Ως το πιο πολύνεκρο δυστύχημα των ελληνικών σιδηροδρόμων καταγράφεται αυτό που συνέβη το βράδυ της Τρίτης (28/02/2023) στα Τέμπη. Το Newsbeast παρουσιάζει τις άλλες δύο μεγαλύτερες σιδηροδρομικές τραγωδίες στην ιστορία της χώρας, οι οποίες σημειώθηκαν πριν από σχεδόν μισό αιώνα.

Σύμφωνα με τον τελευταίο επίσημο απολογισμό από τη σύγκρουση των δύο τρένων στα Τέμπη, οι νεκροί ανέρχονται σε τουλάχιστον 36, ωστόσο ο τραγικός αριθμός εκτιμάται πως θα αυξηθεί.

Την πρώτη τριάδα των πιο πολύνεκρων δυστυχημάτων στην ιστορία των ελληνικών σιδηροδρόμων, συμπληρώνουν αυτά στο Δερβένι Κορινθίας και στο Δοξαρά Λάρισας. Και τα δύο σημειώθηκαν στην περίοδο της δικτατορίας σε διάστημα τεσσάρων ετών.

Η τραγωδία στο Δερβένι με 34 νεκρούς

Στις 30 Σεπτεμβρίου του 1968, δύο επιβατικές αμαξοστοιχίες είχαν ξεκινήσει από την Κυπαρισσία Μεσσηνίας με προορισμό την Αθήνα και τον Πειραιά. Σε κάθε μια επέβαιναν περίπου 2.500 επιβάτες, στην πλειονότητά τους ετεροδημότες, που είχαν μεταβεί στους τόπους καταγωγής τους για να ψηφίσουν στο δημοψήφισμα για το Σύνταγμα που είχε διοργανώσει η Χούντα των Συνταγματαρχών.

Τα δύο τρένα, μια υπερταχεία και ένα τρένο που σταματούσε σε όλους τους σταθμούς, είχαν ξεκινήσει με μιάμιση ώρα διαφορά. Το αργό τρένο, λίγη ώρα μετά την αναχώρηση από την Πάτρα, σταμάτησε έξω από το Δερβένι Κορινθίας, καθώς ένας εκ των επιβατών φέρεται να τράβηξε το μοχλό κινδύνου. Οι υπεύθυνοι κατέβηκαν για να δουν τι είχε συμβεί, ενώ τοποθέτησαν και ένα σήμα στο πίσω μέρος, ώστε να ενημερωθεί ο μηχανοδηγός του τρένου ακολουθούσε.

Η υπερταχεία φέρεται να είχε αναπτύξει ταχύτητα μεγαλύτερη των 50 km/h και ο μηχανοδηγός, όταν διαπίστωσε πως μπροστά του βρισκόταν ακινητοποιημένο τρένο, δεν πρόλαβε να σταματήσει. Η σύγκρουση ήταν σφοδρή με αποτέλεσμα πολλά από τα βαγόνια να διαλυθούν. Επικράτησε πανικός με τους επιβάτες να προσπαθούν να απεγκλωβιστούν ουρλίαζοντας. Οι νεκροί ανήλθαν σε 34, ενώ οι τραυματίες ξεπέρασαν τους 150. Δημοσιεύματα της εποχής ανέφεραν πως οι υπεύθυνοι της υπερταχείας είχαν πιάσει την κουβέντα με αποτέλεσμα να μην δουν εγκαίρως το προειδοποιητικό σήμα που είχε τοποθετηθεί.

Η εφημερίδα «Πελοπόννησος» έγραφε για την τραγωδία: «Η πρόσκρουση ήταν βίαιη καθώς το τελευταίο βαγόνι στο οποίο έπεσε η μηχανή μεταβλήθηκε σε άμορφη μάζα, ενώ τρία ακόμη βαγόνια εκτροχιάστηκαν και ανατράπηκαν. Οι φωνές των έντρομων επιβατών και οι επικλήσεις των παγιδευμένων για βοήθεια προκαλούν σύγχυση και πανικό. Επρόκειτο αναμφισβήτητα για την πιο τραγική νύχτα που έζησε η περιοχή μεταπολεμικά».

«Σκηναί αλλοφροσύνης επακολούθησαν, καθ’ ον χρόνο πολλοί μη τραυματισθέντες επεχείρουν να πηδήσουν δια των παραθύρων των οχημάτων. Η τραγωδία έπαιρνε ακόμα πιο οδυνηρές διαστάσεις από τις φωνές των συγγενών, που καλούσαν τους δικούς τους να δώσουν, μέσα σε κείνο το πανδαιμόνιο της συγχύσεως και του πανικού, απάντηση αν ζουν, αν βρίσκονται μέσα στο μοιραίο τραίνο ή κάπου εκεί κοντά».

Το δυστύχημα στο Δοξαρά με 19 νεκρούς

Τέσσερα χρόνια αργότερα, την 16η Ιανουαρίου του 1972 δύο επιβατικές αμαξοστοιχίες συγκρούστηκαν μετωπικά στο ενδιάμεσο των σταθμών Ορφανά Καρδίτσας και Δοξαράς της Λάρισας. 19 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και 44 τραυματίστηκαν.

Η αμαξοστοιχία «Ακρόπολις Εξπρές» που εκτελούσε το δρομολόγιο Μόναχο – Αθήνα συγκρούστηκε με μια «πόστα» (αργό τρένο της εποχής που πραγματοποιούσε πολλές στάσεις), η οποία κατευθυνόταν από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη.

Η διασταύρωση των δύο τρένων θα γινόταν σε έναν εκ των δύο σταθμό των Ορφανών ή του Δοξαρά. Όμως οι δύο σταθμάρχες διαφώνησαν και ο αρμόδιος ρυθμιστής κίνησης ανέλαβε να δώσει τη λύση. Τελικά, οι συζητήσεις μεταξύ των τριών υπαλλήλων οδήγησαν σε παρανοήσεις, το «Ακρόπολις» διήλθε κανονικά από τον σταθμό του Δοξαρά χωρίς να σταματήσει, επειδή είχε προτεραιότητα, ενώ και στην «πόστα» δόθηκε σήμα να αναχωρήσει κανονικά από τον σταθμό των Ορφανών.

Η σύγκρουση των δύο τρένων, σε δίκτυο μονής γραμμής και χωρίς ενδοεπικοινωνία, ήταν πλέον προδιαγραμμένη και σημειώθηκε στις 16:55. Η αμαξοστοιχία «Ακρόπολις» έπεσε πάνω στην «πόστα» με ταχύτητα 100 χλμ/ώρα συνθλίβοντας τα πρώτα βαγόνια της.

«Τα δύο τρένα του θανάτου συγκρούστηκαν έξω από τη Λάρισα, στη θέση Δοξαρά, στα νότια της πόλεως», έγραφαν την επομένη, Δευτέρα 17 Ιανουαρίου 1972, Τα Νέα. «Αίτια της συγκρούσεως, που συνοδεύτηκε από έκρηξη και πυρκαγιά: Ένας από τους σταθμάρχες Δοξαρά και Ορφανών έδωσε εσφαλμένο σήμα εκκινήσεως. Έτσι οι δύο αμαξοστοιχίες ρίχτηκαν η μία στην άλλη και ακολούθησε μια αληθινή κόλαση θανάτου και τρόμου».

Σύμφωνα με το δημοσίευμα της εποχής «το έργο της διασώσεως των κινδυνευόντων και της περιθάλψεως των τραυματιών ήταν τρομερά δύσκολο, λόγω των άθλιων καιρικών συνθηκών και της νύχτας που δεν άργησε να επέλθει. Χιόνι, αέρας, παγωνιά, σκοτάδι και απερίγραπτη σύγχυση». «Οι φλόγες από την φωτιά που προκάλεσε η σύγκρουση φαίνονταν από πέντε χιλιόμετρα μακριά δίνοντας την εικόνα ηφαιστείου που μόλις έχει εκραγεί», έγραφε η εφημερίδα.