Η εκπομπή «Mega Stories» με τη Δώρα Αναγνωστοπούλου που προβλήθηκε από τον τηλεοπτικό σταθμό Mega τα ξημερώματα της Τρίτης (28/3) ασχολήθηκε με τα πολύνεκρα δυστυχήματα στην Ελλάδα με αφορμή την τραγωδία στα Τέμπη.

Ανάμεσά τους και το πολύνεκρο δυστύχημα στο Πέταλο του Μαλιακού το 2004, όταν μια νταλίκα συγκρούστηκε με σχολικό λεωφορείο με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους επτά μαθητές.

Ο Βάιος Μαλέκας ήταν ένας από τους καθηγητές-συνοδούς σ’ εκείνη την εκδρομή και περιέγραψε όσα έζησε αλλά και την ψυχολογία των μαθητών μετά το δυστύχημα. Δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τα δάκρυά του όταν θυμήθηκε τις αντιδράσεις των παιδιών, που άλλοτε ήταν επιθετικά και άλλοτε ευάλωτα.

Το δυστύχημα στα Τέμπη «ξανάφερε τις μνήμες. Ξαναζήσαμε όλοι πανομοιότυπα τον ίδιο πόνο, τον ίδιο θυμό, την ίδια οργή. Όταν ακούμε φράσεις κι ευχές να μην ξαναγίνει ή θα είμαστε δίπλα, αυτό με εξοργίζει περισσότερο», είπε ο κύριος Μαλέκας και συνέχισε: «Είναι μια καραμέλα “μην ξαναγίνει, μην ξαναγίνει” και τελικά ξανάγινε και γίνεται και ξαναγίνεται».

«Σε εμάς, ο οδηγός τιμωρήθηκε με τη μέγιστη ποινή. Αποδόθηκε δικαιοσύνη, αλλά στο δυστύχημα που είχε γίνει στα Τέμπη ένα χρόνο πριν, ο οδηγός τιμωρήθηκε με πέντε χρόνια», ανέφερε.

«Στην αρχή δεν ήθελες να ζήσεις, πέρασαν δύο χρόνια για να κάνουμε κανονικά μάθημα»

Στην ίδια εκπομπή μίλησε και Σάκης Τέλλιος, ένας από τους μαθητές που επέζησαν από το τραγικό δυστύχημα. Στα 15 του έχασε τον ξάδερφό του και φίλους του, ενώ ο ίδιος σώθηκε από… θαύμα.

«Όσα χρόνια και εάν περάσουν δεν το ξεχνάς αλλά βλέποντας ένα συνταρακτικό γεγονός σου έρχονται πάλι. Εγώ στο δικό μου δυστύχημα είχα τις αισθήσεις μου, είδα πράγματα και δεν μπορείς να το ξεχάσεις ποτέ. Ήμουν 15 χρονών, πηγαίναμε στο Λύκειο, βάζαμε άλλους στόχους, σπουδές…, αλλά εμάς τα έφερε έτσι η ζωή και έγινε αυτό που έγινε», είπε και πρόσθεσε:

«Εκείνο το πρωί ήταν διαφορετικό, κάτι δεν πήγαινε καλά. Δεν ήταν σαν τις άλλες φορές. Κάτι σαν προαίσθημα, σαν κάτι να σου λέει ότι έρχεται κάτι δύσκολο. Εμείς το ζήσαμε και στην οικογένεια. Χάθηκε ο ξάδερφός μου, είμαστε όλοι δεμένοι. Δεν μπορείς να το ξεχάσεις. Με το παραμικρό που θα δεις, θα σε πιάσουν τα κλάματα. Τα θυμάμαι όλα!», τόνισε.

«Εγώ αν καθόμουν, θα ήμουν στις τρεις πίσω θέσεις. Την στιγμή του σκηνικού, όμως, εγώ ήμουν όρθιος. Μόλις μας χτυπάει η νταλίκα έπεσε στη δεύτερη πόρτα του λεωφορείου. Αν καθόμουν δεν θα ζούσα. Αφού κατάλαβα ότι μας χτύπησε νταλίκα, ξεκίνησα να πατάω πάνω στις θέσεις για να βρω τον ξάδερφό μου. Τον βρίσκω, καταλαβαίνω, βλέπω. Άρχισε να βγάζει καπνούς το λεωφορείο, συνεχίζω να δω αν είναι κάποιος καλά ή όχι. Κοιτούσα, δεν κινούνταν τίποτα. Είχαν χτυπήσει σοβαρά.

Πήδηξα πάνω και από την οροφή πήδηξα έξω. Απομακρυνθήκαμε για λίγο και μόλις έφυγε ο καπνός γυρίσαμε για να βοηθήσουμε. Και μετά κατάλαβες ότι δεν γινόταν τίποτα!».

Τα δύο πρώτα χρόνια δεν γινόταν μάθημα, δεν υπήρχε ροή. Ήμασταν στον κόσμο μας και ευτυχώς πέσαμε σε καλούς ανθρώπους και επαγγελματίες. Ήρθαν κοντά μας και μας βοήθησαν πολύ. Δεν το καταλάβαμε στην αρχή. Εγώ έβλεπα τον ψυχολόγο σαν κάτι κακό και με τον καιρό με κέρδισαν και με βοήθησαν», είπε.

«Είχα ανάγκη να μου μιλάνε γιατί δεν ήθελες να πεις τίποτα. Υπήρχε ένα μόνιμο “γιατί”. Όταν το συνειδητοποιείς αρχίζεις και λες κάποια πράγματα. Πώς να καταλάβει κάποιος αυτό που ζήσαμε; Οι εικόνες δεν φεύγουν, δεν το ξεχνάς. Περνούν τα χρόνια αλλά μένουν.

Τα τραύματά μου ήταν μηδαμινά αλλά είχα νοσηλευτεί. Είχα φίλους με παραμορφωμένα πρόσωπα, είχαν χάσει το χέρι τους. Στην αρχή δεν ήθελες να ζήσεις αλλά να φύγεις γιατί λες “Γιατί να μείνω εγώ;”. Όπως κάθε μικρό παιδί έτσι και εμείς είχαμε μια άρνηση αλλά μαθαίνεις να ζεις με αυτό και προχωράς με αυτό».

Η τραγωδία του Falcon το 1999

Ήταν 14 Σεπτεμβρίου του 1999 όταν το πρωθυπουργικό Falcon που μετέφερε τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών, Γιάννο Κρανιδιώτη και άλλα 12 άτομα στη Ρουμανία, έπεσε σε κενό αέρος.

Η Μαρία Μπεγλίτη, διπλωματική υπάλληλος, περιέγραψε στο «Mega Stories» όλες τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε αλλά και το δύσκολο κομμάτι της αναγνώρισης που κλήθηκε να κάνει.

«Ο Κρανιδιώτης είχε έρθει κοντά μας να κάνει μια ενημέρωση για το τι θα συμβεί στο Βουκουρέστι και πάνω που μας έλεγε ότι πλησιάζουμε ξεκίνησε αυτός ο χαμός. Φύγαμε από τα 23.000 πόδια στα 11.000 πόδια. Η καντίνα είχε διαλυθεί τελείως, είχαν φύγει οι ψευδοροφές, έπεσαν μάσκες. Είχαν εκσφενδονιστεί οι συνάδελφοι δημοσιογράφοι, δεν τους έβλεπα καθόλου. Ο υπουργός ήταν δίπλα μου. Είχε φύγει το τρόλει του σερβιρίσματος και είχα καρφωθεί στην οροφή του αεροπλάνου με αποτέλεσμα να ακούμε ένα σφύριγμα γιατί είχα κάνει τρύπα», δήλωσε στην αρχή.

«Όσοι ήταν όρθιοι σκοτώθηκαν επί τόπου με κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και σπάσιμο του αυχένα. Οι διασώστες σταμάτησαν σοκαρισμένοι και τους είπα “προχωρήστε” γιατί ακούγονταν βογγητά. Η πιο σκληρή στιγμή ήταν όταν έπρεπε να κάνω μια αναγνώριση σε όλα τα σώματα που ήταν στο γκαζόν του αεροδρομίου του Βουκουρεστίου. Δεν μπορούσα να αναγνωρίσω τον γιο του Κρανιδιώτη γιατί ήμασταν φίλοι, δεν μπορούσα να το κάνω! Είναι σαν να γεννήθηκα ξανά. Μία τα γενέθλιά μου και μία 14 Σεπτέμβρη του 1999. Είναι ένα συμβάν που μας καθορίζει. Πρέπει να κρατήσουμε κάποια θετικά στοιχεία ότι ζούμε και πρέπει να ζήσουμε κάθε στιγμή», πρόσθεσε.

«Πρέπει να το αντιμετωπίσεις, να μην το κρύψεις στην ντουλάπα και να το ξεπεράσεις. Μόνο έτσι μπορείς να προχωρήσεις! Υπήρξαν έντονες ενοχές. Πήγαινα να επισκεφθώ στη ΜΕΘ και δεν μπορούσα να αντικρίσω την αδερφή του διευθυντή του γραφείου του Κρανιδιώτη. Έλεγα “εκείνος είναι νεκρός και εγώ έχω βγει με ένα κόψιμο στο χέρι”. Για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, η σχέση που είχαμε με όσους επιβίωσαν και τους συγγενείς των τραυματιών ήταν πολύ έντονη. Ήταν άνθρωποι που δεν τους ήξερα και γίναμε σαν γροθιά.

Μπήκα μετά από δύο χρόνια σε αεροπλάνο αλλά και τώρα δεν μπαίνω σε μεγάλες πτήσεις. Το περισσότερο που έχω κάνει είναι 4.5 ώρες! Το τραύμα χρειάζεται αντιμετώπιση! Δεν ξεχνιέται και δεν πρέπει να το ξεχάσεις», ανέφερε.