Το πρόγραμμα οικειοθελούς επιστροφής υπηκόων τρίτων χωρών «δεν είναι η λύση στο πρόβλημα» σημείωσε ο επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης στην Ελλάδα, Δανιήλ Εσδράς, κατά τη διεθνή συνδιάσκεψη για «Μια ολοκληρωμένη και κοινή μεταναστευτική πολιτική στην Ευρώπη» που διεξήχθη σήμερα στην Αθήνα, τελευταία ημέρα της ελληνικής προεδρίας στην ΕΕ.

Όπως σημείωσε ο κ. Εσδράς, που διαχειρίζεται από την Ελλάδα το πρόγραμμα του ΔΟΜ, το οποίο χρηματοδοτείται από το Ταμείο Επιστροφής για τους παρανόμως εισερχομένους αλλοδαπούς που επιστρέφουν στα κράτη προέλευσης, απαραίτητο είναι να υπάρξουν μελέτες και αποφάσεις. Κι αυτό, διότι από τη μια πλευρά, μελέτη της ΕΕ καταγράφει ότι χρειάζονται 60 εκατ. εργαζόμενοι προκειμένου να στηριχθούν τα ασφαλιστικά ταμεία. Όμως, σήμερα το 60% στην ΕΕ είναι άνω των 65 ετών και το αντίστοιχο ποσοστό στην Αφρική είναι κάτω των 30 ετών. Άρα, όπως είπε, «το θέμα είναι να δημιουργηθεί μια αμοιβαία επωφελής πολιτική και για τους μεν και για τους δε».

Από την άλλη πλευρά, τονίζοντας ότι οι μεγαλύτερες ροές δεν αφορούν την Ευρώπη αλλά όμορες χώρες σε Ασία και Αφρική, σημείωσε: «είχαμε τη Συρία, το Αφγανιστάν, το Ιράκ. Τώρα έχουμε τη Λιβύη και την Αίγυπτο. Αύριο κάποιες άλλες χώρες. Χρειάζεται να γίνει μελέτη για να δείτε τι μπορεί να γίνει ώστε να μη βρεθούμε στο παρά πέντε με κόσμο να στριμώχνεται στα σύνορα. Αυτή τη στιγμή ένα εκατομμύριο άνθρωποι βρίσκονται στην Τουρκία, άλλοι μεγάλοι αριθμοί στη Λιβύη… Αυτό δεν τελειώνει ποτέ. Γι’ αυτό χρειάζεται μελέτη».

Στην επείγουσα ανάγκη προστασίας των εκτοπισμένων και των προσφύγων, αναφέρθηκε το μέλος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Μιγκουέλ Παρίζα Καστάνος, σημειώνοντας ότι «σήμερα ο αριθμός τους είναι ο μεγαλύτερος μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο».

Τόσο ο ίδιος, όσο και η αντιπρόεδρος του Εθνικού Συντονιστικού Σώματος για τις πολιτικές ενσωμάτωσης των εργαζομένων σε εθνικό επίπεδο Άννα Κοροσάζ, τόνισαν την ανάγκη η ιταλική προεδρία, που αρχίζει αύριο, να ανταποκριθεί στη σοβαρότατη ανθρωπιστική κρίση: Να υπάρξουν εγγυήσεις προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα σύνορα, να προστατευθούν τα άτομα που βρίσκονται σε κίνδυνο και να γίνει σεβαστή η αρχή της μη επαναπροώθησης.