άνθρωπο. Γιατί όμως ακούγονται περισσότερο αυτοί που φωνάζουν;

Δεν ξέρω. Εγώ δεν τους ακούω αυτούς που φωνάζουν γιατί θυμάμαι τι έλεγε η υπέροχη γιαγιά μου: «Ο άδειος ο τενεκές κάνει θόρυβο».

– Η οικογένεια είναι η βάση του κάθε ανθρώπου, το δέντρο από το οποίο αναπτύσσονται τα κλαδιά που αργότερα θα ακολουθήσουν το δικό τους ταξίδι στον κόσμο. Σε μια κοινωνία, όταν προκύπτει πρόβλημα με ένα παιδί, γεννάται το ερώτημα: η ευθύνη ανήκει στην οικογένεια ή στο ίδιο το παιδί;

Το παιδί μιμείται. Δεν μπορείς να κατηγορήσεις ένα παιδί. Η οικογένεια φταίει.

– Ας μιλήσουμε για έναν ενήλικα και όχι για έναν ανήλικο.

Πολύ σωστά έθεσες το ερώτημα, γιατί η παιδική μας ηλικία μας συντροφεύει εφόρου ζωής και είμαι πεπεισμένος για αυτό. Δηλαδή, όταν έχεις μεγαλώσει σε μια ήρεμη οικογένεια, με αρχές, με τραγούδια, με τους γονείς παρόντες, έχεις μια άλλη ζωή από ότι αν μεγαλώσεις σε μια οικογένεια που σε χτυπάει, σε απομονώνει, σε βρίζουν, βλέπεις τους γονείς σου να χτυπιούνται. Αυτά τα τραύματα θέλουν πάρα πολύ δουλειά μετά. Οπότε, τα παιδιά τι κάνουν; Μιμούνται. Και ποιον θα μιμηθούν; Αυτόν που έχουν ως πρότυπο. Και ποιον έχουν ως πρότυπο; Τον μπαμπά ή τη μαμά. Πάντα πίσω από ένα βίαιο παιδί κρύβεται ένας βίαιος γονιός.

Με τον γιο μου δίνουμε κάθε μέρα μάχη κυρίως για ένα πράγμα: τι σημαίνει σεβασμός. Ο σεβασμός πρέπει να ξεκινάει από την οικογένεια, κατ’ επέκταση στο σχολείο και μετά στη κοινωνική ζωή. Εάν δεν έχει σεβασμό το παιδί μέσα στο σπίτι, δεν θα έχει πουθενά αλλού.

– Είναι πολύ ξεκάθαρο τι σημαίνει «καλό» στη ζωή μας και τι «κακό». Γιατί δεν εφαρμόζεται το καλό μόνιμα;

Γιατί το κακό έλκει πολλούς ανθρώπους, τους γοητεύει, τους ερεθίζει το ρίσκο, ο κίνδυνος, τους φτιάχνει. Και άλλους ανθρώπους τους απομακρύνει.

– Στην ταινία «Μία ζωή την έχουμε», λέει ο Χορν προτρέπει την Υβόν Σανσόν να αλλάξει ζωή και να φτιάξουν τον δικό τους παράδεισο. Και εκείνη του απαντά «Ο παράδεισος είναι πάρα πολύ βαρετός, γι’ αυτό δεν κράτησε παραπάνω από μερικές ημέρες». Έχει βάση αυτό;

Όχι, εγώ θα διαφωνήσω. Ο προσωπικός παράδεισος του καθενός είναι ένα άλλο πράγμα. Για κάποιους μπορεί να είναι μια γωνιά στο σπίτι τους, μπορεί να είναι μια αγκαλιά, μπορεί να είναι ένα βλέμμα. Πάντως ο παράδεισος για εμένα είναι πολύ πιο γοητευτικός από την κόλαση και όσο μεγαλώνουμε, έναν παράδεισο ψάχνουμε όλοι, να περάσουμε κάπου όμορφα, ήσυχα και κυρίως με όνειρα. Στην κόλαση δεν μπορείς να ονειρευτείς, τα όνειρα καίγονται.

– Να επιστρέψουμε στην υποκριτική. Στα σήριαλ έχουν την πολυτέλεια οι ηθοποιοί να επεμβαίνουν στο ρόλο τους;

Επεμβαίνουμε, ναι και στο σίριαλ και στον κινηματογράφο και στο θέατρο. Η δουλειά μας είναι μια ομαδική δουλειά και όχι ατομική. Όλοι ακούμε, αφουγκραζόμαστε. Προτείνουμε και από κοινού φτιάχνουμε με τους σκηνοθέτες μας ένα σύμπαν.

– Ο κόσμος πιστεύει ότι στο σανίδι αυτοσχεδιάζετε πιο εύκολα από ότι σε ένα σίριαλ.

Δεν αυτοσχεδιάζεις, καθόλου. Γιατί αν αυτοσχεδιάσεις μπορεί τον συμπαίκτη σου -που δεν ξέρει πότε τελειώνει ο αυτοσχεδιασμός σου- να τον μηδενίσεις και να περάσει την κόλαση που καίει τα όνειρα, που είπαμε πριν.

– Εσείς έχετε ζήσει στο εξωτερικό και έχετε επαγγελματικές εμπειρίες και παραστάσεις από διαφορετικά καλλιτεχνικά περιβάλλοντα. Οι συνάδελφοί σας που δεν είχαν την ευκαιρία να φύγουν, πιστεύετε ότι υστερούν σε κάτι σε σχέση με όσους κατάφεραν να το κάνουν;

Η υποκριτική είναι κάτι που αλλάζει. Ο τρόπος που παίζουμε αλλάζει. Αν μπορούσαμε και είχαμε την πολυτέλεια να σταματάμε κάθε 2-3 χρόνια και να λέμε θα κάνω ένα εξάμηνο ένα stage στο Παρίσι, θα πάω στο Βερολίνο, θα πάω Λονδίνο ή Νέα Υόρκη, να κάνω πέντε μαθήματα – θα ήταν ένα τεράστιο δώρο. Κανείς μας, όμως, δεν έχει την πολυτέλεια. Γιατί από ένα σημείο και μετά μπαίνεις στη λούπα της δουλειάς, της οικογένειας. Η αγάπη σου και το χόμπι σου έχει γίνει πια το επάγγελμά σου και δεν μπορείς να κάνεις παύσεις. Είναι μια δουλειά που είναι καλό να την κάνεις στη γλώσσα σου. Είναι πολύ ωραίο να παίζεις θέατρο στη γλώσσα σου, αλλιώς είσαι πάντα ο ξένος που πάντα έχεις ένα μικρό accent, δεν είσαι ποτέ ο δικός τους. Γυρνάς πίσω πολύ πιο πλούσιος πάντως. Ακόμα και από την απόρριψη. Η απόρριψη είναι ένα μεγαλειώδες δώρο για εμάς. Σε απορρίπτουν, στεναχωριέσαι, κλαις, σφίγγεσαι, δουλεύεις πιο πολύ και γίνεσαι καλύτερος.

– Μπορεί η απόρριψη να λειτουργήσει σε όλα τα επαγγέλματα;

Όχι, αναφέρομαι στο δικό μας. Είναι μεγάλο δώρο και μεγάλο σχολείο, γιατί όταν εκτίθεσαι και βγαίνεις σε μια σκηνή υπάρχει ένας νόμος: δεν μπορείς να αρέσεις σε όλους. Όταν αρέσεις σε όλους και όλοι λένε «είσαι καταπληκτικός», τότε υπάρχει πρόβλημα, πρέπει να ανησυχήσεις. Σε κάποιους θα αρέσεις, σε κάποιους όχι. Ο Τιμ Ρόμπινς έπαιξε μοναδικά το ρόλο. Και ποιος είναι τώρα ο Νίκος Ψαράς; Καλά θα κάνουν και θα το πούνε γιατί όντως έπαιξε αυτόν τον ρόλο. Αλλά ένας ρόλος πάντα είναι αφορμή για άλλα πράγματα, όχι για σύγκριση. Ποτέ δεν πας να ξεπεράσεις ένα κινηματογραφικό έργο, ειδικά όταν είναι μια μεγάλη επιτυχία και ποτέ δεν πας να συγκριθείς. Αλλιώς δεν θα παίζαμε ποτέ ξανά τον Άμλετ. Αλλιώς θα παίζαμε έργα τα οποία η Παξινού έχει μεγαλουργήσει. Και όλοι αυτοί οι σπουδαίοι ηθοποιοί που έχουν περάσει ανά την υφήλιο. Αλλά πρέπει να συνηθίσεις την έκθεση και ό,τι αυτό σημαίνει.

  • Ευχαριστούμε την Mamush Gallery (Παναγίτσας 3, Κηφισιά) για τη διάθεση του χώρου ώστε να πραγματοποιηθεί η φωτογράφιση με τον Νίκο Ψαρρά.