Παλαιότερη έρευνα που εξέταζε τον επιπολασμό των διαφορετικών αισθητηριακών εμπειριών στα όνειρα, είχε διαπιστώσει την ακόλουθη συχνότητα εμφάνισης (επί τοις εκατό) κάθε μίας εκ των έξι αισθήσεων:

Όραση – 85%
Ακοή – 69%
Αφή – 11%
Όσφρηση – 7%
Γεύση – 6%

Τα οπτικά ερεθίσματα είναι αυτά που κυριαρχούν στα όνειρα, με την αίσθηση της αφής, της όσφρησης και της γεύσης να υπάρχουν σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα.

Για ποιο λόγο όμως συμβαίνει αυτό;

Κανείς δεν έχει προσπαθήσει να ανακαλύψει την απάντηση σε αυτό το «γιατί» πειραματικά, αναφέρει ένα δημοσίευμα στο βρετανικό Independent.

Παρακάτω παρατίθενται μερικές πιθανές εξηγήσεις, βάσει του τι είναι γνωστό μέχρι σήμερα για τον εγκέφαλο.

Η οπτική και ακουστική επεξεργασία είναι πολύ περισσότερο «εγκεφαλικές». Σχεδόν τα δύο τρία του εγκεφαλικού φλοιού (του κύριου γνωστικού και αντιληπτικού μέρους του εγκεφάλου) συμμετέχει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο στην όραση.

Δεν είναι να απορεί λοιπόν κανείς, που η όραση –τα οπτικά ερεθίσματα- εμφανίζονται τόσο συχνά στα όνειρά μας.
Η ακουστική επεξεργασία σχετίζεται με τη γλώσσα και η γλώσσα είναι κεντρικής σημασίας για την εννοιολογική δομή της εσωτερικής μας δομής, ιδιαίτερα στο σχηματισμό των νοημάτων και της επικοινωνίας με άλλα ανθρώπινα όντα. Η γλώσσα επεξεργάζεται εξ ολοκλήρου στον εγκεφαλικό φλοιό.

Η όσφρηση και η γεύση, από την άλλη, μόλις που αλληλεπιδρούν με τον εγκεφαλικό φλοιό.

Η όσφρηση θεωρείται ως πιθανώς το πιο πρωτόγονο αντιληπτικό σύστημα του εγκεφάλου μας. Σε αντίθεση με τις άλλες αισθήσεις, συνδέεται απ’ ευθείας με τη μνήμη και τα συναισθηματικά συστήματα, και αυτό εξηγεί το γιατί μια μυρωδιά μπορεί να φέρει στη μνήμη μας πολύ έντονα μια συγκεκριμένη ανάμνηση.

Ίσως το πιο σημαντικό να είναι ότι η όσφρηση, η γεύση και η αφή δεν είναι πολύ ευαίσθητες στη φαντασία.

Είναι εύκολο να κλείσει κανείς τα μάτια του και να φανταστεί την εικόνα κάποιου άλλου, ή να αναπαράγει μια συνομιλία και να «ακούει» ανθρώπους να μιλάνε. Όμως δεν είναι το ίδιο εύκολο να φανταστεί μια μυρωδιά, μια γεύση ή ένα άγγιγμα.

Ίσως αυτό να συμβαίνει, επειδή αυτές οι αισθήσεις είναι λιγότερο «παραγωγικές».

Η όραση και η ακοή απαιτούν την παραγωγή από τον εγκέφαλο τη δημιουργία ενός εσωτερικού μοντέλου αντίληψης και τη χαρτογράφησή του επάνω σε μοτίβα πληροφοριών που προέρχονται από τους αισθητηριακούς υποδοχείς.
Αυτό περιλαμβάνει μια «από τα πάνω προς τα κάτω» διαδικασία επεξεργασίας.

Η όσφρηση είναι μια αρκετά άμεση μέτρηση της χημικής σύνθεσης του αέρα, και η αφή είναι μια άμεση μέτρηση της πίεσης που υφίσταται το δέρμα.

Τέλος, έχει προταθεί ακόμη η άποψη ότι τα όνειρα μπορεί να είναι μια παρενέργεια της διαδικασίας αναδιοργάνωσης των πληροφοριών του εγκεφάλου –η λεγόμενη παγίωση της μνήμης.

Οι πληροφορίες με την πιο πολύπλοκη δομή -και ως εκ τούτου τη μεγαλύτερη ανάγκη αναδιοργάνωσης- είναι οπτικές και χωρικές, καθώς επίσης και η γλώσσα (ακουστική) και η γνώση γεγονότων, εκδηλώσεων, νοημάτων και ανθρώπινων σχέσεων. Και συμπτωματικά, αυτά είναι τα στοιχεία που φαίνεται να «κατακλύζουν» τα όνειρά μας.