Υπάρχει μια λεπτή γραμμή ανάμεσα στην κάλυψη της επικαιρότητας και το… καραούλι. Και τον τελευταίο καιρό, ειδικά έξω από το αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος», αυτή η γραμμή μοιάζει να έχει χαθεί εντελώς.

Η σκηνή είναι γνώριμη. Ένας διάσημος επιστρέφει από το ταξίδι του, κουρασμένος, κρατώντας τις αποσκευές του. Δεν έχει καλέσει κάμερες, δεν έχει προαναγγείλει κάποια δήλωση, δεν έχει καν διάθεση να μιλήσει. Κι όμως, πριν καλά καλά βγει στην αίθουσα αφίξεων, μια κάμερα είναι ήδη μπροστά του, τα μικρόφωνα τον περικυκλώνουν και η πίεση ξεκινά: πες κάτι, απάντησε, κάνε μια δήλωση, έστω και για να πεις ότι δεν θέλεις να πεις τίποτα.

Αυτό ακριβώς εξέφρασε η Δέσποινα Βανδή με τη φράση: «Σας παρακαλώ, δεν θέλω να μιλήσω άλλο. Γίνεται κάθε εβδομάδα αυτό το πράγμα, κοντεύω να τρελαθώ! Όχι άλλο, φτάνει!» μετά την επιστροφή της από τη Θεσσαλονίκη. Ήταν εμφανώς εκνευρισμένη και, ας είμαστε ειλικρινείς, είχε κάθε λόγο να είναι. Γιατί δεν είναι καθόλου ωραίο να αιφνιδιάζεις έναν άνθρωπο που μόλις έχει επιστρέψει από ταξίδι, στήνοντας του μια ενέδρα με κάμερες και ερωτήσεις που ο ίδιος δεν έχει ζητήσει.

Το ίδιο ισχύει και για την περίπτωση της Ντορέττας Παπαδημητρίου και του Γιώργου Γεροντιδάκη. Ένα ζευγάρι που, από την αρχή, έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν επιθυμεί να μιλά δημόσια για την προσωπική του ζωή. Κι όμως, εντοπίστηκαν στο αεροδρόμιο από κάμερες και δημοσιογράφους, οι οποίοι, παρά τη στάση τους, τους πλησίασαν ζητώντας να κάνουν δηλώσεις για το κοινό τους ταξίδι.

Το να ρωτάς έναν άνθρωπο που έχει ξεκάθαρα επιλέξει να μη μιλά για την προσωπική του ζωή «ταξιδάκι;», «εκμεταλλεύεστε το τετραήμερο;», «κάνετε όλο και περισσότερη παρέα», δεν είναι απλώς αδιάκριτο – είναι ένας τρόπος να τον φέρεις σε δύσκολη θέση. Ιδίως όταν όλα αυτά συμβαίνουν μπροστά σε κάμερες, χωρίς σεβασμό στην επιθυμία του να μη σχολιάζει την προσωπική του ζωή.

Το αεροδρόμιο δεν είναι πρεμιέρα, ούτε κόκκινο χαλί. Είναι χώρος άφιξης, χώρος προσωπικής μετακίνησης. Τα αιφνιδιαστικά «πεσίματα» με κάμερες και μικρόφωνα δεν είναι ρεπορτάζ – είναι τακτικές που φέρνουν σε δύσκολη θέση ανθρώπους που δεν έχουν καμία υποχρέωση να απαντήσουν. Δεν προσφέρουν ουσιαστική ενημέρωση, ούτε συμβάλλουν σε κάτι που να έχει αξία για τον τηλεθεατή. Το μόνο που κάνουν είναι να δημιουργούν αμηχανία και να παραβιάζουν προσωπικά όρια.